Αρκετοί Ευρωπαίοι πολιτικοί άσκησαν κριτική στον τρόπο με τον οποίο η Τουρκία διαχειρίστηκε τις επιχειρήσεις ασφάλειας μετά το πραξικόπημα, ενώ η τουρκική κυβέρνηση αυξάνει τους τόνους απέναντι στην έλλειψη συμπαράστασης από την πλευρά της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Επομένως τι μπορεί να γίνει, πέρα από λόγια;
Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει στη διάθεσή της έναν αποτελεσματικό «αλγόριθμο», ήπιας ισχύος, ο οποίος όμως έχει αποδείξει την αποτελεσματικότητα του στο παρελθόν: τα προαπαιτούμενα για την ένταξη στους κόλπους της, ειδικά εκείνα που υποστήριζουν και εδραιώνουν τη δημοκρατία: τα θεμελιώδη δικαιώματα, δικαιοσύνη και ελευθερίες (23 & 24).
Ήδη μια δεκαετία νωρίτερα, ο πρώην Ευρωπαίος Επίτροπος Olli Rehn προειδοποιούσε: «Πρέπει να εφαρμόσουμε αυστηρές προϋποθέσεις. Η εμπειρία δείχνει ότι όσο καλύτερα είναι προετοιμασμένο ένα νέο κράτος μέλος, τόσο ομαλότερα λειτουργεί η ΕΕ μετά τη διεύρυνση. Τα δύσκολα θέματα, όπως η μεταρρύθμιση στη Δικαιοσύνη και η μάχη κατά της διαφθοράς, θα πρέπει να τίθενται στο αρχικό στάδιο των διαπραγματεύσεων» (Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, 13 Δεκεμβρίου 2006).
Το άνοιγμα αυτών των κεφαλαίων δεν αποτελούν δώρο που χαρίζεται σε κάποιον. Τα κεφάλαια διαπραγμάτευσης είναι εργαλεία δράσης που στοχεύουν να παρακολουθούν την νομοθετική και πολιτική μεταρρύθμιση της εκάστοτε χώρας που βρίσκεται υπό ένταξη, σε σύγκλιση με τις ευρωπαϊκές αξίες, τα ευρωπαϊκά πρότυπα και συμφέροντα.
Η ενεργοποίηση των κεφαλαίων 23 και 24 θα αποκαλύψει μια ΕΕ η οποία πέρα από τις προφορικές δηλώσεις ενεργεί συνεκτικά και με συνέπεια. Το βέτο που θέτει η Κύπρος σε αυτά τα κεφάλαια βλάπτει την ασφάλεια και τα οικονομικά συμφέροντα Κυπρίων, Τούρκων και Ευρωπαίων πολιτών.
Την ώρα που η Κύπρος καλείται να δράσει λογικά, άλλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες ίσως ήδη επανα-επιβεβαιώνουν την πρόταση τους για άνοιγμα των κεφαλαίων. Αυτό θα προσέφερε στην ΕΕ και την Τουρκία έναν θεσμικό δίαυλο ώστε να συζητήσουν συστηματικά, πειθαρχημένα και με διαφάνεια, με τεχνικά δεδομένα και απτά αποτελέσματα. Η μπλοκαρισμένη ευρωπαϊκή διαδικασία αποτελεί μέρος του προβλήματος. Καμία λύση δεν πρόκειται να βρεθεί πάνω στα πραγματικά προβλήματα των ευρωτουρκικών σχέσεων αν δεν αλλάξει πρωτίστως η πολιτική που τα δημιούργησε.
Το επίτευγμα της Τελωνειακής Ένωσης, βρίσκεται επίσης στην «εργαλειοθήκη» της ΕΕ. Όντας μέλος της τελωνειακής ένωσης με την ΕΕ σε βιομηχανικά αγαθά, η Τουρκία έχει ήδη εκπληρώσει περισσότερες από τις μισές οδηγίες που αφορούν την Ενιαία Αγορά.
Το επόμενο βήμα αφορά την επέκταση στους τομείς των υπηρεσιών, της γεωργίας, των δημοσίων συμβάσεων, καθώς και στον καθορισμό μηχανισμού επίλυσης διαφορών. Αυτό θα ενίσχυε την ανταγωνιστικότητα της Ευρώπης διεθνώς, καθώς και την τροχιά της Τουρκίας στην ευρωπαϊκή οικονομική και ρυθμιστική σφαίρα.
Μια πολιτική θετικής επαναπροσέγγισης της Τουρκίας θα μπορούσε επίσης να προωθήσει μια ιστορική συμφωνία ειρήνης στην Κύπρο. Οι συνομιλίες που διεξήχθησαν ύστερα από πρόσκληση του ΟΗΕ με στόχο την επανένωση του νησιού υπό μια ομοσπονδιακή σκέπη είναι πολλά υποσχόμενες. Ως μια ενωμένη ευρωπαϊκή δημοκρατία, την οποία μοιράζονται δύο κοινότητες με διαφορετικό εθνικό και θρησκευτικό υπόβαθρο, η νέα Κύπρος θα αποτελούσε ένα ευεργετικό success-story, το οποίο ο δημοκρατικός κόσμος έχει ανάγκη αυτή τη στιγμή.
Πρόκειται για γεγονός ορόσημο, το οποίο αν συνέβαινε, θα ενίσχυε τόσο την ευρωπαϊκή ήπια ισχύ και τις ευρωπαϊκές αξίες, όσο και την επανεκκίνηση της διαδικασίας ενσωμάτωσης της Τουρκίας. Οι ηγέτες της Κύπρου, της Τουρκίας, της Ελλάδας και των Ηνωμένων Εθνών που θα συνέβαλλαν σε αυτή την προσπάθεια θα άξιζαν πραγματικά το βραβείο Νόμπελ Ειρήνης.
Στην πραγματικότητα, το κόστος του αποκλεισμού της Τουρκίας από την ευρωπαϊκή ενσωμάτωση είναι πολύ υψηλό τόσο για τους Τούρκους όσο και για τους Ευρωπαίους πολίτες. Αν η διαδικασία σύνδεσης της Τουρκίας είχε καλύτερη εξέλιξη από το 2005 που ξεκίνησαν οι διαπραγματεύσεις, -σε θέματα όπως η εξωτερική πολιτική, το κράτος δικαίου, η προσφυγική πολιτική, η οικονομική ανάπτυξη ή η ενεργειακή πολιτική- το σημερινό τοπίο θα ήταν πολύ διαφορετικό.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση θα ήταν μια αποτελεσματικότερη παγκόσμια δύναμη και η Τουρκία μια ισχυρότερη ευρωπαϊκή δημοκρατία παρουσιάζοντας μεγαλύτερη σύγκλιση προς τις ευρωπαϊκές αξίες. Τα αποτελέσματα της αποτυχημένης ευρωπαϊκής πολιτικής στο ζήτημα της Τουρκίας είναι ξεκάθαρα.
Εντωμεταξύ, το ζήτημα του Brexit πυροδότησε μια σειρά εξελίξεων προς την κατεύθυνση μιας Ένωσης που χαρακτηρίζεται από μια διαφοροποιημένη διαδικασία ολοκλήρωσης και από διαφορετικούς κύκλους σύνδεσης των μελών με αυτή: μια πιο διευρυμένη Ευρώπη και ένας πιο ομοσπονδοποιημένος πυρήνας Ευρωζώνης. Η διεύρυνση θα μπορούσε επίσης να αποτελέσει ευκολότερα θέμα δημόσιας συζήτησης για την εκάστοτε εθνική πολιτική σκηνή, τονίζοντας παράλληλα ότι ο ευρωπαϊκός πυρήνας δεν επηρεάζεται από αυτή την εξέλιξη.
Έτσι, όταν η Τουρκία εκπληρώσει τα κριτήρια για την ένταξη σε μια πιο διευρυμένη Ευρώπη, αυτό θα αποτελέσει την μεγέθυνση της Ευρώπης σε επίπεδο δημοκρατίας, δικαίου, οικονομίας, ενέργειας και ασφάλειας. Αυτή η προοπτική κάνει την ευρωπαϊκή ενσωμάτωση της Τουρκίας πιθανή ξανά. Και επίσης, η ΕΕ μπορεί ξανά να δοκιμάσει την προσαρμοστική της δύναμη στο θέμα της Τουρκίας. Αυτή η θετική επιρροή είναι ακόμη μια πολιτική που δοκιμάστηκε επιτυχώς από τα μέσα της δεκαετίας του ’90 μέχρι τα μέσα της δεκαετίας ’00.
Παρόλα αυτά, η Ευρώπη αυτή τη στιγμή υπονομεύει το μέλλον της εξαιτίας θολού οράματος, αδύναμης δημιουργικότητας και απροθυμίας για δράση. Το πρόβλημα αφορά όλες τις Ευρωπαϊκές χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Τουρκίας. Δεν πρόκειται μόνο για την Τουρκία και τις προκλήσεις της τρομοκρατίας, το κράτος δικαίου και το προσφυγικό, αλλά πρόκειται επίσης και για τις τεράστιες ευκαιρίες που απορρέουν από ριζικές κοινωνικές αλλαγές: η ψηφιακή οικονομία, η πράσινη ενέργεια, οι «έξυπνες πόλεις» και άλλες.
Όλες αυτές οι αλλαγές απαιτούν εξυπνότερη και αποτελεσματικότερη εφαρμογή της δημοκρατίας και μια πιο αποτελεσματική Ευρώπη.
* Ο Bahadir Kaleagasi είναι Διεθνής Συντονιστής και ευρωπαϊκός Εκπρόσωπος της TUSIAD Τουρκικού Συνδέσμου για τη Βιομηχανία & Επιχειρηματικότητα, καθώς και πρόεδρος του Paris Bosphorus Institute