Από το Βερολίνο στην Ρώμη: Ακόμη ένας «πονοκέφαλος» για την Ευρώπη
Η Γερμανία έχει επιτέλους κυβέρνηση, αλλά η περίπτωση της Ιταλίας θα μπορούσε να φέρει πίσω κάποιες από τις πολυαναμενόμενες μεταρρυθμίσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης
Ο κεντροδεξιός συνασπισμός, υπό την ηγεσία του πρώην πρωθυπουργού Silvio Berlusconi (Forza Italia), αναμένεται να κερδίσει τις περισσότερες έδρες στο κοινοβούλιο, αλλά όχι αρκετές για να υπάρξει πλειοψηφία, σύμφωνα με τα exit polls. Το Κίνημα των Πέντε Αστέρων (Five Star Movement) βρίσκεται στη δεύτερη θέση και είναι έτοιμο να γίνει το μεγαλύτερο μεμονωμένο κόμμα της Ιταλίας. Το ήδη κυβερνόν αριστερό κόμμα κατέλαβε την τρίτη θέση σε μια εκστρατεία που κυριαρχείται από έντονη κριτική λόγω της μαζικής μετανάστευσης, των υψηλών επιπέδων ανεργίας στους νέους και της αυξανόμενης φτώχειας.
της
Judy Dempsey
Μετάφραση: Μαρία Γαλανάκη
Ίσως να μην πολυαρέσει στο γερμανικό κοινό, αλλά για ακόμη μία φορά η χώρα θα διοικείται από τον μεγάλο συνασπισμό των Συντηρητικών και των Σοσιαλδημοκρατών.
Χρειάστηκαν πέντε μήνες για να δημιουργηθεί κυβέρνηση μετά τις ομοσπονδιακές εκλογές της Γερμανίας, τον περασμένο Σεπτέμβριο. Η Angela Merkel είναι πλέον έτοιμη να ξεκινήσει την τέταρτη θητεία της και σύντομα θα αναλάβει το δέκατο τέταρτο έτος της ως Καγκελάριος.
Πρόκειται για μία θετική εξέλιξη τόσο για το Παρίσι όσο και για τις Βρυξέλλες, σε μια εποχή που θα χρειαστεί αποφασιστική ηγεσία για τις διαπραγματεύσεις για το Brexit, για τις μεταρρυθμίσεις της ευρωζώνης και για μια βιώσιμη μεταναστευτική και προσφυγική πολιτική.
Η Merkel θα πρέπει να ευχαριστήσει τον Γερμανό Πρόεδρο Frank-Walter Steinmeier ο οποίος και «έπεισε» το Σοσιαλδημοκρατικό κόμμα (SPD) να επανέλθει στον συνασπισμό, κάτι το οποίο αρχικά είχε απαρνηθεί. Η αλλαγή αυτή οφείλεται κυρίως στους νέους ηγέτες του SPD, Olaf Scholz και Andrea Nahles (Γενική Γραμματέας του κόμματος). Σε μία ψηφοφορία μεταξύ των μελών του κόμματος, οι Scholz και Nahles κατάφεραν να αντιστρέψουν την σκεπτικιστική ατμόσφαιρα που υπήρχε και να προχωρήσουν σε μία ακόμη συμμαχία.
Τους τελευταίους μήνες, το SPD διεξήγε έντονες εσωτερικές, αλλά και δημόσιες συζητήσεις για το αν θα συνεχιστεί ή όχι η συμμαχία με τους συντηρητικούς. Ιδιαίτερα, η νεότερη ηλικιακά γενιά σοσιαλδημοκρατών, ήθελε το κόμμα να μην συμμετάσχει στην συμμαχία, να ανανεωθεί και να αποτελέσει έτσι μία ισχυρή και βιώσιμη αντιπολίτευση στην Bundestag.
Αυτό, θα είχε ως αποτέλεσμα να καταλήξει η Merkel με κυβέρνηση μειοψηφίας, η οποία θα ήταν ασταθής - το τελευταίο πράγμα που χρειάζονταν η Γερμανία και η Ευρώπη, λαμβάνοντας υπόψιν το θλιβερό αποτέλεσμα των εκλογών της Ιταλίας στις 4 Μαρτίου, στις οποίες οι λαϊκιστές και τα ακροδεξιά κόμματα κέρδισαν τις περισσότερες ψήφους.
Επίσης, τα περισσότερα γερμανικά κόμματα - εκτός από την άκρα δεξιά (AfD) – δεν ήθελαν έναν επόμενο γύρο εκλογών. Το SPD έχει καταστραφεί οικονομικά και, κρίνοντας από τις τελευταίες δημοσκοπήσεις, και πολιτικά. Μαζί με το συντηρητικό μπλοκ της Merkel, οι ψηφοφόροι θα είχαν κατατροπώσει και το SPD.
Εν ολίγοις, ούτε η Merkel ούτε η Nahles μπορούσαν να κάνουν διαφορετικά.
Είναι εύκολο να είμαστε κυνικοί όσον αφορά αυτόν τον νέο συνασπισμό, ειδικά λόγω της επισκίασης του SPD από τους συντηρητικούς της Merkel - ή μάλλον από την ίδια τη Merkel - στον τελευταίο συνασπισμό που διήρκεσε από τον Νοέμβριο του 2013 έως τον Σεπτέμβριο του 2017. Βέβαια, αυτή τη φορά θα μπορούσαν τα πράγματα να είναι διαφορετικά.
Το SPD κατευθύνουν πλέον νεότερα άτομα. Οι Scholz και Nahles φάνηκαν επίσης να ένωσαν το κόμμα μετά από κάποιες δυσάρεστες αντιπαραθέσεις μεταξύ του πρώην ηγέτη του SPD, Martin Schulz, και του σημερινού Υπουργού Εξωτερικών Sigmar Gabriel.
Επιπλέον, το κίνημα Jusos των νέων Σοσιαλδημοκρατών, δέχτηκε με προσήνεια ότι το 66% των 460.000 μελών του κόμματος ψήφισαν υπέρ του συνασπισμού. Παρά τις δημοσκοπήσεις που δείχνουν ότι το SPD βρίσκεται πίσω από το AfD, με τους νέους ανθρώπους στην κορυφή, η Nahles θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει τα επόμενα τέσσερα χρόνια για να αλλάξει την τύχη του κόμματος.
Το ίδιο δεν μπορεί να ειπωθεί και για το Κόμμα των Χριστιανοδημοκρατών της Merkel ή το αδελφό κόμμα του στη Βαυαρία, τη Χριστιανική Κοινωνική Ένωση. Και οι δύο εξακολουθούν να έχουν τους ίδιους μεγάλους ηλικιακά ηγέτες, παρότι η Merkel έχει κάνει μία προσπάθεια να τοποθετήσει μερικούς νέους ανθρώπους - ειδικά γυναίκες - στις υψηλότερες βαθμίδες του κόμματος.
Το SPD θέλει επίσης να αρχίσει να χαράσσει μία νέα πολιτική, κάτι που δεν έπραξε καθόλου κατά τη διάρκεια του τελευταίου μεγάλου συνασπισμού ή κατά τη διάρκεια της πρώτης συμμαχίας με την Merkel το 2005. Εξάλλου όποτε το έκανε, η Merkel ήταν αυτή που έπαιρνε τα εύσημα. Αυτή τη φορά, οι Σοσιαλδημοκράτες έχουν μια ατζέντα για την Ευρώπη και μια ακόμη για την Γερμανία.
Η Nahles και το κόμμα της ταυτίζονται με το σχέδιο του Γάλλου Προέδρου Emmanuel Macron για τις μεταρρυθμίσεις στην ευρωζώνη. Όσο ασαφής κι αν είναι η συμφωνία του συνασπισμού για την Ευρώπη, δίνεται η ευκαιρία στους Σοσιαλδημοκράτες να επικεντρωθούν στη μελλοντική κατεύθυνση της ΕΕ.
Αυτό δεν πρόκειται να είναι εύκολο, δεδομένης της διεύρυνσης της αντιπαράθεσης μεταξύ Ανατολής και Δύσης και της αβέβαιης εξέλιξης μετά το εκλογικό αποτέλεσμα της Ιταλίας. Σε εθνικό επίπεδο, το SPD θα επικεντρωθεί στις αναγκαίες επενδύσεις που αφορούν στις υποδομές και την ψηφιοποίηση.
Έτσι, παρά την ανακούφιση που αισθάνονται το Παρίσι και οι Βρυξέλλες επειδή η Merkel εξακολουθεί να έχει τα ηνία, η Γερμανία και η Γαλλία πρέπει τώρα να αντιμετωπίσουν την Ιταλία: την τρίτη μεγαλύτερη οικονομία της ευρωζώνης, την όγδοη μεγαλύτερη οικονομία παγκοσμίως και ένα από τα ιδρυτικά μέλη της ΕΕ.
Ο κεντροδεξιός συνασπισμός, υπό την ηγεσία του πρώην πρωθυπουργού Silvio Berlusconi (Forza Italia), αναμένεται να κερδίσει τις περισσότερες έδρες στο κοινοβούλιο, αλλά όχι αρκετές για να υπάρξει πλειοψηφία, σύμφωνα με τα exit polls.
Το Κίνημα των Πέντε Αστέρων (Five Star Movement) βρίσκεται στη δεύτερη θέση και είναι έτοιμο να γίνει το μεγαλύτερο μεμονωμένο κόμμα της Ιταλίας. Το ήδη κυβερνόν αριστερό κόμμα κατέλαβε την τρίτη θέση σε μια εκστρατεία που κυριαρχείται από έντονη κριτική λόγω της μαζικής μετανάστευσης, των υψηλών επιπέδων ανεργίας στους νέους και της αυξανόμενης φτώχειας.
Πράγματι, όπως έγραψε το περιοδικό Economist σε κεντρικό άρθρο του, για την εκλογική εκστρατεία στην Ιταλία: «η χώρα είναι σε δύσκολη κατάσταση για να αντέξει μία πιθανή επόμενη πτώση. Μία υπεύθυνη και μεταρρυθμιστική κυβέρνηση είναι πιο απαραίτητη από ποτέ».