Για την πολιτική εξουσία, προέχει η διαιώνιση του πελατειακού/κομματικού κράτους, την οποία συνθέτουν σταθεροί και αλλοτριωμένοι στο σύστημα ψηφοφόροι. Οι άνεργοι είναι δεύτερης κατηγορίας πολίτες και ασταθείς στις επιλογές τους
Κατά συνέπεια, είναι αυτονόητο ότι η παρούσα κυβέρνηση έχει κάθε λόγο να «φροντίζει» ιδιαίτερα την πολύτιμη πελατεία της, η οποία βεβαίως είναι σε σημαντικό βαθμό αυτή που δημιουργήθηκε από το πασοκικό κράτος.
του
Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου
«Γιατί να τους ενδιαφέρουν οι άνεργοι; Σε αυτούς λένε δυο-τρεις μπαρούφες, τους υπόσχονται φύκια για μεταξωτές κορδέλλες και από όσους εξ αυτών είναι κορόϊδα αποσπούν και την ψήφο τους. Αντίθετα, στις γραφειοκρατικές νομενκλατούρες πρέπει να δίνεις εκ των προτέρων. Πείθονται να δώσουν την ψήφο τους επί τη επιδείξει. Υπό αυτή την έννοια, μία αυταρχική εξουσία τους ανέργους τους έχει γραμμένους…».
Αυτά μας είπε ο γνωστός Σουηδός οικονομολόγος και συγγραφέας Γιόχαν Νόρμπεργκ, πρώην αναρχικός και σήμερα ένας από τους εγκυρότερους μελετητές της ελεύθερης οικονομίας και του ρόλου της παγκοσμιοποίησης στην ανάπτυξη και επέκταση της ευημερίας.
Είναι γνωστό πλέον, τόσον από θεωρητικής όσο και από πρακτικής πλευράς, ότι οι πολιτικές παρατάξεις που εμπνέονται από ολοκληρωτικά θεωρητικά σχήματα (αντιφιλελεύθερα, ως εκ τούτου), ναι μεν στηρίζονται στην πολιτική εξαπάτηση και την πρώτη της ύλη, τον λαϊκισμό, όμως αισθάνονται και βαθύτατη αποστροφή προς την δημοκρατία και τον λαό –τον οποίο, συνήθως, επικαλούνται για να δικαιολογήσουν ατοπήματα, βίαιες παραβιάσεις δικαιωμάτων και αυταρχικές μορφές διακυβερνήσεως.
Ένα πρόσθετο χαρακτηριστικό αυτών των πολιτικών σχηματισμών είναι ότι στηρίζονται σε ομάδες συμφερόντων, με τις οποίες μοιράζονται την εξουσία, εις βάρος των ευρύτερων λαϊκών στρωμάτων.
Υπό αυτή την έννοια, ο δημόσιος τομέας είναι το βασικό στήριγμα της σημερινής εξουσίας, την οποίαν επίσης στηρίζουν κρατικοδίαιτα επιχειρηματικά συμφέροντα και εξωκυβερνητικές συντεχνίες.
Κατά συνέπεια, είναι αυτονόητο ότι η παρούσα κυβέρνηση έχει κάθε λόγο να «φροντίζει» ιδιαίτερα την πολύτιμη πελατεία της, η οποία βεβαίως είναι σε σημαντικό βαθμό αυτή που δημιουργήθηκε από το πασοκικό κράτος.
Στην βάση αυτής της λογικής, λοιπόν, η τελευταία σκοτούρα της κυβερνήσεως είναι οι άνεργοι και η ανάπτυξη μέσω επενδύσεων.
Ανάπτυξη και ριζική καταπολέμηση της ανεργίας προϋποθέτουν ισχυρές παραγωγικές επενδύσεις, οι οποίες πρέπει να έχουν βάθος χρόνου. Όμως, όταν γίνεται λόγος για παρόμοιες επενδύσεις, στοιχειώδης απαίτηση των επενδυτών είναι ένα σταθερό και απελευθερωμένο περιβάλλον σε όλα τα επίπεδα. Αυτού του τύπου το περιβάλλον, ωστόσο, όχι μόνον δεν υπάρχει στην Ελλάδα αλλά η κυβέρνηση δεν θέλει και να υπάρξει.
Ένα απελευθερωμένο, σταθερό επενδυτικό περιβάλλον απαιτεί λιγότερη γραφειοκρατία, αναγνώριση της αναλήψεως κινδύνων και ευνοϊκό ιδεολογικό κλίμα απέναντι στην επιχειρηματικότητα και τον αναπτυξιακό της ρόλο.
Οι συνθήκες αυτές είναι ανύπαρκτες στην Ελλάδα και ούτε είναι δυνατόν να υπάρξουν, καθ’ όσον αντίκεινται στον λαϊκισμό και την δήθεν προοδευτική ιδεολογία που επικαλείται η κυβέρνηση. Το δε επενδυτικό κλίμα είναι το χειρότερο δυνατό και δεν πρόκειται να βελτιωθεί.
Όπως επισημαίνεται από επιχειρηματικούς κύκλους, η αθέτηση συμβάσεων και η αδυναμία προστασίας όλων αυτών που παρά το δυσμενές κλίμα επένδυσαν στην Ελλάδα, προκαλεί σοβαρές ζημιές στην αξιοπιστία της χώρας και, βέβαια, ακυρώνει την όποια εμπιστοσύνη προς αυτήν.
Από την άλλη πλευρά, η πρόσβαση σε χρηματοδότηση των επιχειρήσεων και ειδικά των ΜμΕ στην Ελλάδα χειροτέρευσε εκ νέου, σύμφωνα με την 6 μηνιαία έκθεση της ΕΚΤ, ενώ και οι εξαγωγές χάνουν σταδιακά την δυναμική τους, εμφανίζοντας πλέον ρυθμούς μείωσης.
Η πορεία των εσόδων της γενικής κυβέρνησης τον Οκτώβριο εμφανίζει επίσης στοιχεία αποδυνάμωσης, αν εξαιρεθούν συγκυριακοί παράγοντες, που όμως ισοσκελίζεται σταθερά από την μείωση δαπανών, κυρίως προμήθειας υλικού νοσοκομείων και πληρωμών για κοινωνικές παροχές εκτός των συντάξεων.
Θα πρέπει επίσης να τονιστεί ιδιαίτερα ότι η συνεχής αναζήτηση νέων φόρων για την κάλυψη των ελλειμμάτων του κρατικού προϋπολογισμού, καθώς οι φιλόδοξοι στόχοι εσόδων διαψεύδονται συνεχώς σε μία οικονομία που λυγίζει κάτω από το βάρος της υπερφορολόγησης.
Όταν όμως κύριο μέλημα της πολιτικής εξουσίας είναι η διαιώνιση του συντεχνιακού / πελατειακού κράτους και η δημιουργία ευκαιριών πλουτισμού για όλους αυτούς που το αξιοποιούν προς ίδιον όφελος, η περί ανέργων και επενδύσεων συζήτηση καθίσταται περιττή. Ενδεχομένως να χρησιμοποιείται για την εκφώνηση πανηγυρικών και την δημιουργία εντυπώσεων, όμως κατά βάθος είναι ανύπαρκτη.
Χαρακτηριστικό είναι έτσι το γεγονός ότι, σε μία χώρα με 1.300.000 ανέργους, η κυβέρνηση –προκλητικά– προσφέρει αυξήσεις 150 εκατ. ευρώ στους δημοσίους υπαλλήλους, που είναι και το πιο προνομιούχο αλλά αντιπαραγωγικό κομμάτι της κοινωνίας μας.
Παράλληλα, η εφαρμογή του Ν.4262/2014 περί αδειοδοτήσεων των επιχειρήσεων μετατίθεται για το 2018, ώστε να προλάβουν κάποιοι να βάλουν τις κουτάλες στο μέλι…
Συνεχίζεται έτσι για έβδομη χρονιά ο υφεσιακός δρόμος της οικονομίας και γίνεται πλέον ηλίου φαεινότερη η περιφρόνηση προς τους ανέργους νέους κυρίως. Καλά κάνουν δε οι πιο άξιοι και δυναμικοί από αυτούς, που φεύγουν.
Μήπως όμως αυτός είναι και ο πραγματικός στόχος των κυβερνώντων; Η ανάδυση μίας αδύναμης, γερασμένης και οπισθοδρομικής Ελλάδος, στην οποία εξουσία θα ασκούν οι επιτήδειοι και οι αδίστακτοι καιροσκόποι;