Όταν οι συνδικαλιστές απειλούσαν τον Γιάννη Μαρίνο
Σε πρόσφατο άρθρο του στο Βήμα, ο πρώην διευθυντής του Οικονομικού Ταχυδρόμου υπογραμμίζει τις απειλές που δέχθηκε καταγγέλλοντας τα έκτροπα του συντεχνιακού συνδικαλισμού στην χώρα μας
Κανένα ευρωπαϊκό κεκτημένο, όπως ισχυρίζεται ο ΣΥΡΙΖΑ, δεν δικαιολογεί αντιδημοκρατικές απεργίες που κηρύσσουν ασήμαντες μειοψηφίες, αλλά από το 50% συν 1 των εγγεγραμμένων μελών κάθε σωματείου, όπως εισηγείται και η τρόικα. Επίσης, είναι περιορισμένο το εύρος των θεμάτων για κήρυξη απεργιών στον δημόσιο τομέα, οι δε συνδικαλιστικές δραστηριότητες ασκούνται εκτός ωραρίου εργασίας. Ζητείται επίσης να επιτραπεί το λοκ άουτ, κυρίως για να εξουδετερωθεί η φάμπρικα της απεργίας ενός μόνο κλάδου εργαζομένων στην επιχείρηση, ενώ οι λοιποί δηλώνουν ότι αδυνατούν να εργασθούν αλλά απαιτούν να πληρώνονται.
του
Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου
Μία από τις μεγάλες μάστιγες της χώρας είναι ο συντεχνιακός συνδικαλισμός, φαινόμενο απότοκο του κρατισμού και του πελατειακού πολιτικού συστήματος που τον εξέθρεψε και τον αναπαράγει. Όσο για το πραγματικό κόστος του φαινομένου ανέρχεται σε αμέτρητα δισεκατομμύρια ευρώ, αν λάβουμε υπ’ όψιν μας τις 1.300 και πλέον συντεχνιακές απεργίες που έγιναν στην χώρα μας τα 35 τελευταία χρόνια. Απεργίες πέρα για πέρα εκβιαστικές και αντιδημοκρατικές, οι οποίες βεβαίως ευτέλιζαν και τον συνδικαλιστικό θεσμό.
Αυτό το φαινόμενο και τις νοσηρές προεκτάσεις του περιγράφει ο Γιάννης Μαρίνος στο Βήμα της Κυριακής της 9ης Απριλίου, φέρνοντας στο προσκήνιο και τις απειλές που δέχθηκε όταν σε συνέντευξή του, το 1990, απεκάλυψε την ιδιοτέλεια ανθρώπων οι οποίοι τελικά μόνον ζημιές προκάλεσαν στην ελληνική κοινωνία.
Ο πρώην διευθυντής του Οικονομικού Ταχυδρόμου (περιοδικό που επίσης ήταν πάντα στο στόχαστρο του συντεχνιακού συνδικαλισμού) γράφει:
«Πασιφανέστερη απόδειξη της κυριαρχίας του πελατειακού συστήματος, σε συνδυασμό με τον ασύδοτο συνδικαλισμό στον χώρο του ευρύτερου δημόσιου τομέα, νομίζω ότι είναι τα όσα διαδραματίστηκαν για το ενεργειακό και την απειλή αδιεξόδου στην διαπραγμάτευση με τους δανειστές. Από την μια, η πρόταξη της προσωπικής τύχης των τοπικών βουλευτών της Δυτικής Μακεδονίας και, από την άλλη, η απειλή να παραλύσει και πάλι η χώρα από διακοπές ρεύματος λόγω απεργίας για τα επαπειλούμενα προνόμια συνδικαλιστών και προσωπικού της ΔΕΗ, έδειξαν ποιες νοσηρές προτεραιότητες έχουν κυριαρχήσει στην ήδη πνέουσα τα λοίσθια ΔΕΗ, εξαιτίας του “δεν πληρώνω” αλλά και των ολέθριων μεθοδεύσεων του κ. Σκουρλέτη, όπως δίκαια τον κατηγορεί ακόμη και η ΓΕΝΟΠ-ΔΕΗ.
Η επικυριαρχία της Αριστεράς στον συνδικαλιστικό χώρο και στην στρατευμένη σε αυτήν διανόηση πέτυχαν από το 1982, επί παντοδυναμίας ΠαΣοΚ, με τον τότε εισηγητή του λαϊκισμού στην χώρα μας Ανδρέα Παπανδρέου, πρωτοφανείς “κατακτήσεις” που επιτρέπουν στους χιλιάδες συνδικαλιστές του ευρύτερου δημόσιου τομέα να μην εργάζονται ποτέ, ενώ ταυτόχρονα αμείβονται για ανύπαρκτες υπερωρίες, αλλά ακόμη και για τις μέρες απεργίας, αφού ως μη εργαζόμενοι δεν είναι τεχνικά δυνατόν να απεργήσουν.
Αυτός ο με ισχύ στρατού κατοχής συνδικαλισμός, τον οποίο ο ιδρυτής του ΠαΣοΚ με τον συνδικαλιστικό νόμο του 1982 ανήγαγε σε βάθρο της Δημοκρατίας, ισότιμο προς το κοινοβούλιο και την τοπική αυτοδιοίκηση (!), είχε καταδείξει τότε σε όλη τους την αποτρόπαια αντιλαϊκή αναλγησία αλλεπάλληλα μπλακ άουτ της ΔΕΗ. Το 1990, επί κυβερνήσεως Μητσοτάκη, βύθισαν επί ημέρες την χώρα στο σκοτάδι προκαλώντας ανήκεστη βλάβη σε ανήμπορους συνανθρώπους μας, κατέστρεψαν χιλιάδες τόνους ασυντήρητα αγαθά και παρέλυσαν κάθε παραγωγική δραστηριότητα με το πρόσχημα της υπεράσπισης του δημοσίου συμφέροντος και του λαού.
Σε μία δραματική τότε μεταμεσονύκτια συνέντευξη στην ΕΡΤ είχα αποκαλύψει την συντεχνιακή ιδιοτέλεια που έκρυβε η απεργία στη ΔΕΗ προκαλώντας αμηχανία στον τότε πρόεδρο της ΓΕΝΟΠ-ΔΕΗ Μπάκουλη. Στηλίτευσα μάλιστα τα δεινά που προκαλούσαν οι χιλιάδες χασομέρηδες συνδικαλιστές της, οι οποίοι, όπως είπα, εργάζονται μόνο όταν απεργούν. Αποτέλεσμα: να τεθώ επί δεκαετίες υπό φρούρηση ως στόχος των επιδιωκόντων την διάλυση του κράτους τρομοκρατών, αναρχικών και λοιπών “προοδευτικών” δυνάμεων.
Κανένα ευρωπαϊκό κεκτημένο, όπως ισχυρίζεται ο ΣΥΡΙΖΑ, δεν δικαιολογεί αντιδημοκρατικές απεργίες που κηρύσσουν ασήμαντες μειοψηφίες, αλλά από το 50% συν 1 των εγγεγραμμένων μελών κάθε σωματείου, όπως εισηγείται και η τρόικα. Επίσης, είναι περιορισμένο το εύρος των θεμάτων για κήρυξη απεργιών στον δημόσιο τομέα, οι δε συνδικαλιστικές δραστηριότητες ασκούνται εκτός ωραρίου εργασίας. Ζητείται επίσης να επιτραπεί το λοκ άουτ, κυρίως για να εξουδετερωθεί η φάμπρικα της απεργίας ενός μόνο κλάδου εργαζομένων στην επιχείρηση, ενώ οι λοιποί δηλώνουν ότι αδυνατούν να εργασθούν αλλά απαιτούν να πληρώνονται.
Αν αυτά δεν θεσπισθούν και αν η παράνομη απεργία δεν οδηγεί σε κυρώσεις που μπορεί να συνεπάγονται και απόλυση χωρίς αποζημίωση, ακόμα και συνδικαλιστών, μάταια θα αναμένουμε να ξαναδεί ο τόπος μας παραγωγικές επενδύσεις και μαζική δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, που είναι η απόλυτη εθνική προτεραιότητα».
Προτεραιότητα, βέβαια, που κάποιοι γράφουν στα παλιά τους τα παπούτσια όταν πρόκειται να αποκτήσουν προσωπικά οφέλη από εκβιαστικές ενέργειες.