Η κυβέρνηση του 4% και τι σημαίνει
Η κυβέρνηση έχει ένα πολύ σοβαρό πρόβλημα. Γνωρίζει ότι, για να κρατηθεί στην εξουσία, αντιπολιτεύσεως μη υπαρχούσης, πρέπει αν διατηρήσει κάποια στοιχειώδη λαϊκά ερείσματα.
Προσπαθεί να ελέγξει κράτος, επιχειρήσεις και μέσα μαζικής επικοινωνίας, αλλά υπό αυστηρές μνημονιακές υποχρεώσεις που επιβάλλουν την απελευθέρωσή τους. Τι μέλλει λοιπόν γενέσθαι;
του
Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου
Το ότι είναι στενές οι σχέσεις του ΣΥΡΙΖΑ με το «Κράτος των Εξαρχείων» ίσως μόνον οι πέτρες να το αγνοούν. Το ότι αυτό το δυσώδες «Κράτος» κυβερνά την χώρα και ελέγχει την εκπαίδευσή της το επιβεβαιώνουν μυριάδες γεγονότα και πραγματικότητες.
Το ότι το οργανωμένο έγκλημα έχει την πολιτική κάλυψη του «Κράτους των Εξαρχείων» μόνον κάποιοι αφελείς το αμφισβητούν. Το ότι το «Κράτος των Εξαρχείων» έχει αρθρώσεις στους πάμπλουτους γόνους μιας εξευτελισμένης αστικής τάξης, το έχουμε κατ’ επανάληψη διαπιστώσει.
Τέλος, το ότι το «Κράτος των Εξαρχείων» διατηρεί διαύλους επικοινωνίας με Ιταλούς και Βαλκάνιους αναρχο-μαφιόζους, το μάθαμε τον Δεκέμβριο του 2008.
Τέλος, το ότι μονοκούκι το «Κράτος των Εξαρχείων» ψηφίζει ΣΥΡΙΖΑ και κρατά για καλά τον Αλέξη Τσίπρα και τους περί αυτόν ανθρώπους, ο αγαπητός Γιάννης Ρουμπάτης το γνωρίζει καλύτερα από εμάς.
Υπό αυτές τις συνθήκες, οι αντιδράσεις κυβέρνησης και ΣΥΡΙΖΑ στις γενναίες καταγγελίες του Γιάννη Πανούση κάνουν την πραγματικότητά μας ηλίου φαεινότερη. Μας αποκαλύπτουν ποιος είναι ο βαθμός εξαρτήσεως της κυβέρνησης από το «Κράτος των Εξαρχείων» και πιθανότατα μας προετοιμάζουν για τα μέλλοντα να συμβούν σε λίγες ημέρες ή προς Δεκέμβριο μήνα…
Η κυβέρνηση έχει ένα πολύ σοβαρό πρόβλημα. Γνωρίζει ότι, για να κρατηθεί στην εξουσία, αντιπολιτεύσεως μη υπαρχούσης, πρέπει αν διατηρήσει κάποια στοιχειώδη λαϊκά ερείσματα.
Κατά κύριο δε λόγο, πρέπει να διατηρήσει την παραδοσιακή λαϊκή της βάση, ήτοι αυτό το 4% που για αρκετό καιρό επέτρεπε στο κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ αν είναι παρόν στο Κοινοβούλιο. Αν αυτό το 4% χαθεί, τότε το κόμμα του κ. Αλέξη Τσίπρα θα γίνει φτερό στον άνεμο.
Ο πρωθυπουργός και οι περί αυτόν πολιτικοί ειδήμονες γνωρίζουν πολύ καλά ότι οι τριάντα ποσοστιαίες μονάδες που προστέθηκαν στο 4% και έδωσαν την ευκαιρία στον σημερινό πρωθυπουργό να κυβερνά μία πτωχευμένη χώρα, είναι ευκαιριακές και σε μεγάλο βαθμό προέρχονται από τον χώρο του ανδρεοπαπανδρεϊκού ΠΑΣΟΚ –το οποίο στην σημερινή κυβέρνηση εκπροσωπείται και από 15 πολιτευτές του.
Όμως, αυτή η μάζα ψηφοφόρων είναι ευκαιριακή, καιροσκοπική και σε υπερθετικό βαθμό κυνική. Στην ουσία, είναι κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση του ιδρυτού του ΠΑΣΟΚ, δηλαδή ενός πολιτικού που ίδρυσε ένα «χαρισματικό κόμμα», όπως γράφει και ο κ. Τάκης Παππάς, με βάση την φιλοσοφία του «αρχηγικού συγκεντρωτισμού» ως εργαλείου ανόδου και παραμονής στην εξουσία.
Στο πλαίσιο αυτό, μέσα στο ΠΑΣΟΚ, μετά το 1981 και όταν τα στελέχη του κατέλαβαν κυριολεκτικά το κράτος, άρχισαν οι συγκρούσεις μεταξύ «μεταρρυθμιστών» και λαϊκιστών –με τους τελευταίους σήμερα να έχουν όλοι μετακομίσει στον ΣΥΡΙΖΑ.
Αυτό σημαίνει ότι η λαϊκή βάση του ΣΥΡΙΖΑ είναι εξαιρετικά ρευστή και στην σημερινή φάση κινείται πολιτικά με αμιγώς καιροσκοπικά κριτήρια. Υπό αυτή την οπτική γωνία, μείζον πρόβλημα για τον κ. Αλέξη Τσίπρα δεν είναι η συνέπεια στην εκτέλεση του μνημονίου που έχει υπογράψει, αλλά το πώς θα κρατήσει την λαϊκή του βάση εν μέσω σκληρών μνημονιακών υποχρεώσεων.
Σοβαρότατο, επίσης, πρόβλημα για τον πρωθυπουργό είναι η πιστότητα προς το πρόσωπό του, του 4% που τού επέτρεψε να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις ανόδου στη εξουσία. Αυτό το 4% συνιστά την ταξική βάση του ΣΥΡΙΖΑ και, με βάση μία υπεραπλουστευμένη μαρξιστική λογική, ο κύριος πρωθυπουργός σε καμία περίπτωση δεν θέλει να το απωλέσει.
Ωστόσο, για να το κρατήσει, είναι ανάγκη να το μετατρέψει από κυβέρνηση σε εξουσία. και η μετατροπή αυτή αποτελεί σήμερα μέγα ζητούμενο, από κάθε άποψη.
Πιθανότατα δε, η αντιπολίτευση να μην συνειδητοποιεί στο βάθος που θα έπρεπε αυτή την λογική της συριζαϊκής διακυβερνήσεως.
Στην παρούσα τριτομνημονιακή φάση, η άλωση της εξουσίας είναι τόσο ζωτική για τον ΣΥΡΙΖΑ όσο ήταν και για το ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου το 1981. Με μία σημαντική διαφορά, όμως. Παρά την αποχώρηση της σταλινογενούς πτέρυγάς του, το κόμμα του κ. Αλέξη Τσίπρα παραμένει μαρξιστοκρατούμενο και θεωρεί την ταξική πάλη κινητήρια δύναμη της πολιτικής του.
Πολλά στελέχη του, έτσι, έχουν συγκεκριμένες κοινωνικές στοχεύσεις και ποσώς ενδιαφέρονται για την ανάπτυξη της χώρας –στο μέτρο που η τελευταία δεν τελεί υπό την αιγίδα των στρωμάτων που ψήφισαν ΣΥΡΙΖΑ.
Η ηγεσία του κόμματος βρίσκεται, συνεπώς, μπροστά σε σοβαρά διλήμματα και για την ώρα δείχνει να αμφιταλαντεύεται στις επιλογές της.
Προσπαθεί να ελέγξει κράτος, επιχειρήσεις και μέσα μαζικής επικοινωνίας, αλλά υπό αυστηρές μνημονιακές υποχρεώσεις που επιβάλλουν την απελευθέρωσή τους. Τι μέλλει λοιπόν γενέσθαι;
Αναλυτές που γνωρίζουν την μαρξιστική σκέψη, όπως ο συγγραφέας κ. Σάκης Μουμτζής, υποστηρίζουν ότι «ο έλεγχος των μηχανισμών του κράτους και η απόπειρα χειραγώγησης των ΜΜΕ, σε αυτή την φάση μάλλον δεν δημιουργούν κινδύνους για την αστική κοινοβουλευτική δημοκρατία.
Όμως, ελλοχεύει ο κίνδυνος, λόγω αυτού ακριβώς του διπλού ελέγχου, να διαμορφωθεί μία πλειοψηφία που θα αμφισβητήσει πάνω στην συγκρουσιακή κινηματική πρακτική τους θεσμούς της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας».
Πρόκειται για το περίφημο 4% που προαναφέραμε.
Έτσι, συνεχίζει ο κ. Μουμτζής, «χωρίς αμφιβολία το σκηνικό γίνεται αρκετά πιο σκοτεινό, αν λάβουμε υπ’ όψη τις αποκαλύψεις που κάνουν τα ίδια τα πρωτοκλασάτα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ για τις επαφές που έκαναν με την Βενεζουέλα, το Ιράν και την Ρωσία, για την σύναψη δανείου 5 δισεκατ. ευρώ με στόχο την έξοδο από το ευρώ. Πολύ απλό, στο ευρώ παραμείναμε γιατί κανένας δεν τους δάνεισε.
Είναι προφανές πως, αν η διεθνής συγκυρία μεταβληθεί, το θέμα μπορεί να επανέλθει, γιατί η παραμονή στην ευρωζώνη, όπως αποδείχτηκε, δεν είναι αποτέλεσμα στρατηγικής επιλογής του ΣΥΡΙΖΑ αλλά των συγκεκριμένων περιστάσεων.
Τίθενται έτσι πολλά και κρίσιμα ερωτήματα, τα οποία θα γίνονται εξόχως πιεστικά όσο θα προχωρά η μνημονιακή δέσμευση της χώρας. Πού θα καταλήξουν όλες αυτές οι κινήσεις ελέγχου της οικονομικής και κοινωνικής ζωής; Υπό ποιες προϋποθέσεις ο κ. Αλέξης Τσίπρας θα επιδιώξει την μονιμοποίηση της παραμονής του στην εξουσία;
Μήπως πραγματοποιεί τακτικούς ελιγμούς για να προετοιμάσει καλύτερα την οριστική ρήξη με τους εταίρους; Όλα είναι πιθανά, γι αυτό και το μέλλον προβάλλει πλήρως αβέβαιο.