του Michael Bloomberg*
Το 2022 είναι μία χρονιά σταθμός στην ανθρώπινη ιστορία, όχι όμως για τους λόγους που μπορεί να φανταστεί κανείς Φέτος, για πρώτη φορά στην ιστορία, η πλειοψηφία του παγκόσμιου πληθυσμού κατοικεί σε πόλεις. Και ως πρώην δήμαρχος της Νέας Υόρκης, που ίσως να είναι και η πρωτεύουσα του κόσμου, μπορώ να πω ότι η εξέλιξη αυτή είναι πολλά υποσχόμενη. Όπως κατά την εκτίμησή μου, πολλά λέει και η αντίσταση της Σαγκάης στην Κίνα στην κεντρική εξουσία.
Στην δωδεκαετή θητεία μου στην Νέα Υόρκη είχαν την ευκαιρία να συνεργαστώ με πολλούς άλλους δημάρχους μεγάλων πόλεων και διαπίστωσα ότι η μεγέθυνση ναι μεν αποτελεί αφ’ εαυτής μία πολύ σοβαρή πρόκληση, είναι όμως και μία τεράστια ευκαιρία. Διότι οι αποκαλούμενες μεγαπόλεις είναι τελικά φυτώρια αλλαγής και καινοτομίας. Κατ’ επέκταση, αποτελούν ιμάντες οικονομικής μεγέθυνσης και κοινωνικής ανάπτυξης, με σημαντικό ειδικό βάρος. Τόσο οικονομικό όσο και πολιτικό.
Εύκολα, έτσι, μπορεί να διαπιστώσει κανείς ότι, όλο και περισσότερο στην εποχή μας, οι μεγαπόλεις όχι μόνον αναλαμβάνουν τολμηρές δράσεις αλλά και μοιράζονται τις καλύτερες στρατηγικές. Μία νέα urban global community αναδύεται, όπου οι πόλεις συνεργάζονται μεταξύ τους για την διαχείριση κοινών προβλημάτων ενώ ταυτόχρονα ανταγωνίζονται μεταξύ τους μέσα στα πλαίσια της παγκόσμιας αγοράς. Είναι πια παρελθόν οι μέρες όπου καθόμασταν και περιμέναμε από τις εθνικές κυβερνήσεις να δράσουν, ιδιαίτερα όσο οι πόλεις βρίσκονταν αντιμέτωπες με προκλήσεις που απαιτούν άμεση δράση.
Η αύξηση του πληθυσμού μπορεί να επιτείνει τους πλέον κοινότοπους πονοκεφάλους της ζωής της πόλης, όπως τα μποτιλιαρίσματα, τα γεμάτα λεωφορεία και τραίνα, την μόλυνση της ατμόσφαιρας. Η πληθυσμιακή έκρηξη μπορεί, επίσης, να επιφέρει δυσκολίες σε ζωτικής σημασίας υπηρεσίες, συμπεριλαμβανομένης της παροχής νερού, της παραγωγής ενέργειας και της διαχείρισης των απορριμμάτων. Στην Νέα Υόρκη, για παράδειγμα, από το 2009 αρχίσαμε να αναπτύσσουμε μία μακροπρόθεσμη στρατηγική ανάπτυξης που αποκαλέσαμε Plan NYC, κύριο στοιχείο της οποίας ήταν η τιμολόγηση της κυκλοφοριακής συμφόρησης –ένα σχέδιο για την μείωση της κυκλοφορίας που καταστρώσαμε μετά από μελέτη των ανάλογων εμπειριών του Λονδίνου, της Στοκχόλμης και της Σιγκαπούρης.
Η τιμολόγηση της κυκλοφοριακής συμφόρησης αποτελεί, επίσης, ένα εργαλείο για την καταπολέμηση της υπερθέρμανσης του πλανήτη. Και σε αυτόν τον τομέα η συνεργασία μεταξύ των πόλεων θα συνεχίσει την ανοδική της πορεία. Για την ανάπτυξη των στρατηγικών σχετικά με τις κλιματικές αλλαγές, οι οποίες συνιστούν την βάση του Plan NYC, αντλήσαμε γνώσεις και έμπνευση από τις εμπειρίες άλλων πόλεων: από το Βερολίνο για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και τις «πράσινες ταράτσες», από το Χονγκ-Κονγκ, την Σαγκάη και το Δελχί για τις πρωτοποριακές βελτιώσεις τους στις μεταφορές, από την Κοπεγχάγη για την αναβάθμιση των πεζόδρομων και των ποδηλατοδρόμων, από το Σικάγο και το Λος Άντζελες για το σχέδιό τους να φυτέψουν ένα εκατομμύριο περισσότερα δένδρα, από το Άμστερνταμ και το Τόκιο για τις πολιτικές τους που εστιάζουν στην μετεπιβίβαση των επιβατών από το ένα μέσο μαζικής μεταφοράς σε κάποιο άλλο, από την Μπογκοτά για την γρήγορη μετεπιβίβαση από λεωφορείο σε λεωφορείο.
Οι πρωτοβουλίες αυτές υπαγορεύονταν από τις νέες συνθήκες που διέπουν την ζωή στον πλανήτη μας, με τις κλιματικές αλλαγές και την παγκοσμιοποίηση να έχουν το πάνω χέρι. Η εξέλιξη αυτή απαιτεί από τις κυβερνήσεις να είναι θετικές και να προσαρμόζονται στην μεταβαλλόμενη πραγματικότητα, η οποία επιβραβεύει νέες αντιλήψεις και μορφές μάνατζμεντ, όπως και την εξειδίκευση.
Οι πόλεις θα ανακαλύπτουν όλο και περισσότερο ότι η προσέλκυση νέων θέσεων εργασίας απαιτεί περισσότερες τοπικές επενδύσεις στην εκπαίδευση και στην κατάρτιση. Στην Νέα Υόρκη, οι συμπληρωματικές επενδύσεις μας –οι οποίες είχαν ως προϋπόθεση μεταρρυθμίσεις στην διοίκηση που ενίσχυσαν την αξιοπιστία και το επίπεδο των υπηρεσιών μας– έχουν επιφέρει σημαντικές βελτιώσεις στα αποτελέσματα των εξετάσεων και στις βαθμολογίες των αποφοίτων των σχολείων, γεγονός που θα βοηθήσει τους μαθητές μας να ανταγωνιστούν με καλύτερους όρους σε αυτή την νέα αγορά εργασίας.
Ο ανταγωνισμός για την εργασία και την εξασφάλιση ταλέντων θα οδηγήσει, επιπρόσθετα, στην εντατικοποίηση από την πλευρά των πόλεων των προσπαθειών να προσφέρουν την καλύτερη δυνατή ποιότητα ζωής: ασφαλείς δρόμοι, βολικές μεταφορές, συναρπαστικά νυκτερινά κέντρα ψυχαγωγίας και διασκέδασης, θέατρα. Αυτού του είδους ο ανταγωνισμός θα δώσει στις πόλεις την δυνατότητα να έλκουν το καλύτερο και ευφυέστερο ανθρώπινο δυναμικό –με την προϋπόθεση, βέβαια, ότι οι χώρες είναι αρκετά έξυπνες ώστε να τούς επιτρέψουν να έρθουν σε αυτές.
Υπάρχει, όμως, και η άλλη όψη του νομίσματος, που είναι η τρομοκρατία. Η πρόληψή της σήμερα απαιτεί μια πολύ προχωρημένη και περίπλοκη προσέγγιση, που ευτυχώς διευκολύνεται από την υψηλή τεχνολογία. Οι καλύτερες πηγές από τις υπηρεσίες πληροφοριών μάς ενημερώνουν ότι τα τρομοκρατικά δίκτυα εντατικοποιούν τις προσπάθειές τους να χτυπήσουν και ότι πρωταρχικός στόχος τους παραμένουν οι πόλεις, επειδή επιδιώκουν να προκαλέσουν τον μεγαλύτερο δυνατό αριθμό θανάτων και όγκο καταστροφής. Δεν μπορεί να αποτραπεί κάθε επίθεση, ωστόσο γνωρίζουμε από την εμπειρία μας ότι η αποτελεσματική αστυνόμευση και συγκέντρωση πληροφοριών σε τοπικό επίπεδο μπορεί να ματαιώσει σχέδια και να σώσει ανυπολόγιστο αριθμό ζωών.
Πέρα από αυτή την διάσταση της ζωής μιας μεγαλούπολης, πρέπει να υπογραμμιστεί και η στενή και γόνιμη συνεργασία μας με άλλες μεγάλες πόλεις του πλανήτη μας στους κλάδους της υγείας, της εκπαίδευσης, της έρευνας και της κοινωνιολογίας –όπου κάποιες συλλογικές επιτυχίες μας επιβεβαιώνουν την ανερχόμενη δύναμη των μεγαλουπόλεων.
*Δήμαρχος της Νέας Υόρκης από την 1η Ιανουαρίου 2002 έως την 31η Δεκεμβρίου 2013