του
Γιώργου Πρεβελάκη*
Συντηρητικοί και σοσιαλιστές διανοητές, όπως ο αποβιώσας Σάμιουελ Χάντινγκτον και ο Γάλλος πρώην υπουργός Εξωτερικών επί προεδρίας Μιττεράν, Υμπέρ Βεντρίν, διέβλεπαν με ιδιαίτερη ανησυχία το νέο ρήγμα στο εσωτερικό των δυτικών κοινωνιών. Η ενοποίηση του κόσμου και η μείωση της σημασίας των συνόρων ενίσχυσε τα κοσμοπολιτικά στοιχεία. Οι διασυνδέσεις με τηλεπικοινωνίες και μεταφορές, τα μεγάλα πανεπιστήμια, οι πολυεθνικές εταιρείες, ενοποιούν τα στοιχεία αυτά σε οικουμενικό δίκτυο. Προστίθενται νέα σύμβολα, όπως τα εικονικά προϊόντα της Apple. Αντιστοίχως, αμβλύνονται οι δεσμοί αλληλεγγύης με την «άλλη» κοινωνία, με τις εσωστρεφείς ομάδες της ανώτερης και μεσαίας τάξης, καθώς και με τις ασθενέστερες πληθυσμιακές ομάδες.
Ως συνέπεια, αυξάνει η απόσταση ανάμεσα σε δύο υπό διαμόρφωσιν αντιλήψεις τις οποίες, ελλείψει ορολογίας, μπορούμε να ονομάσουμε «οικουμενική» και «πατριωτική». Δημιουργούνται έτσι ιδεολογικές και πολιτισμικές διαφοροποιήσεις σε όλα τα πεδία: ο ρόλος του κράτους, η θέση της θρησκείας, η διεθνής παρέμβαση στα εσωτερικά χωρών –ακόμη και ο γάμος μεταξύ ομοφυλοφίλων. Η οικουμενική ελίτ διαθέτει οικονομική δύναμη, διαχειρίζεται την οικονομία, ελέγχει τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, συλλαμβάνει τα διεθνή ρεύματα, αξιοποιεί την διεθνή αλληλεγγύη. Έναντί της ορθώνεται η μάζα, η οποία δυσκολεύεται να αρθρώσει λόγο, εκπροσωπεί όμως καθοριστική εκλογική δύναμη, το 99% κατά το σύνθημα του κινήματος Occupy Wall Street.
Έως πρόσφατα, οι εντάσεις ανάμεσα στα δύο «στρατόπεδα» αμβλύνονταν μέσω του άκρατου δανεισμού, χάρη στον οποίον εξασφαλιζόταν το βιωτικό επίπεδο. Η οικονομική κρίση, όμως, έχει περιορίσει στο ελάχιστο την δυνατότητα αυτή. Η οικουμενική ελίτ, απελπισμένη και εξοργισμένη από τα αδιέξοδα, τις σπατάλες και την αναποτελεσματικότητα επιδιώκει να χειραγωγήσει τις μάζες. Με έμβλημα την τεχνοκρατία και με όργανο την πατερναλιστική ηθικολογία ολισθαίνει σε αντιδημοκρατικές πρακτικές, με αποτέλεσμα κλιμακούμενες βίαιες αντιδράσεις.
Τα παλαιού τύπου πολυσυλλεκτικά κόμματα εξομαλύνουν τις καταστάσεις αυτές. Επειδή στεγάζουν και τις δύο τάσεις, οι διαμάχες εκτυλίσσονται στο εσωτερικό τους. Το ένστικτο της κομματικής αυτοσυντήρησης επιβάλλει την συνδιαλλαγή. Η εναλλαγή στην εξουσία εκτονώνει τις εντάσεις, οξυγονώνει το σύστημα. Οι προκύπτουσες πολιτικές είναι συχνά αντιφατικές, ασαφείς και απογοητευτικές.
Αποτρέπονται, όμως, οι διχασμοί. Σήμερα, τα κόμματα αυτά βάλλονται αμφιπλεύρως. Κατηγορούνται ως συμβιβασμένα από τους αυτόκλητους υπερασπιστές των λαϊκών συμφερόντων, αμφισβητούνται ως ξεπερασμένα και αναποτελεσματικά από τους ιδεολόγους της οικουμενικής ελίτ. Οι εκατέρωθεν ακραίοι απαιτούν την εξαφάνισή τους.
Η επιδιωκόμενη ανάδυση ενός τεχνοκρατικού ελιτίστικου πόλου, με στοιχεία από όλους τους κομματικούς σχηματισμούς, θα προκαλέσει συμμετρική αντισυσπείρωση, με σημαίες το έθνος, την παράδοση και τη προστασία των λαϊκών συμφερόντων. Θα χαθούν έτσι όλοι οι σύνδεσμοι ανάμεσα στις διάφορες συνιστώσες της εθνικής ζωής. Οι αντιπαραθέσεις θα οξύνονται συνεχώς. Η αμοιβαία δαιμονοποίηση ενδέχεται να προσλάβει δραματικές μορφές, όπως παλαιότερα μεταξύ βασιλικών και βενιζελικών, κομμουνιστών και εθνικοφρόνων.
Τα δυτικά κράτη κινδυνεύουν να αντιμετωπίσουν διαδικασίες ανάλογες, mutatis mutandis, με τους μηχανισμούς οι οποίοι διέλυσαν τις αυτοκρατορίες κατά τον 19ο και τον 20ο αιώνα. Τότε πολώθηκαν όλες οι αντιθέσεις γύρω από την εθνοτική λογική, με αποτέλεσμα οι κοινωνίες να βυθιστούν στην βία. Τώρα διαγράφεται η προοπτική να χωριστούν οι κοινωνίες σε δύο αλληλομισούμενα στρατόπεδα.
Σε πρώτη φάση, το οικουμενικό στρατόπεδο διαθέτει αναμφίβολη υπεροχή, καθώς ελέγχει τον λόγο και, επομένως, διαμορφώνει αντιλήψεις και συμπεριφορές. Όμως, όπως και στην οικονομία έτσι και στην πολιτική, τα fundamentals λειτουργούν καταλυτικά: πρόκειται για την πληθυσμιακή μάζα και την βία. Η οικουμενική ελίτ κινδυνεύει τελικά να εξοντωθεί ή να εξοριστεί, όπως έγινε στην ναζιστική Γερμανία, στην κεμαλική Τουρκία, στο ισλαμιστικό Ιράν, στην νασερική Αίγυπτο.
Ταυτόχρονα, χωρίς την τεχνογνωσία και την διεθνή της διαδικτύωση, θα επέλθουν οικονομική συρρίκνωση, δικτατορίες, ενδεχομένως και πόλεμοι. Πρόκειται για νέες απειλές, που εγείρουν ανησυχίες σε πολλές δυτικές χώρες.
Σύμφωνα με τον Μαρκ Μαζοβερ, «κατά τα τελευταία 200 έτη η Ελλάδα στάθηκε στη πρώτη γραμμή των ευρωπαϊκών εξελίξεων». Κινδυνεύει, επομένως, να θιγεί πρώτη. Η χώρα μας κατεστράφη δύο φορές από διχασμούς. Θα χρειαστεί περισσή σύνεση για να μην τριτώσει το κακό.
*
Καθηγητής Γεωπολιτικής στο πανεπιστήμιο Πάνθεον-Σορβόννη, στο Παρίσι.
Η ΝΕΑ ΓΕΩΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ ΤΟ ΜΑΝΑΤΖΜΕΝΤ
Τα ηγετικά στελέχη των επιχειρήσεων καλούνται να κινηθούν σε ένα νέο και ολισθηρό γεωπολιτικό περιβάλλον, στο οποίο ήδη έχουν δημιουργηθεί νέα ρήγματα.
Τα δυτικά κράτη κινδυνεύουν να αντιμετωπίσουν διαδικασίες ανάλογες, mutatis mutandis, με τους μηχανισμούς οι οποίοι διέλυσαν τις αυτοκρατορίες κατά τον 19ο και τον 20ο αιώνα. Τότε πολώθηκαν όλες οι αντιθέσεις γύρω από την εθνοτική λογική, με αποτέλεσμα οι κοινωνίες να βυθιστούν στην βία. Τώρα διαγράφεται η προοπτική να χωριστούν οι κοινωνίες σε δύο αλληλομισούμενα στρατόπεδα.