Ο πρόεδρος του Ευρωκοινοβουλίου έφυγε πολύ προβληματισμένος από την Ελλάδα και, παρά τις επίσημες δηλώσεις του, η εντύπωσή του είναι ότι η χώρα μας έχει ήδη εισέλθει σε έναν εξαιρετικά ολισθηρό δρόμο, που μπορεί να καταλήξει στην καταστροφή της.
του
Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου
«Η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν δημιουργήθηκε για να πληρώνει προεκλογικές
εξαγγελίες»
Ο κ. Μάρτιν Σουλτς,
σοσιαλδημοκράτης πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για δεύτερη φορά, μετά
την αποτυχία του να εκλεγεί πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, είναι πολύπειρος
και διαβασμένος φιλοευρωπαίος πολιτικός, με πολύχρονη θητεία στα έδρανα του
Ευρωκοινοβουλίου.
Άνθρωπος δεμένος με το βιβλίο από τα πρώτα
του επαγγελματικά βήματα, ο κ. Μ. Σουλτς απεχθάνεται, κατά δήλωσίν του, τον
λαϊκισμό γιατί γνωρίζει πού μπορεί να καταλήξει.
Έτσι, ο πρόεδρος του
Ευρωκοινοβουλίου αναδείχθηκε στο Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα μέσα από υπεύθυνο
πολιτικό έργο και όχι ως καταληψίας σχολείων.
Η δε παρουσία του στην Ευρωβουλή
εκτιμάται από όλες τις πολιτικές ομάδες, πλην των άκρων, γιατί είναι σοβαρή και
υπεύθυνη.
Με δεδομένο, λοιπόν, το υπόβαθρό του, ο
πρόεδρος του Ευρωκοινοβουλίου έφυγε πολύ προβληματισμένος από την Ελλάδα και,
παρά τις επίσημες δηλώσεις του, η εντύπωσή του είναι ότι η χώρα μας έχει ήδη
εισέλθει σε έναν εξαιρετικά ολισθηρό δρόμο, που μπορεί να καταλήξει στην
καταστροφή της.
Εκμυστηρεύθηκε σε άμεσους και στενούς του συνεργάτες ότι ο
Έλληνας πρωθυπουργός αγνοεί τεράστιες πτυχές της ευρωπαϊκής πραγματικότητας,
δεν θέλει να τις καταλάβει και είναι αιχμάλωτος του λαϊκισμού του –με ό,τι αυτό
συνεπάγεται για τον ελληνικό λαό.
Τον κ. Μάρτιν Σουλτς ανησυχεί ιδιαιτέρως η
συγκυβέρνηση Συριζα-Ανελ, αλλά και η σύμπτωση θέσεων της σημερινής κυβερνήσεως
με την Χρυσή Αυγή σε θέματα εξωτερικής πολιτικής.
Κατά τον πρόεδρο του
Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, αυτή η σύμπτωση απόψεων δημιουργεί ένα εν δυνάμει
αντιευρωπαϊκό κλίμα στην Ελλάδα, το οποίο είναι υπονομευτικό τόσο για το ευρώ
όσο και για την ίδια την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Πέρα, όμως, από τις ανταλλαγές απόψεων που
είχε με τους συνεργάτες του, ο κ. Μ. Σουλτς, μιλώντας στο πρώτο κανάλι της
γερμανικής δημόσιας τηλεόρασης τόνισε ότι η Ελλάδα είναι υποχρεωμένη να τηρήσει
τις συμφωνίες αν θέλει να συνεχίσουν τα προγράμματα βοήθειας.
«Κάποιες
μεταρρυθμίσεις έγιναν –μειώσεις μισθών, απολύσεις δημοσίων υπαλλήλων, περικοπές
συντάξεων, ιδιωτικοποιήσεις.
Το πρόβλημα είναι ότι ο κ. Τσίπρας λέει ότι θέλει
όλα αυτά να τα πάρει πίσω. Αν το κάνει, τότε σίγουρα θα υπάρξει βαθιά
σύγκρουση.
Και γι αυτό πιστεύω ότι δεν θα το κάνει», προσέθεσε.
«Αν η ελληνική
κυβέρνηση, αντί να μιλάει για κούρεμα χρέους, προχωρήσει με την φορολόγηση των
δισεκατομμυριούχων που εν μέσω κρίσης έβγαλαν τα λεφτά τους σε φορολογικούς
παραδείσους, θα έχει όλη την Ευρώπη στο πλευρό της –και, σε κάθε περίπτωση,
εμένα.
Αν το κάνει αυτό, μπορεί να υπολογίζει στην αλληλεγγύη μας», σημείωσε.
«Αν η ελληνική κυβέρνηση πιστεύει ότι μπορεί
να πραγματοποιήσει τις υποσχέσεις της και να τις χρηματοδοτήσει μέσω των
παροχών αλληλεγγύης που δίδονται από τα προγράμματα βοήθειας, ότι κάποια μέτρα
που υλοποιήθηκαν θα ακυρωθούν –με άλλα λόγια, ότι οι Ευρωπαίοι θα
χρηματοδοτήσουν τις προεκλογικές υποσχέσεις, αυτό δεν θα γίνει», συνέχισε ο
πρόεδρος του Ευρωκοινοβουλίου και κάλεσε την κυβέρνηση να κάνει την διάκριση
μεταξύ αυτού που υπόσχεται κανείς σε έναν προεκλογικό αγώνα και αυτού που
μπορεί να καταφέρει στο διεθνές επίπεδο.
Στενός συνεργάτης του κ. Μάρτιν Σουλτς μάς
υπογράμμισε συμπληρωματικά ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο μπορεί να στηρίξει μία
ελληνική προσπάθεια για επιμήκυνση του ελληνικού χρέους με πολύ χαμηλό
επιτόκιο, στο μέτρο όμως που η Ελλάδα θα τηρεί την απαιτούμενη δημοσιονομική
πειθαρχία και θα στηρίζει ουσιαστικές αναπτυξιακές πρωτοβουλίες.
«Ο πρόεδρος
γνωρίζει πολύ καλά ότι η χώρα σας έχει σοβαρό παραγωγικό πρόβλημα και είναι
πρόθυμος να συμβάλει στην παραγωγική αναδιάρθρωση, αλλά υπό τον όρο του
σεβασμού συμφωνιών που έχουν υπογραφεί επισήμως».
Από την άλλη πλευρά, ο πρόεδρος του
Ευρωκοινοβουλίου απορρίπτει το ενδεχόμενο διεθνούς διασκέψεως για το χρέος και
τονίζει ότι τα χρέη αντιμετωπίζονται με ανάπτυξη και παραγωγικές επενδύσεις και
όχι με φιλολογικές συζητήσεις.
«Σε κάθε περίπτωση, μπορεί να γίνει συζήτηση για
το ελληνικό χρέος μόνον στο μέτρο που η Ελλάδα τηρεί τις υποσχέσεις της»,
προσθέτει.
Όπως πληροφορηθήκαμε, ο Γερμανός πολιτικός
θεωρεί ότι το χρέος της χώρας μας είναι «κακό», δηλαδή προκύπτει από ασύδοτες
κρατικές καταναλωτικές δαπάνες αισθητά υψηλότερες από τις παραγωγικές
δυνατότητες της χώρας.
Ένα «κακό» χρέος, λοιπόν, το οποίο σήμερα καλύπτεται από
τους Ευρωπαίους πολίτες, δύσκολα μπορεί να κουρευτεί χωρίς να προκληθούν θυελλώδεις
αντιδράσεις από τους λαούς της Ευρώπης –από φορολογούμενους άλλων χωρών,
δηλαδή, μεταξύ των οποίων και φτωχότερων χωρών από την δική μας.
Αναφορικά με το θέμα των κυρώσεων της
Ευρωπαϊκής Ενώσεως προς την Ρωσία, ο κ. Μ. Σουλτς επισημαίνει ότι ο Έλληνας
υπουργός Εξωτερικών συμφώνησε, για να προσθέσει: «Η κυβέρνηση στην Αθήνα πρέπει
να κατάλαβε ότι με αυτού του είδους τις πολιτικές δεν θα μπορέσει να
προχωρήσει.
Ναι, έχουμε λάβει υπ’ όψιν μας ότι η Ελλάδα είχε εκλογές, ότι
εξέλεξε καινούργια κυβέρνηση –αυτό συμβαίνει συχνά– και ότι μια νέα κυβέρνηση
έχει νέες ιδέες.
Αλλά δεν μπορεί κανείς να τις υλοποιήσει με τρόπο που να
πιστεύει ότι η Ένωση είναι μία διευρυμένη Ελλάδα και ότι αυτό που αποφάσισε η
Αθήνα θα υλοποιηθεί γρήγορα, έτσι απλά.
Αυτό γίνεται μόνον μέσω συμβιβασμών και
αυτοί είναι μερικές φορές δύσκολοι και δεν μπορείς να τους πετύχεις εμμένοντας
στην στάση ότι “εμείς το αποφασίσαμε εδώ και εσείς τώρα παρακαλώ υλοποιήστε το”.
Και μετά από δύο ώρες είχα την εντύπωση ότι σε αυτό σημειώσαμε κάποια πρόοδο».
Απαντώντας σε ερώτηση σχετικώς με το εάν η
Ελλάδα έχει πράγματι αλλάξει θέση στο ζήτημα ή το χρησιμοποιεί ως
διαπραγματευτικό μοχλό, ο κ. Μάρτιν Σουλτς θεωρεί ότι κάτι τέτοιο σίγουρα
ισχύει και τονίζει:
«Αυτό, όμως, που θεωρώ ακόμη χειρότερο είναι ότι και στον
Συριζα υπάρχουν άνθρωποι, πιστεύω όχι ο ίδιος ο κ. Τσίπρας, αλλά ακόμη
χειρότερα στον εταίρο του, τους Ανελ –οι οποίοι είναι στο “τριπάκι” ότι το “ορθόδοξο”,
το ρωσικό, αυτό το μοντέλο της “κατευθυνόμενης” δημοκρατίας που είναι αντίθετο
με το δικό μας κοινωνικό μοντέλο, είναι καλύτερο.
Σε αυτούς πρέπει να ειπωθεί
ξεκάθαρα, και το είπα: όχι σε εμάς.
Η δημοκρατία που έχουμε στην Ευρώπη είναι
τεράστιο επίτευγμα και δεν το διακυβεύουμε. Αντιθέτως, πιστεύω ότι το μοντέλο
Πούτιν είναι οπισθοδρομικό, δεν μάς ταιριάζει και σίγουρα αυτό ισχύει και για
την Ελλάδα».
Μία Ελλάδα που, πολιτικά, ήδη βρίσκεται στο
περιθώριο, προσθέτουμε εμείς, και η οποία, παρά τις έμμεσες εξυπηρετήσεις της
προς τον αγγλοσαξωνικό άξονα, δεν νομίζουμε ότι έχει τίποτε να επωφεληθεί.
Η
χώρα έχει ανάγκη από γενναίες θεσμικές μεταρρυθμίσεις, οι οποίες θα την φέρουν
πιο κοντά στο κοινοτικό κεκτημένο και στον διεθνή ανταγωνισμό.
Αν αυτό συμβεί,
το χρέος της αφ’ εαυτό θα αρχίσει να υποχωρεί προς όφελος της ευημερίας.