του
Michael Skapinker*
Είναι εφικτό να διεξαγάγουμε μία λογική συζήτηση για την μετανάστευση; Γεγονός είναι ότι χρειάζεται να γίνει. Η εχθρότητα για τους μετανάστες σαρώνει τις πλουσιότερες χώρες, τροφοδοτώντας στήριξη σε πολιτικές δυνάμεις από το βρετανικό κόμμα Ανεξαρτησίας μέχρι το πολύ χειρότερο Εθνικό Μέτωπο στην Γαλλία και την Χρυσή Αυγή στην Ελλάδα.
Ο ΟΟΣΑ προσπάθησε να βάλει μερικά στοιχεία στην συζήτηση, με την δημοσίευση έκθεσης 419 σελίδων για τα πλεονεκτήματα που μπορούν να φέρουν οι μετανάστες στα μέλη του Οργανισμού συγκριτικά με το τί κοστίζουν.
Το πρόβλημα με τα στοιχεία, όμως, σε ό,τι αφορά την μετανάστευση είναι πως ο περισσότερος κόσμος δεν ενδιαφέρεται να τα μάθει. Όπως είπε και ο George Orwell το 1945 στην έκθεσή του «Αντισημιτισμός στην Βρεταννία», η οποία εξέτασε τον ανταγωνισμό προς αυτό που τότε ήταν η πιο ορατή εθνική μειονότητα, «το να προσπαθείς να αντιμετωπίσεις (τις προκαταλήψεις) με στοιχεία και στατιστικές είναι ανώφελο και μπορεί ορισμένες φορές να είναι χειρότερο από ανώφελο… Εάν αντιπαθείς κάποιον, τον αντιπαθείς, και εκεί τελειώνει το θέμα».
Τα στοιχεία και οι στατιστικές του ΟΟΣΑ για τις σημερινές, πολύ πιο ετερόκλητες, ομάδες μεταναστών είναι ακόμη λιγότερο πιθανό να αλλάξουν τον τρόπο με τον οποίο σκέφτεται ο κόσμος, γιατί δεν μπορεί να τα χρησιμοποιήσει κανείς όπως θα ήθελε.
Περίπου το 50% των Ευρωπαίων και των Καναδών πιστεύει ότι οι μετανάστες αποτελούν βάρος στα δημόσια ταμεία. Ο αριθμός των Αμερικανών που έχουν την ίδια άποψη είναι ακόμη μεγαλύτερος. Και ο ΟΟΣΑ δηλώνει ότι κανείς δεν είναι σίγουρος εάν οι εχθροί των μεταναστών έχουν δίκιο ή όχι.
Το πρόβλημα είναι πως οι πολλές μελέτες επί του θέματος χρησιμοποιούν διαφορετικές μεθοδολογίες. Ορισμένες εξετάζουν την συνεισφορά και το κόστος εκείνων που γεννήθηκαν εκτός της χώρας, ανεξαρτήτως τού εάν έχουν αποκτήσει την υπηκοότητα ή όχι. Μερικές εξετάζουν μόνον τους μετανάστες που ακόμη δεν έχουν πάρει την υπηκοότητα. Άλλες μελέτες περιλαμβάνουν και τα παιδιά των μεταναστών που γεννήθηκαν στην χώρα, άλλες όχι.
«Υπάρχουν πολλοί διαφορετικοί τρόποι να μετρήσει κανείς τον δημοσιονομικό αντίκτυπο της μετανάστευσης, ενώ όλες οι μέθοδοι και οι προσεγγίσεις εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από αμφισβητούμενες εκτιμήσεις και επιλογές μοντέλων που επηρεάζουν σημαντικά τα αποτελέσματα», αναφέρει ο ΟΟΣΑ. Το μόνο που μπορεί να πει ο Οργανισμός για τον καθαρό αντίκτυπο των μεταναστών στα δημόσια ταμεία είναι πως, σε κάθε περίπτωση, είναι μικρός.
Κατά συνέπεια, καθώς η συζήτηση για την μετανάστευση βασίζεται σε προκαταλήψεις, ας παραθέσω την δική μου άποψη. Γενικά είμαι υπέρ της μετανάστευσης. Ίσως επειδή είμαι μετανάστης και γόνος προσφύγων, αν και αμφιβάλλω για το αν αυτός είναι ο καθοριστικός παράγοντας. Πολλοί μετανάστες θέλουν να κλείσουν πίσω τους την πόρτα.
Η δική μου στάση ενδεχομένως να οφείλεται στο γεγονός ότι προέρχομαι από μία επαγγελματική τάξη που έχει να κερδίσει τα περισσότερα από την μετανάστευση, λόγω του ταλαντούχου εργατικού δυναμικού που φέρει. Καθώς οι πολιτικοί φοβούνται πολύ να ξεκινήσουν αυτήν την δημόσια συζήτηση, είναι δικό μας καθήκον να διατυπώσουμε τα επιχειρήματα. Προτείνω να επικεντρωθούμε σε ορισμένα σημεία. Δεν είναι αλήθεια ότι μόνον οι φτωχοί απειλούνται από τους μετανάστες. Ούτε είναι αλήθεια ότι οι επαγγελματίες απολαμβάνουν εργασιακή ασφάλεια, ενώ παράλληλα απασχολούν Πολωνούς οικοδόμους και νταντάδες από την Βουλγαρία στερώντας δουλειές από την εγχώρια εργατική τάξη.
Οι μετανάστες είναι κάθε λογής άνθρωποι. Από επιχειρηματίες στο Διαδίκτυο μέχρι investment bankers και οικοδόμοι. Δεν παίρνουν απλώς τις δουλειές. Τις δημιουργούν. Οι μετανάστες, κατά τον ΟΟΣΑ, «οριακά υπερεκπροσωπούνται στον επιχειρηματικό κλάδο», αν και οι επιχειρήσεις τους συνήθως είναι μικρές και κατά περίπτωση λιγότερο παραγωγικές.
Η μετανάστευση έχει δύο πρόσωπα. Όταν οι Βρετανοί πολιτικοί πρότειναν και πέτυχαν την έξοδο από την Ένωση, έπαιξαν πολύ πάνω στο γεγονός ότι στο Ηνωμένο Βασίλειο έχουν μεταναστεύσει πολλοί Πολωνοί, Βούλγαροι και Ρουμάνοι. Παρέλειψαν όμως επιμελώς να πουν πόσοι Βρεταννοί βρίσκονται στην Γαλλία, στην Ισπανία, στην Πορτογαλία και στο Βέλγιο. Ακόμα χειρότερα, δεν είπαν κουβέντα για το τί θα γίνει τώρα με τους Βρεταννούς αυτούς, αρκετοί από τους οποίους είναι νέοι άνθρωποι με προοπτικές.
Το ίδιο επιχείρημα πρέπει να αναπτυχθεί και στην Ελλάδα, της οποίας οι πολίτες έχουν εγκατασταθεί με επιτυχία σε όλο τον κόσμο. Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΟΟΣΑ, χωρίς την μετανάστευση, από το 2020 ο αριθμός των ανθρώπων που μπαίνουν στην αγορά εργασίας θα είναι κατά 30% χαμηλότερος από αυτόν που αφορά εκείνους που φεύγουν. Πολλές πλούσιες χώρες θα έχουν έλλειψη σε εργαζόμενους και από κόσμο που θα στηρίζει τα συνταξιοδοτικά τους συστήματα.
Αυτό θα έπρεπε να ανησυχεί εργοδότες και κυβερνήσεις και είναι κάτι που πρέπει να επισημάνουμε. Χωρίς μετανάστες, δεν θα υπάρχει αρκετός κόσμος να μάς φροντίζει όταν θα είμαστε πολύ ηλικιωμένοι για να φροντίζουμε τους εαυτούς μας –και αυτό αρμόζει σε όλους μας, πλούσιους και φτωχούς.
Όπως είπε και ο Orwell, η λογική δεν έχει μεγάλη σημασία σε αυτήν την συζήτηση. Αυτό το τελευταίο επιχείρημα, όμως, μπορεί να έχει.
*Αρθρογράφος της εφημερίδας Financial Times σε θέματα μάνατζμεντ