του
Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου
Το σκάφος πάει φουλ στα βράχια, αλλά κανείς δεν δείχνει να ανησυχεί γι αυτό. Παράλληλα, στο εσωτερικό της, η χώρα γνωρίζει πρωτοφανή κατάρρευση θεσμών και αξιών, με την προοπτική της αυτοαναίρεσής της να είναι επί θύραις. Την ίδια στιγμή, η κοινή γνώμη, δηλαδή οι πολίτες, αποκαρδιωμένοι και απογοητευμένοι παρακολουθούν την πορεία προς το μηδέν και βεβαίως εφαρμόζουν το «ο σώζων εαυτόν σωθήτω».
Όλα αυτά, ως φαίνεται, δεν ενοχλούν ιδιαίτερα την κυβέρνηση, η οποία, αντί να μεριμνά πώς θα βοηθήσει την χώρα να βγει από τον δρόμο της κατάρρευσης, ενδιαφέρεται να καλλιεργεί μίση και διχόνοιες. Ανίκανη να κυβερνήσει και να προωθήσει βασικές μεταρρυθμίσεις, προσπαθεί να βρει πολιτικές λύσεις σε ένα τεράστιο πρόβλημα που είναι πρωτίστως διαρθρωτικό και θεσμικό.
Η φαυλοκρατική Ελλάδα της μεταπολιτεύσεως ή θα αλλάξει, ή θα βουλιάξει. Άλλος δρόμος δεν υπάρχει. Και αυτό θα πρέπει πρώτοι να το καταλάβουν οι προνομιούχοι του συστήματος, ήτοι οι δημόσιοι υπάλληλοι, οι συντεχνίες και οι κομματικές νομενκλατούρες.
Θα πρέπει, όμως, να το καταλάβει και ένας λαός απαίδευτων και κοντόθωρων ανθρώπων, που διέπονται από συμπλέγματα κατωτερότητος, μανία καταδιώξεως, ψευτοπροσκόλληση στις ρίζες και γελοίες ιδεοληψίες. Ο λαός αυτός μπορεί να βολεύεται από την αμορφωσιά του Τσίπρα και των περισσότερων στελεχών του, πλην όμως οι ιδιότητες αυτές έχουν ολέθριες συνέπειες.
Γράφει, πολύ σωστά, η συγγραφέας Σώτη Τριανταφύλλου:
«Για να προχωρήσουν οι κοινωνίες, οι ηγεσίες τους πρέπει να βρίσκονται σε κάποιου είδους πρωτοπορία: να έχουν, λόγου χάρη, οράματα και προγράμματα που δεν μπορούν, εκ των πραγμάτων, να έχουν οι μάζες. Στον πλανήτη του υπερπληθυσμού και των ΜΜΕ, ο πολίτης είναι το ανενημέρωτο μέλος μιας τεράστιας, δυσκίνητης και συχνά απαθούς μάζας. Όταν αναδεικνύουμε στην ηγεσία ανθρώπους της μάζας –όχι πολιτικούς με προωθημένα οράματα και προγράμματα– οι κοινωνίες ακινητοποιούνται ή οπισθοχωρούν.
Χαιρόμαστε λοιπόν που το ηγετικό πολιτικό προσωπικό βγαίνει σήμερα από τον «λαό», που χορεύει τσάμικα, φιλάει χέρια παπάδων, χαιρετάει τεθωρακισμένα, «καταργεί» την ιδέα της αριστείας –λες και η αριστεία είναι κάτι που μπορεί να καταργηθεί με κυβερνητικά διατάγματα. Πρόκειται για την αναβίωση του ιακωβινισμού, που με την σειρά του εμπνεόταν από την αρχαία Σπάρτη («η Σπάρτη φέγγει σαν λάμψη αστραπής στο πιο βαθύ σκοτάδι», έλεγε ο Ροβεσπιέρος σε ομιλία του στην Εθνοσυνέλευση) και από την Ρώμη –όχι μόνον της εποχής της Δημοκρατίας, αλλά και της εποχής των δικτατόρων.
Η απόρριψη της αριστείας δεν είναι μόνον πολιτική των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Βρίσκεται στην βάση αυτού του κυβερνητικού σχηματισμού που περιέχει, όπως είπα, όλα τα στοιχεία της ελληνικής κοινωνίας. Και παρά τις διπλωματικές προσπάθειες του κ.Τσίπρα, η κυβέρνηση υπονομεύεται από την ίδια της την επιθυμία για «λαϊκότητα», από τον φόβο του επιλεγόμενου ελιτισμού. Τον «ελιτισμό» θεωρούν έγκλημα ηθικής τόσον τα κομμουνιστικά κόμματα που πάσχουν από ιδεολογία (η ιδεολογία είναι, προφανώς, το όπιο του νου), όσο και η λαϊκή ακροδεξιά (και δεξιά), η οποία, ως αμαθής και άξεστη, φοβάται και αποφεύγει την σκέψη».
Έτσι, κατά τον Ανδρέα Ζαμπούκα, αυτό που βιώνουμε τώρα με την κυβέρνηση Συριζανέλ είναι απλά ένα κραυγαλέο σύμπτωμα επικράτησης των μετρίων. «Δεν είναι η πρώτη φορά. Η ελληνική δημοκρατία έχει ποτιστεί με λαϊκισμό από την εποχή της Χούντας και ειδικά μετά την πασοκική δεκαετία του 1980. Από τότε άρχισε να επιβραβεύεται η μετριότητα ως προνόμιο του λαού και σήμερα πήρε τις τερατόμορφες διαστάσεις που ζούμε. Απλά πιο συγκεκαλυμμένη και όχι τόσο προκλητική. Οι ανεύθυνοι μέτριοι πάντα αναδεικνύονται σε θέσεις “ευθύνης” όταν το “πλήθος” θυμώνει πάρα πολύ και δεν θέλει για κανέναν λόγο να βλέπει τους άριστους να το διοικούν. Το μένος του εν τω μεταξύ είναι τόσο μεγάλο που προτιμά να καταστραφεί παρά να αναθέσει στους ικανότερους την ηγεσία της κοινωνίας. Μισεί τους καλούς επιστήμονες, τους δασκάλους, τους επιχειρηματίες, τους άριστους πολιτικούς. Δεν θέλει να τον ενοχλούν με τον “εξυπνακισμό” τους, να αμείβονται περισσότερο και να καταξιώνονται πιο πολύ από αυτούς που συγκλίνουν σε μία στατική νόρμα. Κάποιοι θεωρούν τον θάνατο του Σωκράτη στην αρχαιότητα και την δολοφονία του Καποδίστρια στην νεώτερη Ιστορία ως τα όρια της χαμένης ευκαιρίας. Οι Έλληνες δυσκολεύονται να αντέξουν για μεγάλο διάστημα αυτό που οι ίδιοι ανακάλυψαν και θαυμάζουν: την αριστεία! Πρώτα την επικαλούνται και μετά την ξορκίζουν από τις κοινωνίες τους».
Πάνω σε αυτή την νοοτροπία εγγράφεται σήμερα και η αργή κατάρρευση της χώρας –στην οποία ένας θλιβερός θίασος ιδεοληπτικών καιροσκόπων θα δώσει και την χαριστική βολή.