του
Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου
Η εξουσιολαγνεία έλκει, όμως ο εξουσιολάγνος εθίζεται στην εξουσία και τελικά καταστρέφεται. Αυτός είναι ο πιο συνηθισμένος δρόμος για τους ανθρώπους που πιστεύουν ότι είναι ηγέτες επειδή νομίζουν ότι μπορούν εσαεί να εξαπατούν, να κοροϊδεύουν και να υποτιμούν. Ας έχουν υπ’ όψιν τους ότι η βαθειά περιφρόνηση προς το κοινό οδηγεί σε άσχημο τέλος.
Από την άποψη αυτή, ο κ. Αλέξης Τσίπρας και οι εταίροι του έχουν ήδη εισέλθει σε έναν πολύ ολισθηρό δρόμο, τον οποίο, βέβαια, οι ίδιοι επέλεξαν. Σίγουρα δε, η έξοδος από αυτόν δεν μπορεί να γίνει με επικοινωνιακά τεχνάσματα και λαϊκιστικές κορώνες –ιδιαίτερα όταν οι σημερινοί φορείς της εξουσίας συνδυάζουν άγνοια και απαιδευσία, ιδιότητες που δύσκολα κρύβονται ακόμα και όταν ηχούν δυνατά τα τύμπανα της προπαγάνδας. Συνεπώς, ό,τι και αν «μηχανεύονται» η κυβέρνηση και κυρίως ο επικεφαλής της, η κατάσταση μόνον κινδύνους εγκυμονεί.
Για μιαν ακόμη φορά, η πρωτοβουλία του κ. Αλέξη Τσίπρα να ζητήσει από τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου κ. Ντ. Τουσκ έκτακτη Σύνοδο Κορυφής, για να παίξει το θλιβερό θέατρο του περασμένου καλοκαιριού, παραπέμπει σε σενάρια που μόνον οργή προκαλούν σε λογικούς ανθρώπους. Και τούτο διότι νέα εμπλοκή στις διαπραγματεύσεις με τους εταίρους φέρνει ξανά την Ελλάδα στην απελπιστική θέση στην οποία είχε βρεθεί πέρυσι, με την διαπραγμάτευση Βαρουφάκη. Το μόνο «πλεονέκτημα» είναι ότι, εξ αιτίας των capital controls, οι καταθέσεις δεν μπορούν να πετάξουν προς το εξωτερικό ή προς τα στρώματα και παραμένουν εγκλωβισμένες στο τραπεζικό σύστημα. Κατά τα άλλα, όμως, η ελληνική κυβέρνηση απορροφά όλο το χρήμα από τα αποθεματικά δημοσίων επιχειρήσεων, ασφαλιστικών ταμείων και δημοσίων οργανισμών, προετοιμαζόμενη ξανά για το ενδεχόμενο της έλλειψης χρήματος για την πληρωμή μισθών του Δημοσίου και συντάξεων.
Η κυβέρνηση, εγκλωβισμένη μεταξύ ιδεοληψίας, ανικανότητας και πολιτικού οπορτουνισμού, βλέπει ότι θα έχει μεγάλο πολιτικό κόστος από την ψήφιση των μέτρων και υπαναχωρεί άτακτα, σκεπτόμενη ακόμα και την προοπτική να «το σκάσει» από τις ευθύνες της με εκλογές. Από την άλλη μεριά, οι ξένοι είναι αποφασισμένοι να δεσμεύσουν και αυτήν και τις επόμενες κυβερνήσεις με ένα πακέτο «προληπτικών» μέτρων, τα οποία θα ενεργοποιούνται αυτομάτως σε περίπτωση απόκλισης από τους δημοσιονομικούς στόχους. Η απόφασή τους αυτή οφείλεται στην απόλυτη έλλειψη εμπιστοσύνης που έχουν προς αυτή την κυβέρνηση η οποία, από την μία, ψηφίζει τα μέτρα υπό πίεση και, από την άλλη, δεν τα εφαρμόζει.
Η χώρα οδεύει ακόμα μία φορά προς τα βράχια και η ελληνική ταυτότητα καταρρακώνεται ξανά, αφού θεωρούμαστε παγκοσμίως ως εντελώς αναξιόπιστοι συνομιλητές.
Επισημαίνει ο Γρηγόρης Νικολόπουλος στο Reporter.gr:
«Με μια κυβέρνηση που έχει αποτύχει παταγωδώς σε όλους τους στρατηγικούς της στόχους, που έχει στηριχθεί σε διαρκή ψέμματα για να κλέψει την ψήφο των πολιτών και που εφαρμόζει συστηματικά καθεστωτικές συμπεριφορές, η προοπτική για έξοδο από αυτή την νέα κρίση χωρίς πολιτική αναταραχή είναι μάλλον απίθανη. Το σενάριο των εκλογών ανοίγει ξανά, αλλά είναι αμφίβολο αν θα προλάβουμε να κάνουμε εκλογές πριν πτωχεύσουμε. Δεν είναι καθόλου βέβαιον αυτή την φορά ότι οι ξένοι θα μάς δώσουν τον αναγκαίο χρόνο, καθώς είναι προφανές ότι σκοπός τους είναι να εφαρμόσουν την μέγιστη πίεση στην ελληνική κυβέρνηση.
Μία πολιτική αναστάτωση αυτή την στιγμή θα οδηγήσει σε ακόμη χειρότερο βάθος τα πολύ κακά δημοσιονομικά και θα προκαλέσει πλήγμα στην λειτουργία του ιδιωτικού τομέα της οικονομίας. Σε συνδυασμό με τις απερίγραπτες αποφάσεις ορισμένων υπουργών –όπως πρόσφατα του υπουργού Πολιτισμού Μπαλτά να χαρακτηρίσει αρχαιολογικό χώρο την περιοχή Αφάντου στην Ρόδο– που έχουν οδηγήσει σε πάγωμα όλες τις επενδύσεις, η πολιτική αναστάτωση προκαλεί πολύ μεγαλύτερη ζημιά από αυτήν που θα προκαλούσε η πολιτική λιτότητας στην οποία επιμένουν οι ξένοι.
Η εποχή, λίγο πριν το καλοκαίρι, είναι “ιδανική” για ακύρωση τουριστικών κρατήσεων και απώλεια σημαντικών εσόδων, απαραίτητων για την επιβίωση της οικονομίας και των πολιτών.
Δεν είναι ορατό το πώς θα βγούμε από αυτό το νέο αδιέξοδο, αυτό όμως που είναι πλέον βέβαιον είναι ότι δεν μπορούμε να εμπιστευόμαστε την διοίκηση της χώρας σε αυτή την κυβέρνηση. Η έξοδος από το ευρώ, την οποία ανεξήγητα είχαν φέρει ξανά στην συζήτηση ορισμένα ξένα έντυπα ενημέρωσης, αρχίζει να μοιάζει ξανά ως πιθανή προοπτική. Ιδιαιτέρως όταν θυμηθεί κανείς πρόσφατες δηλώσεις του Γερμανού υπουργού Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόϊμπλε, ο οποίος, ενώ δήλωνε ότι έχουν γίνει σημαντικά βήματα προόδου, κατέληγε ότι χωρίς μία εξωτερική υποτίμηση (δηλαδή αλλαγή νομίσματος και υποτίμησή του έναντι του ευρώ) η ελληνική οικονομία δεν μπορεί να ορθοποδήσει.
Η εναλλακτική θα ήταν πολύ σημαντικές μεταρρυθμίσεις, με ενιαία σύνταξη για όλους, την οποία δεν αντέχει το διαλυμένο σήμερα ασφαλιστικό σύστημα, άμεσο κλείσιμο όλων των άχρηστων δημόσιων οργανισμών, μαζικές ιδιωτικοποιήσεις και μειώσεις φόρων. Όμως αυτά είναι ξένα προς την λογική της ελληνικής δημόσιας διοίκησης και, ακόμη περισσότερο, δεν εντάσσονται στον σχεδιασμό των ελληνικών πολιτικών κομμάτων».
Κατά συνέπεια, η χώρα σήμερα όχι μόνον κλείνει η ίδια τις πόρτες εξόδου της από την εξαετή κρίση της, αλλά δημιουργεί και τις προϋποθέσεις για να μην τις ανοίξει ξανά ποτέ. Είμαστε έτσι μάρτυρες του αυτοεγκλεισμού ενός λαού σε ένα στρατόπεδο, με κάποιους αδίστακτους και αγράμματους λαϊκιστές να ονειρεύονται τον ρόλο του δεσμοφύλακα.