Του Γιάννη Μαρίνου*
Παρά την προεκλογική εκστρατεία, η ακριβώς εν όψει των επικείμενων εκλογών, είναι η ώρα που θα πρέπει να ασχοληθούμε σοβαρά με το κορυφαίο εθνικό πρόβλημα που είναι το δημογραφικό.
Ο πληθυσμός τη χώρας γερνάει με επιταχυνόμενους ρυθμούς, οι θάνατοι είναι ήδη πολύ λιγότεροι των γεννήσεων και η σημερινή οικονομική δυσπραγία καθιστά ακόμη δυσχερέστερη την επίλυση του προβλήματος. Η οικογένεια με ένα παιδί τείνει να γίνει ο κανόνας, σχέση που συνεπάγεται περαιτέρω μείωση και γήρανση του πληθυσμού.
Κάποια νούμερα είναι χαρακτηριστικά: σε κάθε Ελληνίδα αναλογούν λιγότερα από 1,5 περίπου παιδιά, με αποτέλεσμα ο πληθυσμός της χώρας από 11,1 εκατομμύρια το 2011 να έχει μειωθεί στα 10 εκατομμύρια με τάση να περιορισθεί σε 7,5 εκατομμύρια μέχρι το 2050.
Και το αναπόφευκτο, αυτά τα 7,5 εκατομμύρια θα είναι κυρίως μεσήλικα έως υπέργηρα άτομα καθώς αυξάνει το προσδόκιμο ζωής με αποτέλεσμα ένας εργαζόμενος να αντιστοιχεί σχεδόν προς έναν συνταξιούχο με τάση περαιτέρω επιδείνωσης.
Ο αριθμός των εγγάμων μειώνεται, οι γάμοι πραγματοποιούνται σε μεγαλύτερη ηλικία και συχνά μετά τη γέννηση του πρώτου παιδιού που συνήθως παραμένει και μοναχοπαίδι. Βεβαίως η επιδείνωση του δημογραφικού οφείλεται και στην οικονομική δυσπραγία. Το κόστος εγγάμου βίου αποτρέπει ή καθυστερεί τους γάμους. Σήμερα περίπου οι μισοί Έλληνες νέοι, ακόμη και αν έχουν πλήρη απασχόληση, ζουν με τους γονείς τους. Εξάλλου οι εργαζόμενες γυναίκες αποφεύγουν την τεκνοποίηση για ευνόητους λόγους. (Στοιχεία ΔιαΝΕΟσις)
Η επάνοδος στην πολυτεκνία συνιστά την πρόκληση του παρόντος προκειμένου η συνεχιζόμενη δημογραφική επιδείνωση να αναστραφεί προτού καταστεί ανεπίτρεπτη.
Η αντιμετώπιση δεν είναι διόλου ευχερής. Θα εστερείτο σοβαρότητας να αναμένει κανείς από τον γράφοντα να προτείνει τη λύση του προβλήματος που είναι πολυσύνθετο.
Άλλωστε πλήττει τις περισσότερες ανεπτυγμένες χώρες, ιδιαίτερα της Ευρώπης.
Η πολυτεκνία χαρακτηρίζει τους υπανάπτυκτους λαούς και η εξέλιξη προς την ευημερία συνοδεύεται από τη συρρίκνωση της τεκνογονίας. Όμως η Ελλάδα πέρασε ήδη προς τα κάτω το όριο του 1,5 τέκνου ανά γυναίκα και η περαιτέρω αδράνεια καθιστά την πορεία προς τον εθνικό αφανισμό χωρίς δυνατότητα επιστροφής.
Χρειάζεται η άμεση εκπόνηση εθνικού προγράμματος αντιμετώπισης της υπογεννητικότητας και μάλιστα με διακομματική συναίνεση. Είναι ευτύχημα που η Νέα Δημοκρατία ως επερχόμενη κυβέρνηση δείχνει να έχει συνείδηση του προβλήματος.
Προτείνει μάλιστα και πρακτικές λύσεις, όπως η προικοδότηση κάθε γεννώμενου παιδιού με σημαντικό χρηματικό ποσό και η εγγύηση μιας θέσης σε βρεφικούς σταθμούς σε όλα τα νήπια. Αλλά αυτά δεν αρκούν. Προέχει η θέσπιση κινήτρων που να καθιστούν οικονομικά πολύ συμφέρουσα την απόκτηση πολλών παιδιών.
Το σλόγκαν «Σας συμφέρει να γίνεται πολύτεκνος» πρέπει να πείθει. Ιδέες μπορούν να διατυπωθούν πολλές.
Προέχει η εθνική στράτευση για τη συνειδητοποίηση και τη ριζική αντιμετώπιση του σημερινού αδιεξόδου, προτού αποδυναμωθεί από τις νέες γενιές η χώρα μας, που ήδη στερείται κατά δεκάδες, χιλιάδες τη χρυσή νεολαία της με μαζική μετανάστευση σε πιο φιλόξενες χώρες.
*Πρώην διευθυντής του «Οικονομικού Ταχυδρόμου» και νυν αρθρογράφος στο Βήμα της Κυριακής, από όπου και το άρθρο.