του Σταύρου Ιωάννου*
Αντιμέτωποι πλέον με ιστορικές προκλήσεις, έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον να αναζητήσουμε κατά πόσο και πώς μπορούν οι επιχειρήσεις να εφαρμόσουν πραγματικές στρατηγικές ESG, αυτή τη φορά on the ground, σε ένα εφιαλτικό σκηνικό δίνοντας προτεραιότητα στην ευημερία των κοινωνιών στις οποίες δραστηριοποιούνται.
Πού είναι το κενό; Τι ονομάζουμε σήμερα κοινωνική διάσταση λειτουργίας των επιχειρήσεων; Εξαιρετική ευκαιρία να αναφερθούμε σε ορισμένα κακώς κείμενα στο ταξίδι του ESG. Να αναγνωρίσουμε τα κενά που υπάρχουν στην όλη διαδικασία ώστε να πετύχουμε ένα καλύτερο τελικό αποτέλεσμα.
Οι επιχειρήσεις έχουν διανύσει μεγάλη απόσταση από την εποχή που το κοινωνικό αποτύπωμά τους εξαντλούνταν αποκλειστικά και μόνο στο ύψος των χορηγιών που επέλεγε να κάνει η κάθε εταιρεία. Σήμερα, η υιοθέτηση των σύγχρονων προτύπων ESG κυριαρχεί. Μέσω αυτών, οι επιχειρήσεις καλούνται να ανταποκριθούν, έμπρακτα, μετρήσιμα και στοχευμένα σε πραγματικές κοινωνικές απαιτήσεις, να προσαρμοστούν ρεαλιστικά στις ανάγκες της εποχής και σε παγκόσμιους στόχους.
Είναι μια τέλεια διαδικασία; Η απάντηση είναι απερίφραστα όχι!
Έχουμε περάσει από το “pay as you pollute” που κυριάρχησε τα τελευταία χρόνια, στο “Do Not Pollute” βρες εναλλακτικές, άλλαξε τρόπο λειτουργίας και εάν δεν υπάρχει πρέπει να αντικατασταθείς προοδευτικά, όχι βίαια αλλά θα αντικατασταθείς, μέσα από κανόνες, πολιτικές, προσωρινές αλλά και μόνιμες προσαρμογές.
Είναι όλα αυτά σωστά δομημένα; Αυτό είναι το ζητούμενο σήμερα.
Ας μπούμε λοιπόν στην ουσία και να ξεκινήσουμε την κουβέντα μας με την ποικιλομορφία. Εκατομμύρια μετανάστες από την Ουκρανία πλημμυρίζουν αυτές τις εβδομάδες πολλές ευρωπαϊκές πόλεις. Άνθρωποι υψηλού μορφωτικού επιπέδου οι οποίοι βρίσκονται ξαφνικά να ζουν σε συνθήκες ανέχειας. Ποιος είναι ο ρόλος των επιχειρήσεων ώστε να αποφευχθεί η γκετοποίηση αυτών των ανθρώπων, κάτι που είδαμε να συμβαίνει σε προηγούμενες προσφυγικές ροές;
Η ροή προσφύγων που βιώνει η Ευρώπη εξαιτίας του πολέμου στην Ουκρανία είναι πρωτοφανής. Στον πρώτο μήνα των εχθροπραξιών, πάνω από τρία εκατομμύρια άνθρωποι έχουν ήδη εγκαταλείψει την Ουκρανία και ο αριθμός αυτός αυξάνεται δραματικά, μέρα με την ημέρα. Μέσα σε ένα μήνα είναι ασύγκριτα μεγαλύτερος από την ετήσια ροή αιτούντων άσυλο στις ευρωπαϊκές χώρες στο αποκορύφωμα της προσφυγικής κρίσης της Συρίας κατά την περίοδο 2015-16. Γιατί δεν πρέπει να ξεχνούμε πως το ζήτημα της ενσωμάτωσης των προσφύγων δεν είναι κάτι νέο για την Ευρώπη. Έξω από πολιτικές, συμφέροντα και διαμάχες, πρόκειται για μια κρίση που μόνο αδιάφορους δεν μπορεί να μας αφήσει. Πρέπει να ενεργήσουμε, να αναρωτηθούμε, να στεναχωρηθούμε και να φροντίσουμε να βοηθήσουμε. Το δυστύχημα είναι ότι πρόκειται για ένα επαναλαμβανόμενο φαινόμενο που πρέπει να μας απασχολήσει.
Σήμερα βιώνουμε μια, μεγάλη πράξη ενός δράματος που βλέπουμε διαρκώς τα τελευταία χρόνια, και το οποίο σύμφωνα με διεθνείς μελέτες θα είναι υπαρκτή πρόκληση για την Ευρώπη και τις επόμενες δεκαετίες. Στα προσφυγικά κύματα, και φυσικά σε μεγάλο βαθμό και στο κύμα των προσφύγων από την Ουκρανία, βλέπουμε να εισρέει ένα ανθρώπινο δυναμικό εξαιρετικού μορφωτικού επιπέδου και υψηλής προστιθέμενης αξίας για μια επιχείρηση.
Εδώ η ευθύνη βαρύνει πρωτίστως την πολιτεία για να οργανώσει ταχύτατα συνθήκες υποδοχής και ενσωμάτωσης (το παράδειγμα της Σουηδίας μπορεί να λειτουργήσει ως οδηγός) και να συνεργαστεί με τις επιχειρήσεις ώστε αυτοί οι άνθρωποι να απορροφηθούν και να ενσωματωθούν στην ελληνική κοινωνία αλλά και την εγχώρια επιχειρηματική κοινότητα.
Από την πλευρά τους όμως και οι επιχειρήσεις πρέπει να δουν την ευκαιρία πίσω από το πρόβλημα και να μετατρέψουν την ανθρωπιστική κρίση σε μια ευκαιρία ανάπτυξης, αξιοποιώντας ανθρώπινο δυναμικό σε τομείς και κλάδους όπου υπάρχει ανάγκη.
Στην Ουκρανία, η Τράπεζά μας, η Eurobank, είχε από το 2006 μια μεγάλη παρουσία που τελικά πούλησε το 2016. Μπορώ να σας πω με βεβαιότητα ότι διαθέτει ένα νέο, τεχνολογικά άριστο και πλήρως καταρτισμένο προσωπικό που έχουμε μεγάλη ανάγκη στη χώρα. Σύμφωνα με μια έρευνα που πρόσφατα δημοσιεύθηκε, η Ελλάδα χρειάζεται 400.000 ειδικούς στο πεδίο της τεχνολογίας για να επιτύχει τους στόχους που έχει θέσει η Ε.Ε. για τον ψηφιακό μετασχηματισμό μέχρι το 2030.
Ο πόλεμος στην Ουκρανία έχει προκαλέσει μια τεράστια ενεργειακή κρίση στην Ευρώπη. Το πλαίσιο αυτό ενισχύει ή αποδυναμώνει το E κομμάτι των ESG;
Πρώτα απ’ όλα επιτρέψτε μου να τοποθετηθώ ως εξής: Το συγκεκριμένο ερώτημα πιστεύω ότι έχει μια πολύ απλή απάντηση. Το ESG είναι ένα ταξίδι που έχει αρχή αλλά δεν έχει ακόμη σαφή προορισμό, αυτός θα εξαρτηθεί από πολλούς παράγοντες, που δεν είναι εύκολο να καθοριστούν. Έχει επίσης μια δυναμική που μεταλλάσσει το σκηνικό πολύ συχνά πυκνά άρα πρέπει να είμαστε προετοιμασμένοι για ισχυρές αναταράξεις, κάποιες ήδη τις βιώνουμε.
Δυστυχώς ο τρόπος που ξεκίνησε – και αναφέρομαι στην ενέργεια – κάθε άλλο, παρά ρεαλιστικός ήταν αφού προσπαθήσαμε να βάλουμε ένα extra extra small jacket σε ένα extra extra large άνθρωπο, σκίσαμε μανίκια, σπάσαμε φερμουάρ, φύγανε κουμπιά κοκ. Και μάλλον αποφασίσαμε να αδυνατίσουμε πολύ τον άνθρωπο (με όλα αυτά που ακούμε) αντί να ανοίξουμε λίγο παραπάνω το jacket, κάνοντας και black χιούμορ.
Θα έλεγα λοιπόν πως η ενεργειακή κρίση ενισχύει τους υπέρμαχους των πρωτοβουλιών για το περιβάλλον που περικλείονται στη φιλοσοφία ESG και τη γενική αίσθηση περί της ορθότητας της στρατηγικής για πράσινη ανάπτυξη στην ΕΕ.
Αυτήν τη στιγμή για παράδειγμα κεντρικό θέμα ενδιαφέροντος είναι το πόσο γρήγορα θα μπορέσει η Ευρώπη να αποκτήσει ενεργειακή ανεξαρτησία και αυτονομία μέσω Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, κάτι που θα κρίνει φυσικά και το πόσο γρήγορα θα κατορθώσει τελικά να φτάσει στο στόχο των μηδενικών εκπομπών άνθρακα.
Οι κινήσεις όμως που έχουν ήδη γίνει πράξη κάθε άλλο παρά επιτυχημένες θεωρούνται αφού πίεσαν ασφυκτικά το θέμα της ενέργειας, γεγονός που επέφερε αλυσιδωτές αντιδράσεις που ακόμη δεν μπορούμε να εκτιμήσουμε το κόστος – κοινωνικό και πραγματικό. Διαφαίνεται ότι ο χρονικός ορίζοντας που έχει δοθεί δεν είναι αρκετός για τις απαραίτητες προσαρμογές. Η ταχύτητα με την οποία έτρεξε η Ευρώπη να το υλοποιήσει, μπροστά από πολύ μεγαλύτερες οικονομίες όπως οι ΗΠΑ, η Κίνα, επιτρέποντας να υπάρχει ένα μεγάλο νομοθετικό και κοινωνικό κενό, επιβάλλει τη δημιουργία μιας πολύ ευρείας συναίνεσης των φορέων, θεσμών, πολιτικών κατεστημένων.
Εδώ βρίσκεται το gap που θέλω να αναδείξω. Επιβάλλεται από όλους να υπάρξει αλλαγή κουλτούρας, είναι κάτι το όποιο θα έπρεπε να έχει προηγηθεί.
Το θέμα λοιπόν δεν είναι τι λέμε αλλά τι κάνουμε για όλα αυτά. Οι επιχειρήσεις πιέζονται βίαια να προσαρμοστούν χωρίς να έχουν δοθεί τα κατάλληλα κίνητρα και η επιβράβευση που αρμόζει. Ο κόσμος μας δεν είναι τέλεια φτιαγμένος και πρέπει η όποια προσαρμογή να γίνει σταδιακά, όχι απότομα.
Ο πόλεμος ξέρετε έφερε δυναμικά στο προσκήνιο και τον τρόμο ενός πυρηνικού ατυχήματος. Όλοι βιώνουμε την αγωνία για παράδειγμα του τι θα μπορούσε να συμβεί στο Τσέρνομπιλ και είναι λογικό να ενισχυθεί το debate γύρω από το εάν πρέπει να ενθαρρυνθεί η παραγωγή ενέργειας μέσω πυρηνικών εργοστασίων, που για πολλούς στην Ευρώπη ενδείκνυται ως λύση, απέναντι σε πιο ασφαλείς μεν αλλά πιο κοστοβόρες εναλλακτικές παραγωγής καθαρής ενέργειας.
Ας περάσουμε και σε ένα θέμα governance. Ακούμε να αναφέρονται αρκετές φορές σε ESG Ratings. Πόσο σημαντικά είναι τελικά για την χάραξη στρατηγικής βιωσιμότητας των εταιρειών και τι προβλήματα δημιουργεί η εφαρμογή τους;
Θα ξεκινήσω με τα προβλήματα. Αυτήν τη στιγμή υπάρχουν δεκάδες, ίσως και εκατοντάδες rating agencies που καταπιάνονται με τα ESG.
Είναι ευθύνη των εταιρειών να ξεχωρίσει την ήρα από το στάρι, πάντα με γνώμονα το επιχειρηματικό συμφέρον και το ενδιαφέρον των επενδυτών και άλλων ενδιαφερόμενων μερών, επιλέγοντας τις αξιολογήσεις που πραγματικά έχουν ουσία. Όπως σε όλα τα πράγματα έτσι και στο πεδίο των ESG , δεν είναι όλα «καλώς καμωμένα». Υπάρχουν και καλές αλλά και κακές πρακτικές.
Παγκοσμίως σίγουρα υπάρχουν επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν αυτή την πρόκληση ως μόδα ή ακόμη χειρότερα ως ένα προπέτασμα καπνού για να καλύπτουν μη ορθές εταιρικές πρακτικές.
Η εφαρμογή πιο αυστηρών εποπτικών κανόνων, περιορίζει τα περιθώρια συγκάλυψης. Σημαντικό ρόλο έχει παίξει ο νέος κανονισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που τέθηκε σε εφαρμογή τον Μάρτιο του 2021. Ο SFDR (Sustainable Finance Disclosure Regulation) απαιτεί πολύ υψηλότερο επίπεδο διαφάνειας και πολύ λεπτομερείς αναφορές απ’ όλους τους διαχειριστές κεφαλαίων και τους επενδυτικούς συμβούλους, με βασικό στόχο την καταπολέμηση του Greenwashing. Είναι χαρακτηριστικό το ότι από την έναρξη ισχύος του SFDR, τουλάχιστον δύο τρισεκατομμύρια δολάρια έπαψαν να πληρούν τα κριτήρια ESG, μόνο στην ευρωπαϊκή επενδυτική αγορά.
Τα ESG Ratings, αυτά των αξιόπιστων οίκων, είναι πραγματικά ένα πολύ σημαντικό εργαλείο διακυβέρνησης και χάραξης στρατηγικής και η βαθμολογία τους αποτελεί ένα κίνητρο διαρκούς αυτοβελτίωσης.
Τέλος, το Ε, το S και το G στα Ratings είναι τρεις διαστάσεις που είναι διακριτές αλλά και μέρος μιας ενιαίας προσέγγισης. Η βελτίωση του ενός πυλώνα δεν σημαίνει αυτόματα τη βελτίωση και των άλλων. Συνεπώς, είναι πολύ σημαντική η κατανόηση των δεικτών αξιολόγησης και του τρόπου βαθμολόγησης, ώστε να μη δημιουργείται αποπροσανατολισμός από μία ψευδή εικόνα. Τα ESG Ratings είναι πολύ χρήσιμα εργαλεία, αλλά βασική προϋπόθεση είναι η σωστή ανάγνωσή τους σε κάθε διάσταση.
*πρόεδρος της Εκτελεστικής Επιτροπής της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών και Αναπληρωτής Διευθύνων Σύμβουλος της Eurobank
**πρώτη δημοσίευση: www.ot.gr