Του Ηλία Καραβόλια
Η Μακροοικονομική Θεωρία σίγουρα πρέπει να ξαναγραφεί, φίλε αναγνώστη.
Κυρίως η θεωρία της νομισματικής πολιτικής αφού πολλές σοβαρές και αξιόπιστες φωνές πλέον ονομάζουν ως αποτυχημένη την πολιτική που ασκείται από τους κεντρικούς τραπεζίτες, καθώς ζούμε την ιαπωνοποίηση των οικονομιών της Ε.Ε και των ΗΠΑ: μηδενικά επιτόκια, αναιμική ανάπτυξη.
Έτσι, σε προχωρημένο επίπεδο (advanced macroeconomics) η επιστήμη καλείται σήμερα να απαντήσει κυρίως σε τρία ερωτήματα:
1 Γιατί τα επιτόκια είναι τόσο χαμηλά;
2.Ti θα συμβεί όταν ανεβούν;
3.Ποιες εναλλακτικές πολιτικές θα ήταν πιο αποτελεσματικές;
Δεν θα προσπαθήσω να δώσω απαντήσεις στα τρία αυτά ερωτήματα. Πολύ απλά γιατί δεν μπορούν να απαντήσουν σε αυτά ούτε οι πιο μεγάλοι οικονομολόγοι ανά τον κόσμο.
Άλλωστε ένας εξ αυτών, ο L. Summers έχει ονομάσει από το 2015 την παγκόσμια κατάσταση στην οικονομία ως διαρθρωτική στασιμότητα (secular stagnation) έννοια που περιγράφει το νέο τοπίο στην οικονομική πραγματικότητα :το χρήμα έγινε φθηνότερο όσο ποτέ άλλοτε, αλλά δεν ισχυροποιεί την ανάπτυξη της πραγματικής οικονομίας, παρά μόνο διογκώνει τις τιμές στα χρηματιστήρια διεθνώς.
Να πω ότι οι κεντρικές τράπεζες παίζουν τον ρόλο που ανέκαθεν είχαν : του ρυθμιστή της κυκλοφορίας του χρήματος. Και όπως λέει ο M. Wolf στους FT(23/3) : ’’Έτσι δουλεύει κανονικά η νομισματική πολιτική.
Αν η κεντρική τράπεζα θέλει να αυξήσει τον πληθωρισμό σε μια οικονομία με δομικά αδύναμη ζήτηση, θα το κάνει ενθαρρύνοντας την ανάπτυξη της πίστωσης και του χρέους. Μπορεί εν συνεχεία να αποτύχει να αυξήσει τον πληθωρισμό, αλλά θα δημιουργήσει κρίση χρέους. Αυτό είναι αποπληθωριστικό, όχι πληθωριστικό’’.
Να όμως που τα στοιχεία δείχνουν ότι μπαίνουμε σε ένα αποπληθωριστικό πλεόνασμα χρέους σε πολλές οικονομίες. Και το ερώτημα είναι κατά πόσο το χρήμα - ως αγαθό- θα προσαρμοστεί μέσω του επιτοκίου στις τιμές των υπολοίπων αγαθών ώστε να μην ξεφύγουν περισσότερο τα κόστη αποπληρωμής των χρεών.
Ας μην σταθούμε εδώ στις θεωρητικές πτυχές του θέματος και στις περίφημες έννοιες-κλειδιά ( ροπή, ελαστικότητα, ζήτηση, προσφορά) .Ας δούμε ψυχρά το γεγονός που εδώ στην Ελλάδα ζήσαμε έντονα για μια δεκαετία τώρα : το ρευστό μειώθηκε από την αγορά, τις τσέπες μας, τους λογαριασμούς μας, ενώ σημειώνεται αντίστοιχη αύξηση των δανειακών μας λογαριασμών και των χρεών( ιδιωτικών και κρατικών).
Οι απόψεις στην ακαδημαϊκή κοινότητα διίστανται. Εκείνοι που κάνουν λόγο για τόνωση της ζήτησης μέσω της δημοσιονομικής πολιτικής, δηλαδή να αυξηθούν και άλλο οι δημόσιες δαπάνες, κατηγορούνται ως υποβολείς ελλειμματικών πολιτικών.
Όσοι υπερασπίζονται την κλασική νομισματική πολιτική αμελούν την πραγματικότητα της ατελέσφορης κεντρικής τραπεζικής. Και όλοι μαζί ξεχνούν ότι κάποτε ο δαίμονας του χρήματος θα έπαιρνε αυτό που όλοι φοβόντουσαν να διατυπώσουν : αρνητικό πρόσημο. Αυτό δεν το περιμέναμε όσοι διδαχθήκαμε νομισματική θεωρία.
Η πραγματικότητα είναι ότι το φθηνό χρήμα των μηδενικών επιτοκίων που τοποθετείται σε ομόλογα, μετοχές, χάρτινες αξίες και παράγωγα χρηματοοικονομικά προϊόντα, δεν ρέει τόσο εύκολα και τόσο γρήγορα προς την αληθινή οικονομία, αυτή των χαμηλών μισθών, την οικονομία που θα έπρεπε να στηρίζεται στον πρωτογενή τομέα περισσότερο και όχι στην παροχή υπηρεσιών.
Ζούμε σε ένα καθεστώς λειτουργίας μιας νέας Μακροοικονομικής Μηχανικής, σε ένα καινούργιο μοντέλο προσομοίωσης των αρνητικών επιτοκίων με τα αυξημένα χρέη. Η αγορά χρήματος -όπως πολλές άλλες- δυστυχώς δεν αυτορυθμίζεται...