Του Μιχάλη Μασουράκη*
Η πρώτη κατοικία είναι ιερή, ιδίως αν χτίσθηκε δωμάτιο-δωμάτιο από την οικογένεια, ή αν χρηματοδοτήθηκε με δάνειο από τις τράπεζες σε καλύτερες ημέρες.
Και κανένας δεν πρέπει να χάνι το σπίτι του επειδή χρωστάει, και δεν έχει να τα δώσει. Το θέμα, όμως, πρέπει να ρυθμιστεί με σύνεση, και κατά περίπτωση, χωρίς άλλη αναβολή, αναγνωρίζοντας την επίπτωση της τεράστιας πτώσης του ΑΕΠ κατά 25 % και την εκτίναξη της ανεργίας στο 28% στα πρώτα χρόνια της προσαρμογής.
Οποιαδήποτε λύση, βεβαίως δεν θα πρέπει να «προστατεύει» τους στρατηγικούς κακοπληρωτές, καθώς όχι μόνο είναι κοινωνικά άδικο αλλά και δίνει άλλοθι για τη αθέτηση πληρωμών στο μέλλον. Πρέπει επίσης, να λαμβάνεται υπόψιν η όποια βελτίωση της οικονομίας και της απασχόλησης μέχρι σήμερα, και τα επόμενα χρόνια, και πάλι κατά περίπτωση.
Γενικές ασκήσεις «σεισάχθειας» δεν μπορούν να ευδοκιμήσουν. Το κοινωνικό και οικονομικό πρόβλημα είναι τεράστιο και ναρκοθετεί την ομαλή πορεία της χώρας. Το θέμα είναι μάλλον απίθανο να επιλυθεί πριν από τις εκλογές. Η κυβέρνηση προτείνει αλλαγές στον νόμο Κατσέλη, με τόσα κριτήρια επιλεξιμότητας δανειοληπτών για ένταξη τους στο νέο καθεστώς προστασίας της πρώτης κατοικίας, που δεν αφήνουν περιθώρια συμφωνίας με τους δανειστές.
Ποιος στα αλήθεια έχει 65.000 ευρώ σε καταθέσεις στην τράπεζα και 260.000 ευρώ σε ακίνητη περιουσία, και πρέπει η πολιτεία να τον προστατεύει και να πληρώνει ο κρατικός προϋπολογισμός και μέρος της δόσης του δανείου του στην τράπεζα;
Τα όρια αυτά είναι μάλλον μαξιμαλιστικά και άσχετα με την προστασία των οικονομικά αδυνάμων, ενώ η θέσπιση τους επιδιώκεται για προεκλογικές καιρικά λόγους (υπερήφανη διαπραγμάτευση, με αναδίπλωση στη συνέχεια). Και όπως συνέβη και στο παρελθόν, η κυβέρνηση θα δεχθεί στο τέλος κατώτερα όρια επιλεξιμότητας, με την εφαρμογή τους όμως να παραπέμπεται, με το ένα ή με τον άλλο πρόσχημα, στις ελληνικές καλένδες.
Το φαινόμενο, βεβαίως, μιας κυβέρνησης να παίζει καθυστερήσεις και να μην κάνει τίποτα το ουσιαστικό με τον νόμο Κατσέλη εδώ και τέσσερα χρόνια, και στο τέλος να περνάει το πρόβλημα στην επόμενη κυβέρνηση, είναι μάλλον θλιβερό.
Δείχνει μια κοινωνία σε ακινησία. Και όσο ήταν θεμιτό να έχουν παγώσει οι πλειστηριασμοί πρώτης κατοικίας στα χρόνια της βαθιάς ύφεσης τα πρώτα χρόνια της προσαρμογής, άλλο τόσο θεμιτό είναι να αρχίσει να αντιμετωπίζεται το πρόβλημα με μεγαλύτερη αποφασιστικότητα σήμερα που η οικονομία βρίσκεται στον τρίτο χρόνο της ανάκαμψης. Και, ίσως, εάν είχε εφαρμοσθεί μια πιο φιλοαναπτυξιακή πολιτική και η ανάκαμψη είχε επιτευχθεί ταχύτερη και ήταν ισχυρότερη, τότε να μην είχε συσσωρευθεί ένα τόσο μεγάλο κοινωνικό και οικονομικό πρόβλημα.
Σε κάθε περίπτωση ο τόπος έχει ανάγκη μια κυβέρνηση που να παίρνει αποφάσεις κρίσιμες για τη χώρα. Όχι να παίζει καθυστερήσεις λες και δεν υπάρχει πίεση χρόνου και να αναλίσκεται στη ναρκοθέτηση του πεδίου για την επόμενη κυβέρνηση. Οι νάρκες μπορεί να είναι παντού.
Καθ’ οδόν, όμως, βρίσκονται τα ναρκαλιευτικά της Νέας Δημοκρατίας.
Γιατί η Ελλάδα είναι η πρώτη μας κατοικία. Και χρειάζεται να προστατευθεί. Με την ίδια αποφασιστικότητα που πρέπει να στηριχθούν οι άνθρωπο με δάνεια πρώτης κατοικίας που έχουν πραγματικά ανάγκη. Ας τολμήσουμε..
*Οικονομολόγος και υποψήφιος ευρωβουλευτής με τη ΝΔ. Πρώην επικεφαλής οικονομολόγος στον ΣΕΒ.