Ο κ. Ζαν-Κλωντ Γιούνκερ, Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, δήλωσε στην ομιλία για την κατάσταση της Ένωσης: «Δεν μπορώ να δεχτώ σε ορισμένες χώρες της Ευρώπης να πωλούνται τρόφιμα κατώτερης ποιότητας από ό,τι σε άλλες, ενώ η συσκευασία και η εμπορική ονομασία είναι ίδιες. Πρέπει τώρα να εξοπλίσουμε τις εθνικές αρχές με ισχυρότερες εξουσίες για να πατάξουν οποιεσδήποτε παράνομες πρακτικές όπου και αν εκδηλώνονται».
Η Επίτροπος Δικαιοσύνης, Καταναλωτών και Ισότητας των Φύλων, κ. Βιέρα Γιούροβα, δήλωσε: «Η διάθεση δύο διαφορετικών προϊόντων που φέρουν το ίδιο εμπορικό σήμα στη συσκευασία τους είναι παραπλανητική και αθέμιτη για τους καταναλωτές. Το ζήτημα αυτό δείχνει σαφώς ότι μόνον όταν συνεργαζόμαστε σε ενωσιακό επίπεδο μπορούμε να επιλύουμε διασυνοριακά προβλήματα. Για πάρα πολύ μεγάλο διάστημα τα κράτη μέλη δεν μπορούσαν να βρουν χωριστά τον σωστό τρόπο για την αντιμετώπιση του ζητήματος αυτού. Είμαι αποφασισμένη να θέσω τέλος στην πρακτική αυτή, η οποία απαγορεύεται βάσει της ενωσιακής νομοθεσίας, και να διασφαλίσω ότι όλοι οι καταναλωτές έχουν ίση μεταχείριση».
Οι κατευθυντήριες γραμμές απαριθμούν και επεξηγούν τις σχετικές απαιτήσεις που προκύπτουν από την ενωσιακή νομοθεσία για τα τρόφιμα και τους καταναλωτές και στις οποίες πρέπει να βασίζονται οι αρχές κατά την ανάλυση ενδεχόμενης υπόθεσης προϊόντος δύο ποιοτήτων:
-ο κανονισμός σχετικά με την παροχή πληροφοριών για τα τρόφιμα επιβάλλει να παρέχονται στους καταναλωτές ακριβείς και επαρκείς πληροφορίες σχετικά με ένα συγκεκριμένο προϊόν διατροφής. Για παράδειγμα, οι ετικέτες των τροφίμων πρέπει να αναγράφουν όλα τα συστατικά που περιέχονται στο προϊόν.
-η οδηγία για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές απαγορεύει αθέμιτες εμπορικές πρακτικές, όπως η διάθεση προϊόντων που φέρουν το ίδιο εμπορικό σήμα στην αγορά με τρόπο που ενδέχεται να παραπλανά τους καταναλωτές.
Με βάση τη νομοθεσία αυτή, οι κατευθυντήριες γραμμές προσδιορίζουν μια προσέγγιση βήμα προς βήμα για τις εθνικές αρχές στον τομέα των καταναλωτών και των τροφίμων, ώστε να διαπιστώνεται κατά πόσον οι παραγωγοί παραβιάζουν τους σχετικούς νόμους. Σε περίπτωση που η παράβαση έχει διασυνοριακή διάσταση, οι αρχές προστασίας των καταναλωτών μπορούν να την αντιμετωπίζουν μέσω του δικτύου συνεργασίας για την προστασία των καταναλωτών σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Οι εθνικές αρχές στον τομέα των καταναλωτών και των τροφίμων είναι αρμόδιες να διασφαλίζουν ότι οι επιχειρήσεις συμμορφώνονται με τη νομοθεσία της ΕΕ. Ωστόσο, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει αναλάβει τη δέσμευση να τους προσφέρει βοήθεια μέσω των εν λόγω κατευθυντήριων γραμμών και μέσω διαφόρων αξόνων εργασίας.
Περαιτέρω δράσεις της Επιτροπής
Πέραν των κατευθυντήριων γραμμών, η Επιτροπή επεξεργάζεται επί του παρόντος μεθοδολογία για τη βελτίωση των συγκριτικών δοκιμών σε είδη διατροφής, έτσι ώστε τα κράτη μέλη να μπορούν να συζητήσουν το θέμα αυτό σε μια κοινή και αξιόπιστη επιστημονική βάση, που θα είναι ίδια για όλους. Η Επιτροπή έχει διαθέσει 1 εκατ. ευρώ στο Κοινό Κέντρο Ερευνών (ΚΚΕρ) για την εκπόνηση αυτής της μεθοδολογίας.
Η Επιτροπή χρηματοδοτεί επίσης και άλλες εργασίες για τη συλλογή στοιχείων και την εφαρμογή της νομοθεσίας προσφέροντας 1 εκατ. ευρώ στα κράτη μέλη για τη χρηματοδότηση μελετών ή δράσεων σχετικών με την εφαρμογή της νομοθεσίας.
Η Επιτροπή ξεκίνησε διάλογο με παραγωγούς και ενώσεις παραγωγών επώνυμων προϊόντων που δεσμεύτηκαν ότι θα επεξεργαστούν έναν κώδικα δεοντολογίας εντός του φθινοπώρου.
Στις 13 Οκτωβρίου η Επιτροπή θα συμμετάσχει στη Διάσκεψη Καταναλωτών, μια υψηλού επιπέδου υπουργική συνάντηση με θέμα τα τρόφιμα δύο ποιοτήτων η οποία διοργανώνεται στην Μπρατισλάβα από τις κυβερνήσεις της Σλοβακίας και της Τσεχίας. Επιπλέον τον Σεπτέμβριο και τον Νοέμβριο η Επιτροπή θα διοργανώσει εργαστήρια με τις αρχές που είναι αρμόδιες για την προστασία των καταναλωτών και την ασφάλεια των τροφίμων.