Αυξάνονται οι φωνές που υποστηρίζουν ότι, με την Ελλάδα στους κόλπους της, η ευρωζώνη θα παραμένει ευάλωτη και αναπτυξιακά αποδυναμωμένη.
«Εάν θέλουμε να ευδοκιμήσει η ευρωζώνη τις επόμενες δεκαετίες, πρέπει να απομακρυνθεί η ελληνική απειλή –όχι επειδή επιμένουν οι Γερμανοί, αλλά με την αλληλεγγύη και την αποφασιστικότητα των υπολοίπων μελών»
του
Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου
«Η Ελλάδα είναι πλέον
για την Ευρώπη, αλλά κυρίως για την ευρωζώνη, αντιαναπτυξιακό εμπόδιο και η
λογική λέει ότι θα πρέπει να παρακαμφθεί, για να μπορέσουν τα θεσμικά όργανα να
κάνουν πιο άνετα και αποτελεσματικά την δουλειά τους. Αν αυτό δεν συμβεί, τότε
ο ελληνικός ιός θα προκαλεί συνεχώς προβλήματα στην ευρωζώνη και θα τα
μεταφέρει και σε άλλες χώρες. Πριν η κατάσταση γίνει αφόρητη, η Ευρώπη θα
πρέπει να λάβει μέτρα με οικονομικά και όχι πολιτικά κριτήρια». Αυτά μάς
υπογραμμίζει ο Γάλλος καθηγητής Ευρωπαϊκών Υποθέσεων Τιερύ Φαλισάρ, που
πιστεύει ότι το εγχείρημα του ευρώ βρίσκεται σήμερα σε φάση λήψης καθοριστικών
για το μέλλον του αποφάσεων.
Από την πλευρά του, ο Ολλανδός πρώην
Επίτροπος Φ. Μπολκστάϊν εκτιμά ότι έφθασε η ώρα να πληρώσει η ευρωζώνη το τίμημα
της ελληνικής εντάξεως στους κόλπους της, όταν το εγχείρημα αυτό ήταν από την
αρχή καταδικασμένο. «Όλοι γνώριζαν ότι η εκπλήρωση των κριτηρίων δεν ήταν
επαρκής προϋπόθεση για την δρομολόγηση διαρθρωτικών αλλαγών στην ελληνική
οικονομία, ώστε να ενισχυθεί η ανταγωνιστικότητά της και να αντιμετωπισθούν οι
παθογένειες του δημόσιου τομέα της και του πολιτικού της συστήματος σε σχέση με
τα δημόσια οικονομικά. Αντίθετα, η νομισματική πολιτική της ευρωζώνης υπήρξε
υπερβολικά “απλόχερη” για τα δεδομένα της ελληνικής οικονομίας και ιδού τα
αποτελέσματα», τονίζει.
Με την τοποθέτηση αυτή δείχνει να συμφωνεί
και ο πρώην πρόεδρος της Γαλλικής Δημοκρατίας Βαλερύ Ζισκάρ ντ’ Εσταίν, που
πρόσφατα πρότεινε την έξοδο της Ελλάδας από την ευρωζώνη έως ότου η χώρα μας
πραγματοποιήσει τις απαιτούμενες διαρθρωτικές αλλαγές για την επανείσοδό της.
Το ενδεχόμενο αυτό, σύμφωνα με πληροφορίες
μας, εξετάζουν σήμερα και σύμβουλοι του Eurogroup οι οποίοι, μελετώντας την πορεία της
ελληνικής οικονομίας από το 1996 έως σήμερα, καταλήγουν στο βάσιμο συμπέρασμα
ότι οι διαδοχικές κυβερνήσεις δεν έκαναν σχεδόν τίποτα από πλευράς διαρθρωτικών
προσαρμογών. Κατά την εκτίμησή τους, η Ένωση έδειξε μεγάλη ανεκτικότητα
απέναντι στις ελληνικές αποκλίσεις από τους κοινοτικούς κανόνες και έβλεπε
αδιάφορα τις ελληνικές κυβερνήσεις να εφαρμόζουν αναπτυξιακές πολιτικές
οικονομικής και κοινωνικής συνοχής δίνοντας έμφαση μόνον στην ανάπτυξη των
υποδομών, οι οποίες σε μεγάλο βαθμό αποτελούν στοιχείο του πελατειακού
πολιτικού συστήματος. Έμειναν έτσι άθικτες οι παθογένειες της ελληνικής
οικονομίας και τα αποτελέσματα είναι πλέον γνωστά.
Η κατάσταση αυτή αποτελεί σήμερα ωρολογιακή
βόμβα, υποστηρίζουν σοβαροί κοινοτικοί παράγοντες. Προσθέτουν δε ότι, αν δεν
ληφθούν ριζικές αποφάσεις, απειλείται με εκτροχιασμό ολόκληρο το τραίνο.
«Η ελληνική πλευρά, που παίζει εκβιαστικά
παιχνίδια, δεν καταλαβαίνει ότι οι εκβιασμοί δεν έχουν πέραση, γιατί η
οικονομία της ευρωζώνης, με εξαίρεση την καταδικασμένη Ελλάδα, ανακάμπτει»,
λέει ο σύμβουλος επιχειρήσεων Ζιλ Ντιτέρτ.
Την ίδια στιγμή, όπως επισημαίνει η πρώην
σύμβουλος της Τράπεζας της Αγγλίας De Anne Julius, οι κυβερνήσεις
της ευρωζώνης και οι τράπεζες είναι καλύτερα προετοιμασμένες για έξοδο της
Ελλάδας από το ενιαίο ευρωπαϊκό νόμισμα. Ειδικότερα, η κυρία Julius –που σήμερα είναι πρόεδρος του συμβουλίου
στο University College London– τονίζει ότι οι τράπεζες έχουν καλύτερη
κεφαλαιοποίηση και το ελληνικό χρέος αντιστοιχεί πλέον σε μικρότερα ποσοστά των
αποθεμάτων τους σε σχέση με ό,τι ίσχυε προ διετίας.
«Αυτή η ελληνική τραγωδία δεν θα έχει
ευτυχές τέλος για κανέναν από τους πρωταγωνιστές. Εάν το παρελθόν αποτελεί
οδηγό, οι διαπραγματεύσεις θα συνεχιστούν μέχρι την τελευταία στιγμή και οι
συμβιβασμοί από την ελληνική πλευρά μπορεί να δώσουν την δυνατότητα στους
πιστωτές της ευρωζώνης για μία ακόμη μεσοβέζικη λύση. Και αν γίνει έτσι, τότε
αυτή δεν θα είναι η τελευταία πράξη του δράματος. Έχουν πλέον αποκαλυφθεί οι
θεμελιώδεις αδυναμίες που δημιουργούνται από την επιβολή ενός ενιαίου
νομίσματος σε τόσο διαφορετικές κοινωνίες, χωρίς κεντρικούς μηχανισμούς για να
επιβάλουν περιορισμούς στα ελλείμματα των προϋπολογισμών ή για να πυροδοτήσουν
μεγάλες διακρατικές επιδοτήσεις. Εάν θέλουμε να ευδοκιμήσει η ευρωζώνη τις επόμενες
δεκαετίες, πρέπει να απομακρυνθεί η ελληνική απειλή –όχι επειδή επιμένουν οι
Γερμανοί, αλλά με την αλληλεγγύη και την αποφασιστικότητα των υπολοίπων μελών»,
καταλήγει η κυρία Julius.
Και, όπως αντιλαμβάνεται κανείς, τα λόγια
της δεν απευθύνονται σε κωφούς.