του
Σταμάτη Κριμιζή*
Ο νόμος Διαμαντοπούλου (4009/11) για τα ΑΕΙ, που υιοθετήθηκε με ιστορική πλειοψηφία (255) από το Κοινοβούλιο το 2011, βασιζόταν στην απλή διαπίστωση ότι επιτυχή συστήματα διακυβέρνησης στα ΑΕΙ υπάρχουν στην αλλοδαπή, από Ευρώπη ως Αμερική, Ιαπωνία, ακόμη και Κίνα. Οι καλύτερες από αυτές τις πρακτικές προσαρμόστηκαν στην ελληνική πραγματικότητα ως διατάξεις του νόμου έπειτα από ευρύτατα διαβούλευση σε διεθνές επίπεδο τουλάχιστον δύο ετών.
Παρά ταύτα, δυστυχώς, η αποδόμηση του νόμου άρχισε προτού καν επιτευχθεί η αρχική εφαρμογή του, πρώτα από την κυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ και συμπληρώνεται από την παρούσα κυβέρνηση του 2015. Ο αρχικός νόμος προέβλεπε, μεταξύ άλλων, την ίδρυση των Συμβουλίων Ιδρύματος (ΣΙ) και πολλοί εκ των διακεκριμένων Ελλήνων πανεπιστημιακών της αλλοδαπής δέχθηκαν την πρόσκληση ενθουσιωδώς και έχουν συμβάλει (αμισθί) και με συναδέλφους της ημεδαπής μέσω των επιστημονικών και διοικητικών τους εμπειριών και παρά τις δυσκολίες στην αναβάθμιση της διοίκησης του ελληνικού πανεπιστημίου τα τελευταία δύο χρόνια.
Μήπως η παρούσα αποδόμηση γίνεται διότι υπάρχει νέο κύμα εκπαιδευτικών μεταρρυθμίσεων στον υπόλοιπο κόσμο που αμφισβητεί τις επιτυχημένες πρακτικές δεκαετιών; Όχι βέβαια! Η αποδόμηση του νόμου γίνεται με τυπικά ελληνικά κριτήρια: εξυπηρέτηση πελατειακών σχέσεων, αποφυγή αξιολόγησης, συνέχιση της αναξιοκρατίας και επιβολή ιδεοληψιών που έχουν προ πολλού πέσει στον κάλαθο των άχρηστων της Ιστορίας στον υπόλοιπο κόσμο.
Οι συνάδελφοι επιστήμονες της αλλοδαπής, πολλοί εξ αυτών δραπέτες από το ελληνικό σύστημα, απαξιώνονται και ουσιαστικά εκδιώκονται από τα ΣΙ με το τέχνασμα της αφαίρεσης των αρμοδιοτήτων των συμβουλίων. Άνθρωποι με λαμπρές επιστημονικές καριέρες και τεράστια διοικητική εμπειρία στην αλλοδαπή δεν έχουν καμμία επιθυμία να είναι μέλη ενός διακοσμητικού συμβουλίου με ελάχιστες αρμοδιότητες. Ο χρόνος τους είναι πολύτιμος για τέτοιες ενασχολήσεις. Δεν είναι λοιπόν έκπληξη ότι οι παραιτήσεις έχουν ήδη αρχίσει και αυξάνονται συνεχώς.
Το αποτέλεσμα αυτής της αποδόμησης όχι μόνον στο ΣΙ αλλά και στις υπόλοιπες διατάξεις του νόμου θα το πληρώσει η νεολαία της Ελλάδας για δεκαετίες. Είναι το παράδειγμα ενός κράτους που βασικά πάντοτε είναι έτοιμο να «βάλει την όπισθεν» δίχως να κοιτάξει τον καθρέφτη και να παρατηρήσει ότι πίσω είναι γκρεμός. Στην προκειμένη περίπτωση, το παρελθόν αποτελεί ένα ακριβές παράδειγμα για ένα ζοφερό μέλλον –δηλαδή, το κατρακύλισμα προς τον πάτο συνεχίζεται.
Η χώρα μας αξίζει πολύ καλύτερη τύχη από αυτήν που υλοποιείται στα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα. Αν η κυβέρνηση θέλει πράγματι να αναλάβει μία εποικοδομητική πρωτοβουλία, ας επαναφέρει τις διατάξεις του νόμου 4009/11 πριν από την αποδόμηση που άρχισε το 2012.
* Ομότιμος διευθυντής της Διοίκησης Διαστήματος του πανεπιστημίου John Hopkins, πρώην πρόεδρος του Εθνικού Συμβουλίου Έρευνας και Τεχνολογίας, Ακαδημαϊκός