του Κώστα Μήλα*
Eξι έτη μετά το δημοψήφισμα του Ιουνίου 2016, τα βρετανικά πολιτικά κόμματα αποφεύγουν οποιαδήποτε αναφορά στο Brexit. Μάλιστα, ο πρώην πρωθυπουργός (και υπέρμαχος της Ευρωπαϊκής Ενωσης) Τόνι Μπλερ δήλωσε ότι τελειώσαμε με το Brexit. Ακόμα χειρότερα, σιγή επικρατεί ως προς την επίδραση του Brexit στη βρετανική οικονομία. Ο Μπόρις Τζόνσον επιμένει ότι δεν είναι εύκολο να ξεχωρίσουμε την επίδραση της πανδημίας από εκείνη του Brexit. Με άλλα λόγια, η βρετανική κυβέρνηση κρύβεται με βολικό τρόπο πίσω από την πανδημία, προκειμένου να αποφύγει την όποια συζήτηση για την (αρνητική) επίδραση της εξόδου της Μεγάλης Βρετανίας από την Ευρωπαϊκή Ενωση. Να σημειώσω εδώ ότι από το δημοψήφισμα μέχρι και σήμερα, το βρετανικό ΑΕΠ έχει αυξηθεί σωρευτικά κατά 6,8%. Η συγκεκριμένη αύξηση είναι υψηλότερη από τη σωρευτική αύξηση του 4,5% στο ΑΕΠ της Γερμανίας, αλλά κάπως μικρότερη από τη σωρευτική αύξηση του 6,9% στο ΑΕΠ της Γαλλίας και σημαντικά χαμηλότερη από το 7,7% σωρευτική αύξηση στο ΑΕΠ της Ευρωζώνης ως σύνολο.
Και όμως, άσχετα με το τι πιστεύει ο Μπόρις Τζόνσον, υπάρχει τρόπος να αξιολογήσουμε ποσοτικά τις επιπτώσεις του Brexit. Νέα επιστημονική δημοσίευση του γράφοντος (μαζί με τους καλούς συναδέλφους Μάικλ ΄Ελινγκτον και Μάρσιν Mικάλσκι από το Πανεπιστήμιο του Λίβερπουλ), η οποία μόλις δημοσιεύθηκε στο έγκριτο περιοδικό European Journal of Finance, εκτιμά τις αρνητικές επιπτώσεις στη βρετανική οικονομία. Ξεκινώντας από την παραδοχή ότι το δημοψήφισμα του 2016 οδήγησε σε μεγάλη αύξηση της οικονομικής αβεβαιότητας στη Βρετανία, η οποία, με τη σειρά της, οδήγησε σε μεγάλη μείωση (αλλά και αναβολή) των επιχειρηματικών επενδύσεων, καταλήγει σε σειρά συμπερασμάτων. Πρώτον, η αύξηση της οικονομικής αβεβαιότητας μειώνει το βρετανικό ΑΕΠ για τουλάχιστον 12 μήνες. Η επίδραση αυτή καθίσταται στατιστικά σημαντική μόνο στον βαθμό που το ποσοτικό μοντέλο μας αντιμετωπίζει την πανδημία ως ένα προσωρινό σοκ. Δεύτερον, η προαναφερθείσα αύξηση της οικονομικής αβεβαιότητας δημιουργεί ντόμινο αρνητικών επιδράσεων στον βρετανικό χρηματοοικονομικό τομέα με τη μορφή υψηλότερων μακροχρόνιων επιτοκίων και μεγάλης μεταβλητότητας στο εθνικό νόμισμα. Οι συγκεκριμένες αρνητικές επιπτώσεις οδηγούν σε μείωση του βρετανικού ΑΕΠ για περίπου 20 μήνες. Με άλλα λόγια, τόσο η οικονομική όσο και η χρηματοοικονομική αβεβαιότητα του Brexit επηρεάζουν τη βρετανική οικονομία σε βραχυπρόθεσμο αλλά και μεσοπρόθεσμο ορίζοντα. Σε άλλη ανάλυση, η Τράπεζα της Αγγλίας εκτιμά ότι το Brexit θα οδηγήσει μακροπρόθεσμα σε μείωση του βρετανικού ΑΕΠ κατά 3,25%, σε σχέση με το σενάριο κατά το οποίο η έξοδος από την Ε.Ε. δεν θα ελάμβανε χώρα.
Τα εμπειρικά αποτελέσματα της δημοσίευσης του γράφοντος στο περιοδικό European Journal of Finance αποτελούν προάγγελο αρνητικών εξελίξεων σε σχέση με το λεγόμενο Νομοσχέδιο του Πρωτοκόλλου της Βόρειας Ιρλανδίας. Με το νομοσχέδιο αυτό ο Μπόρις Τζόνσον θέλει να αλλάξει μονομερώς μέρος της συμφωνίας του Brexit, επειδή τώρα «ανακάλυψε» ότι η συμφωνία, την οποία ο ίδιος θεωρούσε μέχρι σήμερα εξαίρετη, δημιουργεί «τριβές» στη μεταφορά εμπορευμάτων μεταξύ Βρετανίας και Βόρειας Ιρλανδίας. Και τούτο, παρά την εκτίμηση από τους αξιωματούχους της Ευρωπαϊκής Ενωσης ότι το παραπάνω νομοσχέδιο καταπατά τις διεθνείς νομικές υποχρεώσεις της Μεγάλης Βρετανίας. Η προαναφερθείσα δημοσίευσή μου εκτιμά ότι εάν επιμένει ο Βρετανός πρωθυπουργός στην καταπάτηση των διεθνών υποχρεώσεων της χώρας του, η Μεγάλη Βρετανία θα απολέσει μεγάλο μέρος της φερεγγυότητάς της. Κατά συνέπεια, η χώρα θα αντιμετωπίσει, κατά κύριο λόγο, μεγάλη αύξηση χρηματοοικονομικής αβεβαιότητας. Και τούτο, επειδή λίγοι διεθνείς επενδυτές θα την εμπιστευθούν στο μέλλον! Κατά δεύτερο λόγο, η Μεγάλη Βρετανία θα αντιμετωπίσει μεγάλη αύξηση οικονομικής αβεβαιότητας. Και τούτο επειδή ποιες χώρες θα… σπεύσουν, άραγε, στη σύναψη εμπορικών συμφωνιών με τη Μεγάλη Βρετανία, γνωρίζοντας ότι η τελευταία έχει καταπατήσει τις διεθνείς υποχρεώσεις της;
*καθηγητής Χρηματοοικονομικών, Σχολή Διοίκησης Επιχειρήσεων, Πανεπιστήμιο του Λίβερπουλ
**πρώτη δημοσίευση: www.kathimerini.gr