Πραγματικό και σοβαρότατο πρόβλημα της χώρας είναι η έλλειψη «ενεργού προσφοράς» και όχι τα δανεικά για κατανάλωση
Η Ελλάδα δεν παράγει διότι, υπό τις παρούσες συνθήκες, απλά δεν μπορεί. Η αδυναμία της προκύπτει από το γεγονός ότι η παραγωγή της γίνεται όλο και λιγότερο διεθνώς ανταγωνιστική. Το πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας, συνεπώς, δεν είναι η «ενεργός ζήτηση» αλλά η «ενεργός προσφορά». Πλανώνται δε πλάνην οικτράν όσοι νομίζουν ότι το σοβαρό αυτό πρόβλημα μπορεί να βρει την λύση του μέσω της τουριστικής ανάπτυξης. Μόνον αν η Ελλάδα αποκτήσει διεθνώς εμπορεύσιμα προϊόντα θα δει άσπρη μέρα.
του
Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου
Ο κ. Πιερ Μοσκοβισί, Επίτροπος Οικονομικών Υποθέσεων, τόσο σε βιβλίο του όσο και με δημόσιες δηλώσεις του δεν έχει κρύψει ποτέ ούτε την αριστερή του ένταξη, ούτε την εκτίμησή του για τον Αλέξη Τσίπρα, αλλά ούτε και τις προβλέψεις του για ένα ευοίωνο μέλλον του τελευταίου στους κόλπους μίας νέας ευρωπαϊκής αριστεράς. Όλα αυτά είναι χιλιοειπωμένα και γραμμένα στο τελευταίο βιβλίο του Γάλλου Επιτρόπου.
Κατά συνέπεια, οι επιπλήξεις και τα ξόρκια προς την κατεύθυνση του Επιτρόπου είναι πολύ καθυστερημένα και αμφιβάλλουμε αν εξυπηρετούν την χώρα, αλλά και αυτούς που τα εκτοξεύουν. Διατηρούμε, επίσης, μύριες όσες αμφιβολίες για το κατά πόσον η αξιωματική αντιπολίτευση έχει συνειδητοποιήσει σε βάθος τα τρία τελευταία χρόνια ποια είναι τα πραγματικά προβλήματα της χώρας και σε ποιον βαθμό έχει εκπονήσει κάποιες λύσεις γι’ αυτά.
Τους Έλληνες που φεύγουν, τις επιχειρήσεις που μετακομίζουν, τους αποταμιευτές που δεν ελέγχουν την αποταμίευσή τους και τους επενδυτές που κάτι θέλουν να δημιουργήσουν, ποσώς τούς ενδιαφέρει αν η Ελλάδα τελεί υπό τέταρτο ή πέμπτο μνημόνιο. Αυτό που τούς «καίει» είναι με ποια παραγωγή πλούτου η χώρα θα πληρώνει χρέη και θα προσφέρει μια κάποια ευμάρεια στους πολίτες της. Στον άνεργο επιστήμονα δεν τού καίγεται καρφί με ποιο επιτόκιο θα δανείζεται η Ελλάδα για να συντηρεί τον στρατό κατοχής του Δημοσίου. Τον ενδιαφέρει άμεσα αν στην χώρα οι επιχειρήσεις ωθούνται να επενδύουν σε έρευνα και ανάπτυξη για να έχει αυτός απασχόληση αντάξια του σπουδών και των κόπων του.
Με απλά λόγια, κάποια εκατομμύρια Νεοέλληνες θα ήθελαν να μάθουν αν η αξιωματική αντιπολίτευση έχει κάποιο παραγωγικό πρότυπο στα σχέδιά της και ποιο είναι αυτό. Όλα τα υπόλοιπα ακούγονται βερεσέ.
Αυτό προκύπτει και από τις δημοσκοπήσεις. Η ΝΔ με συσπείρωση 90% έχει κολλήσει στο 36%-37%, ποσοστό που δεν τής εξασφαλίζει αυτοδυναμία. Από την πλευρά του ο Σύριζα, με συσπείρωση 53%, βρίσκεται σταθερά σε ποσοστό 20%-23%, το οποίο τού επιτρέπει να ελπίζει.
Στο πλαίσιο αυτό, όσο και αν φαίνεται παράξενο σε κάποιους, ένα μέρος της κοινής γνώμης θα πάρει πολιτικές αποφάσεις με κριτήριο τις πιθανές παραγωγικές προτάσεις των δύο πολιτικών σχηματισμών που διεκδικούν την εξουσία. Το θέμα της ανάπτυξης της οικονομίας και του ρυθμού της θα είναι συνεπώς ένα από τα διακυβεύματα της προσεχούς εκλογικής αναμέτρησης. Πλην όμως, κάποιοι αγρόν αγοράζουν. Τούς είναι δύσκολο να καταλάβουν γιατί χρεοκόπησε η χώρα και για ποιους λόγους θα παραμείνει χρεοκοπημένη αν δεν αλλάξουν κάποια πράγματα στο επίπεδο της παραγωγής –όχι από την πλευρά της «ενεργού ζήτησης», αλλά από αυτήν της «ενεργού προσφοράς».
Με αφετηρία τα πραγματικά αίτια της χρεοκοπίας της χώρας, το πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας δεν έγκειται στο ότι πάσχει από έλλειψη ζήτησης που θα «κεντρίσει» την παραγωγή, αλλά στο αντίθετο. Δηλαδή, στο ότι αδυνατεί να καλύψει την εγχώρια ζήτηση με δική της παραγωγή. Για τον λόγο αυτόν, καθ’ όλη την διάρκεια της κάμψης του εισοδήματος από το 2009 έως σήμερα, οι εισαγωγές της χώρας παρέμεναν ανελαστικά υψηλές και το ισοζύγιο των αγαθών ισοσκελίσθηκε μόνον μετά την επιβολή των κεφαλαιακών περιορισμών (δηλαδή, μόνον μετά την ουσιαστική απαγόρευση των εισαγωγών).
Για τον λόγο αυτόν, επίσης, οι ελληνικές παραγωγικές επιχειρήσεις μετακινούνται (λ.χ. στην Βουλγαρία). Δεν είναι η ασθενής ζήτηση που τούς δημιουργεί πρόβλημα, διότι, έστω και αυτή την ασθενή –ας δεχθούμε– ζήτηση που υφίσταται στην Ελλάδα δεν μπορούν να την καλύψουν οι ίδιες, αλλά μέσω των εισαγωγών την καλύπτουν επιχειρήσεις κινεζικές, τουρκικές, ρουμανικές κ.α.
Δεν είναι επίσης ούτε το γεγονός ότι π.χ. στην Βουλγαρία υπάρχει μεγαλύτερη ζήτηση για τα προϊόντα του ελληνικού παραγωγικού τομέα που τις παρακινεί να μετεγκατασταθούν εκεί. Τέτοια ζήτηση φυσικά δεν υπάρχει αλλά, ακόμη και αν υπήρχε, εάν οι Έλληνες παραγωγοί μπορούσαν να λειτουργήσουν ανταγωνιστικά θα την κάλυπταν συνεχίζοντας να παράγουν στην Ελλάδα και απλά θα εξήγαγαν τα προϊόντας τους στην Βουλγαρία –καθώς και σε όλο τον υπόλοιπο κόσμο.
Η Ελλάδα δεν παράγει διότι, υπό τις παρούσες συνθήκες, απλά δεν μπορεί. Η αδυναμία της προκύπτει από το γεγονός ότι η παραγωγή της γίνεται όλο και λιγότερο διεθνώς ανταγωνιστική. Το πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας, συνεπώς, δεν είναι η «ενεργός ζήτηση» αλλά η «ενεργός προσφορά». Πλανώνται δε πλάνην οικτράν όσοι νομίζουν ότι το σοβαρό αυτό πρόβλημα μπορεί να βρει την λύση του μέσω της τουριστικής ανάπτυξης.
Μόνον αν η Ελλάδα αποκτήσει διεθνώς εμπορεύσιμα προϊόντα θα δει άσπρη μέρα.
Σε κάθε άλλη περίπτωση θα βρίσκεται μεταξύ παρασιτικής και δανειοδοτούμενης φθοράς και αφθαρσίας.