του Νίκου Ερρ. Ιωάννου*
Με αφορμή τις πρόσφατες δηλώσεις του Προέδρου Χριστοδουλίδη περί «διαγραφής της δίκαιας λύσης» ανακάλεσα ένα κείμενο του Φεβρουαρίου του 2015 και το καταθέτω χωρίς αλλαγές.
«Λαλούσιν....»
Λαλούσιν πώς εξήχασα το τζιαί, τζιαί το χωρκόν μου
Μα γιώ, πού να τους εξηγώ
όπου δικλίσω τζιαί να δω
θωρώ το τζιαί εν ομπρός μου.
(Χρήστος Κωνσταντίνου)
Γνωριστήκαμε με τον Χρήστο στο Νοσοκομείο και κάναμε απανωτές συζητήσεις για τα κατεχόμενα πατρικά μας σπίτια, τους καημούς και τις ελπίδες μας. Μια μέρα θέλησε να μοιραστεί μαζί μου αυτό το ποίημαπου μου το υπαγόρευσε και το έβαλα πρώτη φορά στο χαρτί.
Όσο το ξαναδιάβαζα ένιωθα ρίγος για το πόσο ωραία αντηχεί η επανάληψη του τζιαί στην αρχή, αλλά και πόσο γοητευτική και από τα βάθη της των Ελλήνων Ιστορίας είναι η χρήση τριών λέξεων απανωτά για την απόδοση της οπτικής αντίληψης.
Δικλίσω: στρέψω το βλέμμα μου με ρίζα την βίγλα-παρατηρητήριο.
Δω: με διπλή έννοια ειδώ, απευθείας και οίδω αντιληφθώ.
Θωρώ: βλέπω αλλά και θεωρώ, νομίζω ότι βλέπω
Σίγουρα κουβαλούμε το χωρκό μας, φίλοι μου, αδιάκοπα. Λαλούσιν όμως, κάτι καιγια δίκαιη λύση και δεν μπορώ παρά να κάνω κάποιες σκέψεις πάνω στο θέμααυτό.
Οι έννοιες της ποινής και της επιείκειας είναι άρρηκτα συνδεδεμένες με τον θεσμό της Δικαιοσύνης.
Η πρώτη, επιβάλλεται για λόγους παραδειγματισμού, τιμωρίας της αδικοπραξίας, ανακουφίσεως των αδικηθέντων και προστασία της κοινωνίας.
Η δεύτερη επιδεικνύεται στο πλαίσιο της ανωτερότητος του ισχυρού και σαν ενθάρρυνση για δεύτερη ευκαιρία. Επισημαίνεται ότι η ακραία επιείκεια μπορεί να αρθεί μέχρι και του σημείου της αδικίας. Αφήνει ατιμώρητο το έγκλημα, ενθαρρύνει την επανάληψή του, βάζει σε μειονεκτική θέση τον νομιμόφρονα και σε τελική ανάλυση ανατρέπει τη δομή της Κοινωνίας.
Ό,τι γίνεται στις Κοινωνίες των Ανθρώπων ισχύει σε μεγέθυνση στην Κοινωνία των Εθνών.
Σε παλαιότερη εποχή εθεωρείτο απόδοση δικαιοσύνης σε περιπτώσεις βιασμού, η επιβολή χρηματικής αποζημιώσεως στην οικογένεια του θύματος ή ο εξαναγκασμός του δράστη σε αποκατάσταση της θιγείσης τιμής της κόρης με γάμο. Ενίοτε ελειτουργούσε κι ο μηχανισμός της αιματηρής εκδίκησης δια των όπλων.
Η Τουρκία εισέβαλε και κατέλαβε την μισή Κύπρο το 1974, εξετόπισε τους νόμιμους κατοίκους αναγκαστικά και με τη βία, επιπλέον δε επεδόθη συστηματικά σε εποικισμό που αποτελεί αφ’ εαυτού Έγκλημα Πολέμου. Δεν περιορίσθη σ’ αυτό αλλά συστηματικά καταστρέφει την ιστορική και Θρησκευτική Ταυτότητα των κατεχομένων πόλεων με εκσκαφές κοιμητηρίων, μετατροπή των Εκκλησιών σε στάβλους και κέντρα διασκέδασης, μετονομασία πόλεων και τοπωνυμίων κ.ο.κ.
Εδώ και δεκαετίες επεβλήθη στους θιγέντες, που συνιστούν ισχυρή πλειοψηφία και εκλέγουν τη νόμιμη Κυβέρνηση της Κυπριακής Δημοκρατίας, ο λεγόμενος διακοινοτικός διάλογος.
Στην ουσία όμως, με την υποτιθέμενη ηγεσία των επίσης υπό κατοχήν συνοίκων Τουρκοκυπρίων, υπό την μπότα των εισβολέων και με την λόγχη προτεταμένη.
Σαράντα χρόνια μετά την εισβολή, τον βιασμό και την κατοχή της μισής Κύπρου από τα βάρβαρα στίφη, είναι δυνατόν να συνομιλούμε και να περιμένουμε δίκαιη λύση;
Από το βιασμό του ’74 προέκυψε ανεπιθύμητος εγκυμοσύνη που μετά από εννέα χρόνια κυοφορίας απέδωσε την ούτω καλούμενη Τουρκοκυπριακή Δημοκρατία της Βορείου Κύπρου.
Όπως δεν είναι δυνατόν να βρεθεί δίκαιη λύση για την κοπέλα που εβιάσθη δυστυχώς δεν είναι δυνατόν να προκύψει δίκαιη λύση για την Κύπρο.
Ας είναι τουλάχιστον λειτουργική και βιώσιμη, ότι τζιαν λαλούσιν.....
Επίμετρον 2024
Αφού ήξεραν από καιρό οι Ηγέτες μας ότι δεν υπήρχε περίπτωση να γίνουν