Tα τελευταία χρόνια, η Ολλανδία έχει αναδυθεί στο προσκήνιο ως η χώρα της υψηλής παραγωγικότητας, κατέχοντας τη δεύτερη θέση στις παγκόσμιες εξαγωγές τροφίμων, παρά τη μικρή της έκταση
Όπως επισημαίνουν οι ειδικοί, πρόκειται για τις ίδιες πρακτικές που τον τελευταίο μισό αιώνα έχουν εξαλείψει πάνω από το 70% του πληθυσμού τριών ειδών πτηνών και συνεχίζουν να πλήττουν τη βιοποικιλότητα του τόπου. Η ευρείας κλίµακας επέκταση της παραγωγής όχι μόνο έχει «καταπιεί» τους μικροκαλλιεργητές, αλλά έχει αλλοιώσει τα παραδοσιακά τοπία και έχει βλάψει σοβαρά το περιβάλλον, όλα στο όνομα της αυξημένης αποδοτικότητας.
Το παράδειγμά της μνημονεύεται από πολλούς και συνοδεύεται από τα επαινετικότερα σχόλια, με αποκορύφωμα το πρόσφατο αφιέρωμα του National Geographic, το οποίο έφερε τίτλο: «Η μικρή χώρα που ταΐζει τον πλανήτη».
Αποτυπώνει, όμως, η φράση αυτή όλη την αλήθεια για το αγροτικό φαινόμενο Ολλανδία; Η απάντηση είναι αρνητική, εάν ληφθούν υπόψιν οι μεγάλες κοινωνικοοικονομικές και περιβαλλοντικές επιπτώσεις που έχει αυτή η αλματώδης ανάπτυξη της ανταγωνιστικότητάς της.
Σε άρθρο που υπογράφουν Ολλανδοί επιστήμονες του αγροπεριβαλλοντικού κλάδου στην ημερήσια ολλανδική εφημερίδα de Volkskrant, διατυπώνεται η αντίληψη ότι η Ολλανδία προωθείται εσφαλμένα ως παράδειγμα προς μίμηση στις καλές γεωργικές πρακτικές.
Όπως επισημαίνουν οι ειδικοί, πρόκειται για τις ίδιες πρακτικές που τον τελευταίο μισό αιώνα έχουν εξαλείψει πάνω από το 70% του πληθυσμού τριών ειδών πτηνών και συνεχίζουν να πλήττουν τη βιοποικιλότητα του τόπου. Η ευρείας κλίµακας επέκταση της παραγωγής όχι μόνο έχει «καταπιεί» τους μικροκαλλιεργητές, αλλά έχει αλλοιώσει τα παραδοσιακά τοπία και έχει βλάψει σοβαρά το περιβάλλον, όλα στο όνομα της αυξημένης αποδοτικότητας.
Μόνο οι δυνατοί επιβιώνουν
Το τίμημα που πληρώνουν οι αγρότες, προκειμένου να κρατήσουν σε λειτουργία την καλοκουρδισμένη μηχανή της ολλανδικής γεωργίας, περιλαμβάνει χαμηλά περιθώρια κέρδους, ακριβή τεχνογνωσία, δάνεια και εξονυχιστικό έλεγχο από τις αρχές.
«Είναι μια προσπάθεια καταδικασμένη σε αποτυχία, όπως μας έχουν διδάξει οι απάτες, οι μαζικές θανατώσεις, η προληπτική χρήση αντιβιοτικών, οι ζωοτροφές που έχουν μολυνθεί από υπολείμματα φυτοφαρμάκων και η βαθιά απογοήτευση που έχουν εκφράσει οι ίδιοι οι Ολλανδοί αγρότες» υπογραμμίζουν οι επιστήμονες.
Δεν είναι τυχαίο λοιπόν που, στον βωμό της επιτυχίας, οι μικρές αγροτικές εκμεταλλεύσεις κλείνουν η μία μετά την άλλη προς όφελος των πολύ μεγαλύτερων, που συνιστούν το επικρατούν μοντέλο στη χώρα της Βόρειας Ευρώπης.
Περιβαλλοντική επιβάρυνση
Η επιταγή της αποδοτικότητας γεννά διαστρεβλωμένα κίνητρα. Οι αγρότες αναγκάζονται να παράγουν όσο το δυνατόν περισσότερα κιλά τρόφιμα, παρόλο που η εντατική χρήση της γης απαιτεί, με τη σειρά της, εντατική χρήση λιπασμάτων στα χωράφια.
Η υψηλή παραγωγικότητα της γεωργίας έχει επιφέρει τεράστιες επιπτώσεις στο περιβάλλον και απειλεί την ανθρώπινη υγεία, καθώς τα υπολείμματα φυτοφαρμάκων και λιπασμάτων συνιστούν αιτία ρύπανσης του εδάφους και των γειτονικών οικότοπων.
«Η Ολλανδία δεν ταΐζει τον πλανήτη»
Επιπλέον, οι Ολλανδοί ειδικοί διαφωνούν με το επιχείρημα ότι η υψηλή παραγωγικότητα συμβάλλει στην επισιτιστική ασφάλεια του πλανήτη. «Τα περισσότερα ολλανδικά σιτηρά δεν χρησιμοποιούνται για την παρασκευή ψωμιού, αλλά για τη διατροφή των εκτρεφόμενων ζώων.
Ένα σημαντικό κομμάτι των πολυθρύλητων εξαγωγών μας αποτελείται από προϊόντα πολυτελείας και έχει ελάχιστη συμβολή στην καταπολέμηση της πείνας στον κόσμο. Η βιώσιμη σίτιση του παγκόσμιου πληθυσμού και η διαφύλαξη των φυσικών αποθεμάτων δεν θα εξαρτηθεί από τα επιπλέον κιλά παραγόμενων προϊόντων που θα προκύψουν από το έδαφος αυτής της μικρής χώρας, αλλά από την επιτυχία των προσπαθειών για τη βελτίωση της χαμηλής παραγωγικότητας στη γεωργία των αναπτυσσόμενων χωρών».