του Ηλία Καραβόλια
Η βία της νεολαίας, αυτή η καθημερινή παράνοια με τα εγκληματικά περιστατικά ανηλίκων μαθητών, είναι δυστυχώς μια πραγματικότητα, ένα είδος πλέον «κανονικότητας» μέσα στο ευρύτερο κοινωνικό «μεταφυσικό» εργαστήριο διαμόρφωσης ταυτότητας και υποκειμενικότητας.
«Μεταφυσικό» επειδή η έκρηξη βίας των παιδιών διαμεσολαβείται από τα νευροερεθίσματα που εκπέμπουν οι «θεατρικές» επιτελέσεις των ρόλων τους μέσα στα δίκτυα και στις επικοινωνιακές πλατείες των smartphones.
Η πηγή της βίας, ανηλίκων και ενηλίκων, δεν είναι μια και μοναδική. Και φυσικά ούτε είναι απλό να αποκωδικοποιούμε την βία και την εγκληματικότητα ως το βολικό προιόν της συστημικής παθογένειας.
Διότι είναι αρκετά βολικό να φταίξουμε μόνο το μανιακό οικονομικό σύστημα, την απούσα πολιτικοποίηση και την διάχυτη αποιδεολογικοποίηση, ή να δαιμονοποιήσουμε την τεχνολογική ανάπτυξη και την εξάρτηση των μαχών από τις οθόνες των κινητών.
Ζούμε το φαινόμενο της αποϋλοποίησης της εμπειρίας και της επικοινωνίας, την κατάργηση της ενσώματης παρουσίας στα social media, σε έναν χωροχρόνο ταχύτατης σημειωτικής ανταλλαγής προσωπείων και ψευδοχαρακτήρων που δυνητικοποιεί ασυνείδητες και αρχέγονες επιθετικές ορμές σε επιθετικές συμπεριφορές (που εκδηλώνονται και στην εφηβική ηλικία).
Στα δίκτυα «το πρόσωπο αποδομείται και αναδομείται διαρκώς»(βλ. Γκόλφω Μαγγίνη, Φιλοσοφία του Ψηφιακού, εκδ. Παπαζήση) ενώ η ψηφιακή οντολογία, αυτή η νέα συνθήκη «οντοφάνειας» με τις διαδικτυακές διεπαφές, δομεί και μια συνθήκη προσαρμογής στην βιοεξουσία που εγκαθίσταται μεθοδικά μέσα στον ψυχισμό.
Η βία των νέων είναι στην πραγματικότητα ένας συνδυασμός από την νοητική υποεργολαβία της (ψευδό) αντισυστημικότητας που γεννά ο (ψευδό)εκδημοκρατισμός της πληροφορίας και των δικτύων.
Και βλέπουμε ανήλικους χωρίς να μιλάνε μεταξύ τους πρόσωπο με πρόσωπο, να συνεννοούνται και να βρίσκονται, και μετά να ξυλοκοπούν όποιον αποκλίνει από τα πρότυπα συμμόρφωσης της εικονικής τους πραγματικότητας.
Δηλαδή χωρίς να έρχονται σε επαφή μπορούν και εκβιάζουν την έκθεση του ιδιωτικού γυμνού εαυτού στα δίκτυα, και στριμώχνουν στο ψηφιακό κοινωνικό καναβάτσο τον αδύναμο ή ευάλωτο συμμαθητή τους.
Είτε μιμούμενοι το πατριαρχικό και αρρενωπό κυριαρχικό πρότυπο, στη μετανεωτερική κοινωνία των αποδομημένων θεσμών και των καταρρέοντων συμβόλων, είτε ως παθητικοί αποδέκτες της πλασματικής απόλαυσης που γεννάει η πορνογραφική ψηφιακή συνθήκη, πολλοί νέοι εκτρέπουν ακόμα και την ίδια την σεξουαλικότητα τους με μια βίαιη αποφόρτιση της libido, ασκώντας παρενόχληση κάθε είδους - στα όρια της εγκληματικότητας - στον Άλλο, στον «απροσάρμοστο».
Το bullying είναι όμως αμφίδρομο μεταξύ συστημικής κοινωνίας και ψηφιακών υπηκόων. Και επειδή οι συμβολικές και θεσμικές αυθεντίες αποδομούνται συνεχώς, οι νευρώσεις ξεχειλίζουν επικίνδυνα.
Όσο το κεφάλι μικρών και μεγάλων είναι σκυμμένο στις οθόνες και ο νους εμβυθιζεται στο συνεχώς πολλαπλασιαζόμενο βίαιο θέαμα των smartphones ( που μεταφέρουν από παντού βία) οι δυνητικές αναπαραστάσεις της επιθετικότητας εσωτερικεύονται ευκολότερα.
Όσο συνεχίζουν να παρελαύνουν στις οθόνες οι «συμβολικοί» πόλεμοι και η επικίνδυνη μιντιακή εκλογίκευση των εγκλημάτων, όσο η βία της ακρίβειας και η ανασφάλεια του μέλλοντος διαρκούν, τόσο η εγκληματικότητα θα «δραπετεύει» από τα δίκτυα στα σχολεία.
Με την δε κρατική και κεφαλαιακή βιοπολιτική καθυπόταξη στις τεχνολογικές εξουσίες να εντείνεται. Και αναφερόμαστε σε εξουσίες που συναντούν τον καταθλιπτικό μικρόκοσμο της ναρκισσιστικής επίδειξης που προσφέρουν τα social media στην εφηβεία.
Όσο το σχολείο (και η οικογένεια ) δεν εκπαιδεύει πολίτες αλλά προετοιμάζει υπηκόους -πελάτες τόσο το χέρι των νέων εύκολα θα φεύγει από την οθόνη της εκστατικής υπερεπικοινωνίας και θα ασκεί - με την βολική ελευθερία της ανεξέλεγκτης ατομικής επιλογής - βία στον συνάνθρωπο εκείνο που προσφέρεται ως προιόν διαστροφικής κυριαρχίας στον άλλο (ουσιαστικά, ως φασιστική ηδονή)…