Το 2014 η ΔΕΗ ήταν μία κερδοφόρος επιχείρηση και αν είχε προχωρήσει η πώληση σε ιδιώτη επενδυτή του 30% των μονάδων της, όπως προέβλεπε το σχέδιο που βρισκόταν στο τραπέζι,υπό την πίεση των δανειστών για το άνοιγμα της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, σήμερα η κατάσταση θα ήταν διαφορετική.
Πώς φθάσαμε έως εδώ; Ιδεοληψίες, κομματικές γραμμές και εκλογικά συμφέροντα κυριάρχησαν στη λήψη των αποφάσεων από την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ για τη ΔΕΗ, με αποτέλεσμα η επιχείρηση να έλθει στο σημερινό αδιέξοδο. Ας μην ξεχνάμε τα πανό με τα συνθήματα «κάτω τα χέρια από τη ΔΕΗ», με τα οποία κορυφαία κομματικά στελέχη της κυβερνητικής παράταξης διατράνωναν την αντίθεσή τους στο σχέδιο πώλησης της «μικρής ΔΕΗ» το 2014.
Του
Σεραφείμ Πολίτη
Η περίπτωση της ΔΕΗ είναι ακόμη ένα κρούσμα κυβερνητικής αποτυχίας στη διαχείριση ενός πολύ κρίσιμου ζητήματος για την ελληνική οικονομία.
Το σχέδιο για την πώληση των λιγνιτικών μονάδων της σε ιδιώτες δείχνει να παραπαίει, ανοίγοντας την πόρτα στους δανειστές να ζητήσουν την πώληση ακόμη πιο νευραλγικών κομματιών της επιχείρησης σε ιδιώτες, όπως των υδροηλεκτρικών μονάδων της.
Την ίδια ώρα, οι ζημιές διογκώνονται για τη μεγαλύτερη επιχείρηση της χώρας και οι ληξιπρόθεσμες οφειλές των ιδιωτών από απλήρωτους λογαριασμούς έχουν φουσκώσει επικίνδυνα, στερώντας της ρευστότητα και επιλογές. Αν, μάλιστα, πωληθεί το φιλέτο των υδροηλεκτρικών μονάδων της, η απαξίωση θα προσλάβει απροσδιόριστες διαστάσεις.
Πώς φθάσαμε έως εδώ;
Ιδεοληψίες, κομματικές γραμμές και εκλογικά συμφέροντα κυριάρχησαν στη λήψη των αποφάσεων από την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ για τη ΔΕΗ, με αποτέλεσμα η επιχείρηση να έλθει στο σημερινό αδιέξοδο. Ας μην ξεχνάμε τα πανό με τα συνθήματα «κάτω τα χέρια από τη ΔΕΗ», με τα οποία κορυφαία κομματικά στελέχη της κυβερνητικής παράταξης διατράνωναν την αντίθεσή τους στο σχέδιο πώλησης της «μικρής ΔΕΗ» το 2014.
Εν τέλει η «μικρή ΔΕΗ» δεν πωλήθηκε σε ιδιώτες. Αντ’ αυτού, η κυβέρνηση, πιστή στις ιδεοληψίες της και για να χαϊδέψει τα αφτιά των συνδικάτων της επιχείρησης, προώθησε το αμφιλεγόμενο σχέδιο πώλησης των λιγνιτικών μονάδων, αλλά η σημερινή οικονομική κατάσταση της εταιρείας είναι πολύ χειρότερη από τότε. Και μάλιστα χωρίς να υπάρχουν στο τραπέζι και οι επιλογές που υπήρχαν τότε.
Το 2014 η ΔΕΗ ήταν μία κερδοφόρος επιχείρηση και αν είχε προχωρήσει η πώληση σε ιδιώτη επενδυτή του 30% των μονάδων της, όπως προέβλεπε το σχέδιο που βρισκόταν στο τραπέζι υπό την πίεση των δανειστών για το άνοιγμα της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, σήμερα η κατάσταση θα ήταν άλλη. Καταρχήν, τότε η ΔΕΗ είχε κέρδη. Επίσης και η χρηματιστηριακή αξία της ήταν υψηλή σε αντίθεση με τη σημερινή που έχει κατακρημνισθεί.
Αρα, η πώληση της «μικρής ΔΕΗ» θα απέφερε σημαντικό τίμημα, το οποίο η επιχείρηση θα μπορούσε να αξιοποιήσει για τον εκσυγχρονισμό και την ανάπτυξή της, αντιμετωπίζοντας με καλύτερους όρους τον ανταγωνισμό, αλλά και το μεγάλο κόστος των ρύπων που ορθώνεται απειλητικά μπροστά της λόγω της νέας περιβαλλοντικής ευρωπαϊκής νομοθεσίας. Κάτι, που δεν μπορεί να γίνει, με τις ίδιες προϋποθέσεις, τώρα.
Κάπως έτσι η κυβέρνηση έχασε χρόνο, κινήθηκε σε λάθος οδούς και πέταξε πολλές φορές την μπάλα στην εξέδρα, παρότι το θέμα δεν αφορά μόνο την επιβίωση της ίδιας της ΔΕΗ, αλλά συνολικά την ελληνική οικονομία.
Ας μην ξεχνάμε ότι οι δραστηριότητες της ΔΕΗ τροφοδοτούν πολλές μικρές και μεγάλες επιχειρήσεις που απασχολούν δεκάδες χιλιάδες εργαζόμενους σε όλη την Ελλάδα. Από την άλλη, η ΔΕΗ αποτελεί αυτήν τη στιγμή τον μεγαλύτερο οφειλέτη των τραπεζών και αν κάτι πάει στραβά το πλήγμα θα είναι ανεπανόρθωτο για τις τράπεζες και για όλη την οικονομία.
Για αυτό απαιτούνται λύσεις, χωρίς καθυστερήσεις. Λύσεις οι οποίες δεν φαίνονται στον ορίζοντα, αν κρίνει κανείς από την έως τώρα πολιτική που ακολούθησε η σημερινή κυβέρνηση στη ΔΕΗ, αλλά και τον τρόπο με τον οποίο χειρίζεται τα θέματα των μεταρρυθμίσεων. Αφήνει τον χρόνο να κυλάει. Πολύ περισσότερο τώρα που πλησιάζουν οι εκλογές.