Με τίτλο «Γνωριμία με τα κρασιά της Ελλάδας», ένας δημοσιογράφος του Forbes υπογράφει ένα αποθεωτικό άρθρο για την ποιότητα των ελληνικών κρασιών και προτρέπει το αμερικανικό κοινό να τα δοκιμάσει, αποτελώντας παράλληλα την καλύτερη διαφήμιση για τις ελληνικές εξαγωγές οίνου.
«Πριν από λίγο καιρό, τα μόνα ελληνικά κρασιά που γνώριζαν πολλοί ήταν η ρετσίνα και ο ροδίτης, δύο κρασιά σε μέτριες τιμές που παράγονται εδώ και περισσότερα από 2.000 χρόνια. Αυτά εξακολουθούν να είναι βασικά προϊόντα στα ελληνικά εστιατόρια σε όλο τον κόσμο, ειδικά στις Ηνωμένες Πολιτείες, αλλά την τελευταία δεκαετία υπάρχει μεγάλη αλλαγή με την οινική βιομηχανία στην Ελλάδα, και τα αποτελέσματα είναι σπουδαία για αυτή τη μικρή χώρα», ξεκινά ο Tom Hyland, ο οποίος γράφει για κρασί και φαγητό από όλο τον κόσμο.
Ο δημοσιογράφος ήρθε σε επαφή και με έναν εισαγωγέα ελληνικών κρασιών στις ΗΠΑ. «Σήμερα, η Ελλάδα ακμάζει, ανακαλύπτει τις αρχαίες πολιτιστικές της παραδόσεις και ποικιλίες και παράγει ξανά κρασιά παγκόσμιας κλάσης», σημειώνει στο Forbes ο Ted Diamantis, ένας από τους κορυφαίους εισαγωγείς ελληνικών κρασιών στις Ηνωμένες Πολιτείες.
«Η καλλιέργεια του αμπελιού και η οινοποίηση στην Ελλάδα χρονολογούνται εδώ και περισσότερα από 5.000 χρόνια -το κρασί θεωρούνταν τόσο σημαντικό τον 4ο και 5ο αιώνα π.Χ. που μερικές φορές χρησιμοποιούνταν ως πληρωμή για τις υπηρεσίες που παρείχαν. Η παραγωγή κρασιού ποικίλλει ανάλογα με το ποιος κυβερνούσε την Ελλάδα εκείνη την εποχή -κατά τη διάρκεια της οθωμανικής κυριαρχίας (1453-1821), για παράδειγμα, οι ελληνικοί αμπελώνες παρέμεναν αχρησιμοποίητοι, καθώς οι ηγεμόνες δεν έβλεπαν καμία ανάγκη για κρασί.
»Με το τέλος της Επανάστασης και την ανεξαρτησία του ελληνικού κράτους το 1821, έγιναν τα πρώτα βήματα για την αναβίωση της οινοβιομηχανίας της χώρας, και σήμερα η οινική αναγέννηση της χώρας που ξεκίνησε τις δύο τελευταίες δεκαετίες του 20ού αιώνα έχει ως αποτέλεσμα μια οινοβιομηχανία που είναι πιο προηγμένη τεχνολογικά από ποτέ και που έχει υιοθετήσει ονομασίες κρασιών που προσδίδουν μεγαλύτερη ταυτότητα στα τοπικά κρασιά», συνεχίζει το άρθρο του Forbes.
Η ταυτότητα είναι υψίστης σημασίας όταν μια χώρα (ή μια περιοχή) εμπορεύεται το κρασί της, και σήμερα η οινική βιομηχανία της Ελλάδας έχει μια οινική προσωπικότητα πιο ισχυρή από ποτέ, χάρη σε μια σειρά παραγόντων. «Είναι μια πολύ σύνθετη χώρα για το κρασί», δηλώνει ο Διαμαντής. «Δεν είναι όπως το Sauvignon Blanc από τη Νέα Ζηλανδία ή το Malbec από την Αργεντινή -εκεί συμβαίνουν πολύ περισσότερα. Η Κρήτη, το πέμπτο μεγαλύτερο νησί της Μεσογείου, είναι μία από τις παλαιότερες αμπελουργικές περιοχές στον κόσμο και μερικές από τις παλαιότερες ποικιλίες στον κόσμο προέρχονται από την Κρήτη».
Το δημοσίευμα του Forbes αναφέρει, επίσης, τα πιο γνωστά ελληνικά κρασιά που φέρουν τις ενδείξεις ΠΟΠ (Προστατευόμενη Ονομασία Προέλευσης) ή ΠΓΕ (Προστατευόμενη Γεωγραφική Ένδειξη). Πρόκειται για το Μοσχάτο Αλεξανδρείας της Λήμνου, το Ξινόμαυρο που καλλιεργείται στη Νάουσα της Δυτικής Μακεδονίας και το Ασύρτικο Σαντορίνης, μια από τις καλύτερες λευκές ποικιλίες της χώρας μας.
Το άρθρο-γνωριμία με τα κρασιά της Ελλάδας δεν τελειώνει εδώ, καθώς το Forbes συνεχίζει αναφέροντας μερικές γηγενείς ποικιλίες που φυτεύονται σήμερα στην Ελλάδα.
Τα ελληνικά κρασιά που αναφέρει το Forbes σε εκτενές άρθρο
Λευκά
Ασύρτικο - Το Ασύρτικο, που κατάγεται από τη Σαντορίνη και τα νησιά του Αιγαίου, παράγει ένα ξηρό κρασί με υψηλή οξύτητα, το οποίο συνήθως έχει έντονη μεταλλικότητα και αλμυρό χαρακτήρα -αυτό το τελευταίο είναι αποτέλεσμα των αμπελώνων που βρίσκονται κοντά στη θάλασσα. Η θαλάσσια επιρροή σε αυτές τις περιοχές προσδίδει μια έντονη ιδιαιτερότητα σε αυτά τα κρασιά.
Σαββατιανό - Η πιο φυτεμένη ποικιλία στη χώρα, αυτή είναι η πιο συνηθισμένη που χρησιμοποιείται για την παραγωγή ρετσίνας. Η οξύτητα είναι χαμηλότερη από το Ασύρτικο και τα κρασιά έχουν υψηλή περιεκτικότητα σε αλκοόλ.
Μαλαγουζιά - Αυτή η λευκή ποικιλία συναντάται κυρίως στη Μακεδονία, στη βόρεια Ελλάδα. Τα κρασιά που παράγονται από τη Μαλαγουζιά είναι αρωματικά, με άρωμα γιασεμιού, τροπικών φρούτων και μέντας -τα κρασιά τείνουν να έχουν μεγάλη οξύτητα και ταιριάζουν άψογα με την ασιατική κουζίνα και τα θαλασσινά.
Μοσχοφίλερο - Αν και ταξινομείται ως λευκή ποικιλία, το σταφύλι είναι στην πραγματικότητα ανοιχτό ροζέ και παράγει ελαφριά κρασιά που προορίζονται γενικά να καταναλώνονται μέσα σε λίγα χρόνια από την ημερομηνία συγκομιδής.
Κόκκινο
Αγιωργίτικο - Βρίσκεται κυρίως στην ορεινή περιοχή της Πελοποννήσου και είναι μια από τις καλύτερες ερυθρές ποικιλίες της χώρας, που παράγει κρασιά με ώριμα κόκκινα φρούτα και διακριτά μπαχαρικά, τα οποία έχουν εξαιρετικές δυνατότητες παλαίωσης.
Ξινόμαυρο - Θεωρείται η ερυθρή ποικιλία που δίνει τα μακροβιότερα και πιο σύνθετα από τα ερυθρά κρασιά της Ελλάδας. Τα κρασιά που παράγονται από Ξινόμαυρο έχουν πλούσιες τανίνες και μοιάζουν κάπως με τα κρασιά με βάση το Nebbiolo από το Πιεμόντε της βόρειας Ιταλίας.
Μανδηλαριά - Φυτεμένη στα νησιά της Κρήτης και της Σαντορίνης, η Μανδηλαριά είναι μια ποικιλία που έχει μεγάλες τανίνες, βαθύ χρώμα και σχετικά χαμηλή οξύτητα -η Μανδηλαριά χρησιμοποιείται συχνά και σε χαρμάνια.
Μαυροδάφνη - Αυτή η ποικιλία παράγει κρασιά με γεμάτο σώμα και επιλέγεται συχνά για επιδόρπιο κρασί.
Κλείνοντας ο δημοσιογράφος αναφέρει ονομαστικά κάποιες νέες κυκλοφορίες κρασιών
Λευκό
Δουλουφάκης Βιδιανό 2020
Κτήμα Παπαγιαννάκος Ρετσίνα 2021
Κτήμα Αλφα Χελώνες Μαλαγουζιά
Σαντορίνη Ασύρτικο, Santo Wines
Gaia Wines, Ασύρτικο
Κτήμα Αργυρού Cuvee Monsignori
Κόκκινο
Κυρ-Γιάννη Νάουσσα Cuvee Villages
Κτήμα Κυρ-Γιάννη Ράμνιστα 2018
Κτήμα ΑΛΦΑ - Ξινόμαυρο Reserve Παλαιά Κλήματα
Κτήμα Σκούρας - Αγιωργίτικο
Σκούρας Grand Cuvee Νemea 2017
Επιδόρπιο κρασί, δηλαδή εκείνο που σερβίρεται μετά το τέλος του γεύματος, σαν ένας επίλογος που θα κάνει την εμπειρία του γεύματος πραγματικά αξέχαστη.
*πρώτη δημοσίευση: Iefimerida.gr