του
Κώστα Χριστίδη *
Προ ημερών ο "Ευρωπαϊκός Οργανισμός Δημοσίου Δικαίου" διοργάνωσε μίαν υψηλού επιπέδου εκδήλωση, κατά την οποία πολιτικοί από τα τρία μεγαλύτερα κοινοβουλευτικά κόμματα, κορυφαίοι δικαστικοί, εν ενεργεία ή εν συντάξει, διακεκριμένοι εκπρόσωποι του νομικού κόσμου κ.α. συζήτησαν το μεγίστης σημασίας θέμα ‘’Συνταγματική Αναθεώρηση και Δικαιοσύνη’’. Ακούσθηκαν λίαν ενδιαφέρουσες απόψεις, δύο από τις οποίες επιλέγω να μεταφέρω στην συνέχεια με περιληπτικό τρόπο.
Η πρώτη αφορά στον τρόπο επιλογής της ηγεσίας των ανώτατων δικαστηρίων και έχει ως εξής: η ανάδειξη των Προέδρων του Συμβουλίου της Επικρατείας, του Αρείου Πάγου και του Ελεγκτικού Συνεδρίου αλλά και του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου να γίνεται με δημιουργία λίστας κατάλληλων υποψηφίων με απόφαση των δικαστικών αυτών σωμάτων.
Οι υποψήφιοι θα εξετάζονται από επιτροπή της Βουλής. Η τελική επιλογή θα γίνεται με μυστική ψηφοφορία των 2/3 του όλου αριθμού των βουλευτών, οριζομένων ως εκλεκτόρων με κλήρωση που θα πραγματοποιείται ελάχιστα πριν από την διεξαγωγή της μυστικής ψηφοφορίας. Το σύστημα αυτό συνδυάζει την αξιοκρατική επιλογή υποψηφίων με δημοκρατικό τρόπο ανάδειξης της τελικής ηγεσίας και είναι απαλλαγμένο, κατά το δυνατόν, από κομματικές γραμμές. Αξίζει επομένως, να μελετηθεί σοβαρά.
Η δεύτερη πρόταση αποβλέπει στην επιτάχυνση του ρυθμού απονομής της δικαιοσύνης. Παρά το γεγονός ότι η Ελλάδα διαθέτει μεγαλύτερη αναλογία μεταξύ δικαστών και συνολικού πληθυσμού σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές, είναι παγκοίνως γνωστό ότι η απονομή της δικαιοσύνης βραδύνει απελπιστικά – ίσως διότι η χώρα διαθέτει ακόμη μεγαλύτερη αναλογία μεταξύ δικηγόρων και συνολικού πληθυσμού. Μεταξύ άλλων προτάσεων που αποβλέπουν στην επιτάχυνση των διαδικασιών προτάθηκε η συμμετοχή δικηγόρων στην σύνθεση δικαστηρίων, υπό προϋποθέσεις και για ορισμένες κατηγορίες υποθέσεων. Νομίζω ότι από την υιοθέτηση της προτάσεως αυτής μπορεί να προκύψουν πολλαπλά οφέλη.
Ο τ. Πρωθυπουργός και τ. Πρόεδρος του ΣτΕ κ. Παναγιώτης Πικραμμένος, που συντόνισε την συζήτηση, προέβη σε δύο σημαντικές παρατηρήσεις: πρώτον, ότι η ποιότητα της δικαστικής λειτουργίας επηρεάζεται από την ποιότητα των δύο άλλων λειτουργιών, νομοθετικής και εκτελεστικής. Δεύτερον, τόνισε την ανάγκη οικονομικής ανεξαρτησίας των δικαστών.
Ως προς το πρώτο θέμα, κατά την γνώμη μου, η βελτίωση της ποιότητας της νομοθετικής και της εκτελεστικής εξουσίας μπορεί να συντελεσθεί με την βελτίωση του όλου θεσμικού πλαισίου και δη σε συνταγματικό επίπεδο. Το νέο πλαίσιο πρέπει:
1) Να συμβάλλει στην αποκατάσταση της πολιτικής νομιμοποίησης του συστήματος διακυβέρνησης, που σήμερα έχει κλονισθεί σοβαρότατα (αυτονόητη η αλλαγή του νόμου περί ευθύνης υπουργών, του επανακαθορισμού των περιπτώσεων ασυλίας των βουλευτών, του νόμου για την δημοκρατική λειτουργία και την χρηματοδότηση των κομμάτων, την ψήφιση νέου, σταθερότερου εκλογικού νόμου με πιθανή κατάργηση του σταυρού προτίμησης κλπ.)
2) Να εγγυάται μία πιο εύρυθμη και αποτελεσματική λειτουργία του κράτους κατά την υλοποίηση των εκάστοτε διακηρυγμένων στόχων του. Προς τον σκοπό αυτό μπορεί να συμβάλουν ρυθμίσεις που θα περιορίζουν την πολιτική αστάθεια με τον περιορισμό των δυνατοτήτων πρόωρων εκλογών για οπορτουνιστικούς λόγους, την μη διάλυση της Βουλής λόγω αδυναμίας εκλογής Προέδρου της Δημοκρατίας, την θέσπιση ανωτάτου ορίου θητειών για αιρετά αξιώματα, την εισαγωγή ασυμβίβαστου μεταξύ της υπουργικής και της βουλευτικής ιδιότητας κλπ.
3) Να διευκολύνει και, πάντως, να μην δημιουργεί προσκόμματα στην παραγωγική λειτουργία της οικονομίας. Στο σημείο αυτό είναι σκόπιμη η θέσπιση, όπως και άλλοτε έχουμε προτείνει, συνταγματικών περιορισμών δημοσιονομικής φύσεως (π.χ. κανόνας ισοσκελισμένου προϋπολογισμού, περιορισμός του φόρου εισοδήματος σε ένα ποσοστό επί του βεβαιωμένου εισοδήματος κάθε φορολογούμενου, περιορισμός των δημοσίων εσόδων αλλά και του δανεισμού του κράτους ως ποσοστό επί του ΑΕΠ, περιορισμός των κάθε κατηγορίας απασχολούμενων στον ευρύτερο δημόσιο τομέα ως ποσοστό επί του συνολικού πληθυσμού, αλλαγή της διαδικασίας σύνταξης και ελέγχου εκτέλεσης του Γενικού Προϋπολογισμού του κράτους).
Η θέσπιση δημοσιονομικών κανόνων όπως οι ανωτέρω ισοδυναμεί, κατά κάποιο τρόπο, με το οικειοθελές δέσιμο του Οδυσσέα στο κατάρτι του πλοίου του, όταν αυτό διάβαινε το στενό των Σειρήνων. Είναι, πιστεύω, αναγκαία για να αποφύγουμε στο μέλλον επανάληψη του οικονομικού εκτροχιασμού που επί σειρά ετών ταλανίζει την χώρα (και άγνωστο επί πόσον εισέτι διάστημα). Άλλωστε, η από όλους συνομολογούμενη ανάγκη της οικονομικής ανεξαρτησίας των δικαστών έχει ως προϋπόθεση την γενική οικονομική ευρωστία της χώρας. Δεν δύναται να υπάρξει σε χώρα ουσιαστικά τελούσα σε καθεστώς χρεοκοπίας.
Κατά την διάρκεια της ίδιας εκδήλωσης ετέθη ο προβληματισμός εάν, υπό τις παρούσες συνθήκες οικονομικής και γενικότερης κρίσης, είναι κατ’ αρχήν σκόπιμη η πραγματοποίηση συνταγματικής αναθεώρησης ή μήπως πρέπει αυτή να αναβληθεί για ευθετότερο χρόνο, ώστε να αποφευχθούν σφάλματα που μπορεί να προκύψουν λόγω πιέσεων περιστασιακού χαρακτήρα. Προσωπικά συντάσσομαι με την άποψη ότι η χώρα χρειάζεται άμεση επανεκκίνηση. Τούτο σημαίνει, εκτός των άλλων, και αναμόρφωση των δημόσιων θεσμών. Στον βαθμό που αυτοί είναι εμπεδωμένοι στον καταστατικό χάρτη της πολιτείας, καθίσταται αναγκαία μία άμεση συνταγματική αναθεώρηση (που, ούτως ή άλλως, θα ολοκληρωθεί από την επόμενη Βουλή).
*e-mail: [email protected]
ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΗ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ
Προσωπικά συντάσσομαι με την άποψη ότι η χώρα χρειάζεται άμεση επανεκκίνηση. Τούτο σημαίνει, εκτός των άλλων, και αναμόρφωση των δημόσιων θεσμών.
Η θέσπιση δημοσιονομικών κανόνων όπως οι ανωτέρω ισοδυναμεί, κατά κάποιο τρόπο, με το οικειοθελές δέσιμο του Οδυσσέα στο κατάρτι του πλοίου του, όταν αυτό διάβαινε το στενό των Σειρήνων. Είναι, πιστεύω, αναγκαία για να αποφύγουμε στο μέλλον επανάληψη του οικονομικού εκτροχιασμού που επί σειρά ετών ταλανίζει την χώρα (και άγνωστο επί πόσον εισέτι διάστημα).