Για να υπογραμμίσει τη δήλωσή της, υποσχέθηκε την κατάρτιση ενός νέου σχεδίου νόμου για την κατάργηση της πράξης των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων του 1972 από το ισχύον δίκαιο και την κατοχύρωση της παρούσας ευρωπαϊκής νομοθεσίας στο βρετανικό δίκαιο.
Το νομοσχέδιο θα επιτρέπει στο Βρετανικό Κοινοβούλιο να αναθεωρήσει και να ακυρώσει οποιαδήποτε ανεπιθύμητη νομοθεσία και επίσης θα θέσει τέλος στη δικαιοδοσία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου στην επικράτεια του Ηνωμένου Βασιλείου. Όμως η Μέι πρόσθεσε: «Τα ισχύοντα εργατικά δικαιώματα θα συνεχίσουν να εξασφαλίζονται από το νόμο και θα είναι εγγυημένα για όσο διάστημα διατελώ Πρωθυπουργός».
Εκ των έσω, ο λόγος της Μέι ερμηνεύεται ως σημάδι ότι η αποχώρηση της Βρετανίας δεν θα είναι ομαλή και ότι το Brexit θα είναι σκληρό. Φαίνεται να έχει ταχθεί με το μέρος των σκληροπυρηνικών Boris Johnson, David Davis και Liam Fox και να αφήνει στην άκρη για παράδειγμα τον Υπουργό Οικονομικών Philip Hammond.
H έναρξη των ομιλιών, μετά την ενεργοποίηση του άρθρου 50 τον Μάρτιο, θα πραγματοποιηθεί ακριβώς στο μεσοδιάστημα της Γερμανικής και της Γαλλικής προεκλογικής περιόδου, γεγονός που επίσης προμηνύει ότι το Brexit θα είναι σκληρό. Από την άλλη πλευρά, προβλέπεται μια περίοδος διάρκειας δύο ετών για τις διαπραγματεύσεις.
Η επιλεγμένη ημερομηνία για την έναρξη των διαπραγματεύσεων αποτελεί μια εσωτερική πολιτική επιλογή για το Ηνωμένο Βασίλειο. Οι επόμενες εκλογές στη Μεγάλη Βρετανία έχουν προγραμματιστεί για το 2020. Αυτό δίνει το χρονικό πλεονέκτημα στην πρωθυπουργό Τερέζα Μέι να προωθήσει βαθύτερα τη συμφωνία τόσο στο κόμμα της όσο και στους βρετανούς ψηφοφόρους.