του Αθανάσιου. Χ. Παπανδρόπουλου
Μέσα σε δύο ημέρες στις αίθουσες της Ελληνο-αμερικανικής Ένωσης και του Hellenic American University, πραγματοποιήθηκαν 82 συναντήσεις/συζητήσεις, 8 συνεδριακά πάνελ και δυο εισαγωγικές στο αντικείμενο της εκδήλωσης ομιλίες. Όσο για το θέμα αυτής της σημαντικής συνεδριακής πρωτοβουλίας, που ανάλαβε η «Europe in Discourse», ήταν η αναζήτηση της ευρωπαϊκής ταυτότητας μέσω των αξιών, της ιστορίας και των συνόρων της Γηραιάς Ηπείρου μας.
Τους σχετικούς προβληματισμούς γύρω από το θέμα τους, κατέθεσαν και ανάπτυξαν 120 εισηγητές, οι οποίοι προέρχονταν από όλες σχεδόν τις χώρες – μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με αισθητή την παρουσία Γάλλων, Ελλήνων, Ιταλών, Ισπανών, Σκανδιναβών, Αρμενίων, Γεωργιανών και Σκωτσέζων.
Όπως καταλαβαίνει κανείς, δεν ήταν εύκολη, ούτε και απλή η συμμετοχή σε όλες τις συζητήσεις και εισηγήσεις που έγιναν στην πολυφωνική και εξαιρετικού επιπέδου εκδήλωση της οργάνωσης «Europe In Discourse».
Κατά συνέπεια, στο παρόν κείμενο θα περιγράψω το γενικό πνεύμα που επικράτησε στην εκδήλωση και το οποίο όμως από μόνο του αποτελεί πεδίο προβληματισμού.
Οι περισσότεροι από τους ομιλητές – εισηγητές που παρακολούθησα, εξέφρασαν τον προβληματισμό τους για την πορεία της Ευρώπης στον μεταβαλλόμενο κόσμο μας, πλην όμως το έκαναν περισσότερο με τεχνοκρατικά παρά με πολιτιστικά κριτήρια. Επίσης με κάποιες εξαιρέσεις, οι νεότεροι ομιλητές, αναφέρθηκαν στην Ευρώπη βάζοντας στην άκρη ιστορικές αναμνήσεις που συνδέονται με έναν συγκεκριμένο χρόνο και τόπο. Ιστορικής σημασίας γεγονότα παρακάμφθηκαν, χωρίς καμιά πραγματική αίσθηση του πολιτιστικού και ιστορικού τους πλαισίου.
Το έλλειμμα αυτό ωστόσο δεν αναιρεί τις εισηγήσεις που πρόσφεραν στον ακροατή νέους τρόπους ανάγνωσης του μέλλοντος της Ε.Ε. Διαπρεπείς καθηγητές όπως οι Μισέλ Φουσέ, Ευάνθης Χατζηβασιλείου και Γιώργος Πρεβελάκης, υποστήριξαν από τη δική τους οπτική γωνία ότι η κεντρική πρό-κληση που αντιμετωπίζει σήμερα η Ευρώπη είναι η έλλειψη ενός κοινού πολιτικού αφηγήματος με επαρκή δημόσια απήχηση.
Σε μια εποχή στην οποία διαβρώνονται οι ιστορικές μνήμες, οι θρησκευτικές πεποιθήσεις και οι εθνικές ταυτότητες, ποια ιδα¬νικά θα μπορούσαν να αναζωογο¬νήσουν την δημόσια υποστήριξη για την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση; Αναρωτήθηκαν πολλοί εισηγητές όπως ο πρόεδρος του HAU κ. Λεωνίδας-Φοίβος Κόσκος, που άνοιξε και τις εργασίες της εκδήλωσης.
Στο πλαίσιο αυτό πρέπει να ομολογηθεί ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν έχει έλλειψη επικριτών. Και οι τελευταίοι συνολικά, χωρίζονται σε δύο στρατόπεδα:
Εκείνους που πιστεύουν ότι οι Βρυξέλλες πρέπει να κάνουν λιγό¬τερα και εκείνους που πιστεύουν ότι πρέπει να κάνουν περισσό¬τερα. Και οι δυο ισχυρίζονται ότι η E.E. σκοπεύει να αντικαταστήσει τα έθνη - κράτη, αλλά η πρώτη ομάδα αντιστέκεται σε αυτόν τον στόχο, ενώ η δεύτερη τον επι¬κροτεί. Οι αντιστεκόμενοι περι¬λαμβάνουν τους Ευρωσκεπτικιστές πίσω από το Brexit και τους δεξιούς λαϊκιστές και εθνικιστές συμμάχους τους στην Γαλλία, την Ουγγαρία, την Ιταλία και την Πο¬λωνία. Αυτοί οι επικριτές θεωρούν ότι υπερασπίζονται το έθνος-κράτος μπροστά σε ένα τυραννικό «υπερκράτος» της Ε.Ε. που τείνει να επιβάλει τον σοσιαλισμό.
Η δεύτερη ομάδα επικριτών υποστηρίζει ότι η Ε.Ε. δεν προχωρά αρκετά. Ιδιαίτερα δε σήμερα που οι γεωπολιτικές συνθήκες διαμορφώνουν ένα νέο τοπίο.
Τα μέλη αυτής της ομάδας είναι γενικά αριστερόστροφα σε πολιτικό προσανατολισμό και βλέ¬πουν την E.E. ως ένα επικίνδυνα νεοφιλελεύθερο οικοδόμημα που προάγει την ανισότητα, παραχαϊ¬δεύει τις εταιρείες, και αποδυνα¬μώνει τις προοδευτικές κυβερνητικές πολιτικές. Αυτοί οι επικριτές πιστεύουν ότι η Ευρώπη πρέπει να κινηθεί προς μια «ολοένα πιο στενή ένωση».
Έτσι στην εκδήλωση, ορισμένοι Ευρωπαίοι Εισηγητές, υποστήριξαν ότι η Ε.Ε. ήταν από την αρχή ένα ιδεαλιστικό σχέδιο και οι τύχες της Ευρώπης ανέβαιναν και έπεφταν ανάλογα με τον ιδεαλισμό των υποστηρικτών της. Στην δεκαετία του 1950, εκείνοι που ξεκίνησαν την ευρω-παϊκή ολοκλήρωση ήταν σε με¬γάλο βαθμό πολιτικά μετριοπαθείς, κυρίως Χριστιανοί δημοκράτες, οι οποίοι θεωρούσαν τον φεντερα¬λισμό ως μέσο για την εξάλειψη του εθνικισμού και του πολιτικού εξτρεμισμού που προκάλεσε δύο αιώνες συγκρούσεων στην Ευ¬ρώπη. Η αιτία της ύπαρξης (raison d’ etre) της E.E., υποστήριζαν στο Συνέδριο οι φιλοευρωπαίοι, ήταν να αποτρέψει έναν άλλο πόλεμο στην Ευ¬ρώπη και ένα άλλο Άουσβιτς, με το να απογυμνώσει τα εθνικά κράτη από την ισχύ και τα προνόμιά τους υπέρ ενός συστήματος υπερεθνικής διακυβέρνησης.
Μια υπερεθνική διακυβέρνηση ωστόσο εξαιρετικά προβληματική στις σημερινές συνθήκες πολέμου στην Ευρώπη και εμφανούς αδυναμίας των χωρών – μελών της ΕΕ να αποκτήσουν κοινή αμυντική και εξωτερική πολιτική.
Εξάλλου, σήμερα, περισσότερο από θέματα διακυβέρνησής της, η Ε.Ε. έχει να αντιμετωπίσει και να επιλύσει μια οξεία ενεργειακή κρίση, η οποία συνοδεύεται και από σοβαρές μακροοικονομικές παρενέργειες.
Το γεγονός ότι η Ε.Ε. ενεπλάκη σε έναν πόλεμο για τον οποίον ήταν πλήρης απροετοίμαστη, είναι μια κρίσιμη υπαρξιακή της πτυχή, η οποία απαιτεί επείγουσες ενέργειες και λυσιτελείς απαντήσεις.
Η Ευρώπη, τεράστια οικουμενική δύναμη του παρελθόντος, στη σημερινή εποχή της αβεβαιότητας είναι ανάγκη πρωτίστως να ξαναβρεί την προσωπικότητά της. Εάν τα 300 τελευταία χρόνια έφτασε εκεί που βρίσκεται σήμερα, να είναι δηλαδή παγκόσμιο υπόδειγμα κράτους δικαίου, ευημερίας και πρόνοιας, υπάρχουν συγκεκριμένοι λόγοι. Αυτοί ακριβώς που οι περισσότεροι σημερινοί Ευρωπαίοι αγνοούν και κάποιοι άλλοι δεν θέλουν καν να μάθουν. Και τους λόγους αυτούς, λίγο πριν το μοναχικό θάνατό του το 1938, τους τόνιζε, ο Γερμανός φιλόσοφος, θεμελιωτής της Σχολής της Φαινομενολογίας, Έντμουντ Χούσερλ (1859-1938), στην περίφημη διάλεξη του «Η φιλοσοφία και η κρίση του Ευρωπαίου ανθρώ¬που». Η Ευρώπη, υποστηρίζει ο Χούσερλ, «υποδηλώνει την ενότητα μιας πνευματικής ζωής και μιας δημιουργικής δρα¬στηριότητας». Αυτή η δημιουργική πνευματικότητα έχει έναν τόπο γέννησης. Η «φιλοσοφία-επιστήμη», όπως την ονομάζει κάπως αμήχανα ο Χούσερλ, κατάγεται από την αρχαία Ελ¬λάδα. Το αττικό θαύμα συνίσταται στην κατανόηση του γεγο¬νότος ότι οι ιδέες «μ’ έναν θαυματουργό νέο τρόπο κρύβουν μέσα τους προθετικές απειρότητες». Οι ορίζοντες αυτοί συνε¬πάγονται μια νέα και καθοριστική ιστορικότητα. Κι άλλοι πο¬λιτισμοί και κοινότητες έκαναν επιστημονικές και διανοητικές ανακαλύψεις. Αλλά μόνο στην αρχαία Ελλάδα αναπτύσσεται η επιδίωξη της θεωρίας, της μη χρησιμοθηρικής θεωρητικής σκέ¬ψης υπό το φως απείρων δυνατοτήτων. Κι επίσης, μόνο στην κλασική Ελλάδα και στην ευρωπαϊκή κληρονομιά της το θεω¬ρητικό εφαρμόζεται στο πρακτικό με τη μορφή μιας καθολι¬κής κριτικής κάθε ζωής και κάθε σκοπού. Υπάρχει μια σαφής διάκριση ανάμεσα σε αυτήν τη φαινομενολογία και τον «μυθικοπρακτικό» χαρακτήρα των απωανατολικών ή των ινδικών μοντέλων. Από εδώ προκύπτει, τελικά, και η υπεροχή της ευρωπαϊκής και, κατό¬πιν, της αμερικανικής επιστήμης και τεχνολογίας έναντι όλων των άλλων πολιτισμών. Η Ευρώπη ξεχνά τον εαυτό της όταν ξεχνά ότι γεννήθηκε από την ιδέα του λόγου και από το πνεύμα της φιλοσοφίας. Ο κίνδυνος, συμπεραίνει ο Χούσερλ, είναι «μια μεγάλη κούραση».
Και αυτή την κούραση, κάποιοι σήμερα την αξιοποιούν για να φέρουν στην Ευρώπη την ίδια βαρβαρότητα που αναδυόταν τότε που ο Έντμουντ Χούσερλ μιλούσε.
Ας προσέξουμε λοιπόν, είναι το μήνυμα που εκπορεύτηκε από την αίθουσα του HAU και από τους προβληματισμούς σημαντικών Ευρωπαίων διανοητών.