του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου
«Στη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας για λόγους που συνδέονται με τις πολιτικές εξελίξεις ιδιαίτερα στο χώρο της Κεντροαριστεράς –όπου ανήκω-, βρίσκομαι εκτός πολιτικής.
Ακόμα είναι ξεκάθαρο ότι έχω στοχοποιηθεί, γιατί αυτό κάποιους και κάποια συμφέροντα τους εξυπηρετεί.
Την ίδια περίοδο η Ελλάδα αγωνίζεται να ξεφύγει από τη μεγαλύτερη οικονομική κρίση της μεταπολεμικής της ιστορίας.
Ούτε στιγμή δεν έπαψα να αγωνιώ για την έκβαση αυτής της προσπάθειας και τις προοπτικές που διαμορφώνονται για τη χώρα.
Οι κίνδυνοι διαιώνισης της κρίσης παραμένουν σημαντικοί. Υπάρχουν όμως και ευκαιρίες, αν υπεύθυνες δυνάμεις συνασπιστούν για να ασκήσουν δημιουργική πολιτική».
Αυτά μεταξύ άλλων τόνισε ο Γιάννος Παπαντωνίου κλείνοντας την παρουσίαση του βιβλίου του, για το οποίο με συντονιστή τον συνάδελφο Ριχάρδο Σωμερίτη, μίλησαν η Μιράντα Ξαφά, οικονομολόγος και πρώην εκπρόσωπος μας στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο {ΔΝΤ}, ο καθηγητής Θάνος Βερέμης και ο επιχειρηματίας Οδυσσέας Κυριακόπουλος, πρώην πρόεδρος του Συνδέσμου Επιχειρήσεων και Βιομηχανίας {ΣΕΒ}.
Για τον αναγνώστη του βιβλίου του Γιάννου Παπαντωνίου που θα ήθελε να ζη σε μια Ελλάδα προόδου, γνώσης, κράτους δικαίου και υψηλών οικονομικών και κοινωνικών επιδόσεων, οι λόγοι για τους οποίους ο συγγραφέας έχει στοχοποιηθεί γίνονται κατάδηλοι από τις πρώτες γραμμές.
Ο πρώην υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών και Άμυνας στη συνέχεια, είναι ένας αθεράπευτος μεταρρυθμιστής, από αυτούς που η Ελλάδα της αρπαγής, της κομπίνας και της ρέμουλας δεν τους σηκώνει.
Άνθρωποι επιπέδου Γιάννου Παπαντωνίου και κάποιων άλλων τινών, αποτελούν παραφωνία για την ελληνική κοινωνία και το λάθος τους είναι ότι προσπαθούν να την αλλάξουν. Αμ δε.
Ο Γιάννος Παπαντωνίου ως υπουργός έπαιξε κορυφαίο ρόλο στην ελληνική ένταξη στην ευρωζώνη. Και το γεγονός αυτό είχε ιστορική σημασία για τη χώρα γιατί της άνοιγε το δρόμο ενός ασύλληπτου σε μέγεθος ιστορικού μετασχηματισμού.
Ήταν η μοναδική ευκαιρία το ελληνικό παραγωγικό μοντέλο και η κοινωνική του δομή να αλλάξουν άρδην. Έτσι, η χώρα θα έμπαινε σε μια νέα εποχή, θα άνοιγε διάπλατα τις πόρτες του 21ου αιώνα και θα ατένιζε το μέλλον με σιγουριά και σθένος.
Έλα όμως που αυτά είναι «κακά πράγματα» για το φαυλοκρατικό μόρφωμα που μας άφησε ο βυζαντινο-οθωμανισμός και το συναφές με αυτόν πελατειακό κράτος που κληρονομήσαμε.
Την τεράστια ευκαιρία έτσι την κλωτσήσαμε και τα 700 δις ευρωκεφάλαια που κυκλοφόρησαν στην Ελλάδα από το 1997 ως το 2005, αντί να τα επενδύσουμε σε αξίες και παραγωγή τα κάψαμε στο βωμό της πιο γελοίας κατανάλωσης.
Αντί να μεταμορφώσουμε για παράδειγμα το παμφάγο ασφαλιστικό μας σύστημα, οι μαφιόζοι του εθνικολαϊκιστικού συνδικαλισμού έστειλαν τον Τάσο Γιαννίτση στο σπίτι του. Και η χώρα πλήρωσε αυτούς τους αχρείους 145 δις ευρώ έτσι για πλάκα.
Η χρεοκοπημένη έτσι σημερινή Ελλάδα, έχει ανάγκη από δραστικές μεταρρυθμίσεις, στους θεσμούς, την παιδεία, το παραγωγικό της μοντέλο και το κοινωνικό της κράτος, ώστε να ισχυροποιηθεί και να μπορέσει στο εξόχως ανταγωνιστικό και ταχύτατα μεταβαλλόμενο σύγχρονο κόσμο.
Στο πλαίσιο αυτό βέβαια, κατά τον Γ. Παπαντωνίου, βαθιές μεταρρυθμίσεις είναι αναγκαίες και στην Ευρώπη, μέσα από την προώθηση της οικονομικής της ενοποίησης στην ευρωζώνη και τη διαμόρφωση κοινής εξωτερικής και αμυντικής πολιτικής.
Δυστυχώς όμως στην παρούσα παγκόσμια πολιτική συγκυρία, η άνοδος του λαϊκισμού και η διάδοση με μεγάλη ταχύτητα μέσω του διαδικτύου ψευδών και συνωμοτικών θεωριών, στην ουσία παγκοσμιοποιούν την ύπαρξη μιας «ανελεύθερης δημοκρατίας», κύριοι φορείς της οποίας είναι χώρες όπως η Κίνα, η Ρωσία, η Τουρκία, το Ιράν, η Βενεζουέλα και η Ουγγαρία.
Εσχάτως δε στην ομάδα ήλθε να προστεθεί και η γειτονική μας Ιταλία, η οποία ας μη το ξεχνάμε έχει και γόνιμη παράδοση στον φασιστικού τύπου λαϊκισμό.
Υπό αυτές τις συνθήκες, όλοι οι ομιλητές στην παρουσίαση του βιβλίου του Γιάννου Παπαντωνίου, συμφώνησαν ότι ο κίνδυνος ενός καταστροφικού λαϊκισμού κάθε άλλο παρά έχει εκλείψει και στην Ελλάδα, τη στιγμή που η χώρα αντιμετωπίζει και σοβαρά γεωπολιτικά προβλήματα.
Όντως λοιπόν είμαστε αντιμέτωποι με το μέλλον και είναι αξιοπερίεργο στο πλαίσιο αυτό ότι συχνά πυκνά στη χώρα στοχοποιούνται άνθρωποι που προσπαθούν κάτι να αλλάξουν. Τυχαίο άραγε? Ή κάτι άλλο?