Ο πολιτικός φιλελευθερισμός αποτελεί, ίσως, την πιο θεμελιώδη αρχή της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ), καθώς και τον ακρογωνιαίο λίθο της σύγχρονης αστικής δυτικής δημοκρατίας
Εντούτοις, η σημερινή ΕΕ του 21ου αιώνα και κυρίως η μετά κρίσης (2009) Ευρώπη, βρίσκεται αντιμέτωπη με μια πλειάδα ζητημάτων παραβίασης των φιλελεύθερων ιδεών και αξιών της. Η εξέλιξη αυτή οφείλεται στην ανάδειξη ευρωσκεπτικιστικών, λαϊκίστικων και σε κάποιες περιπτώσεις ακροδεξιών κομμάτων στην εξουσία ορισμένων ευρωπαϊκών κρατών.
του
Τζώρτζ Μενεσιάν*
Η δημοκρατία, τα ανθρώπινα δικαιώματα, ο πλουραλισμός και οι ελευθερίες κάθε είδους καθιστούν την ΕΕ μια από τις πιο φιλελεύθερες πολιτικές οντότητες στο διεθνές σύστημα.
Εντούτοις, η σημερινή ΕΕ του 21ου αιώνα και κυρίως η μετά κρίσης (2009) Ευρώπη, βρίσκεται αντιμέτωπη με μια πλειάδα ζητημάτων παραβίασης των φιλελεύθερων ιδεών και αξιών της. Η εξέλιξη αυτή οφείλεται στην ανάδειξη ευρωσκεπτικιστικών, λαϊκίστικων και σε κάποιες περιπτώσεις ακροδεξιών κομμάτων στην εξουσία ορισμένων ευρωπαϊκών κρατών.
Η παγκοσμιοποίηση, η διεθνής οικονομική κρίση του 2009, η προσφυγική-μεταναστευτική κρίση, καθώς και άλλα κοινωνικά προβλήματα οδήγησαν στην επικράτηση κομμάτων με τα προαναφερθέντα χαρακτηριστικά.
Το πρώτο κράτος στο οποίο επικράτησαν τέτοιες μη φιλελεύθερες δυνάμεις είναι η Ουγγαρία. Ο Viktor Orban και το κόμμα του (Fidesz) εφαρμόζει μια ευρωσκεπτικιστική και εθνικιστική πολιτική των κλειστών συνόρων, που αντί να επικεντρωθεί στην προστασία της δημοκρατίας και των οικονομικών και κοινωνικών ελευθεριών των πολιτών της χώρας του, παραπλανεί τον λαό της Ουγγαρίας μακριά από τα πραγματικά κοινωνικά προβλήματα, την ανεργία και τα χαμηλά εισοδήματα με την χρήση σοβινιστικής ρητορικής και εθνικιστικών κορωνών.
Η απεχθής αυτή πολιτική φαίνεται, άλλωστε, και από την σχετικά πρόσφατη ποινικοποίηση της βοήθειας μεταναστών και προσφύγων από ιδιώτες ή ΜΚΟ, αγνοώντας το γεγονός, ότι εάν θέλει να αντιμετωπίσει κανείς τις παράνομες δραστηριότητες ορισμένως ιδρυμάτων ή ΜΚΟ οφείλει να εκδιώξει με έννομα μέσα τους θεσμούς αυτούς και όχι να αφήσει αβοήθητους τους πρόσφυγες.
Ένα άλλο χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η Πολωνία. Η συντηρητική κυβέρνηση που εξελέγη το 2015, είναι πολέμια της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης και ιδέας, παρεμβαίνει στην δικαστική εξουσία καταργώντας την διάκριση των εξουσιών και λαμβάνει μέτρα κατά της ελευθεροτυπίας, με αποτέλεσμα να λαμβάνει (καθυστερημένη) δράση η Ευρωπαϊκή Επιτροπή με καταγγελίες των ανωτέρω πολιτικών.
Επιπλέον, ο κυβερνητικός συνασπισμός συντηρητικών και ακροδεξιάς στην Αυστρία (από το 2017 κε), αποτελεί ένα ακόμη πλήγμα του ενωσιακού φιλελευθερισμού. Η αυστριακή κυβέρνηση επιχειρεί να εφαρμόσει μη φιλελεύθερες πολιτικές, όπως για παράδειγμα την απομόνωση μεταναστευτικών ομάδων που αρνούνται να αφομοιωθούν στην αυστριακή κοινωνία.
Τέλος, τις παραπάνω κυβερνήσεις ήρθε να συμπληρώσει η νεοσύστατη ευρωσκεπτικιστική ιταλική κυβέρνηση της ακροδεξιάς Λέγκας και του λαϊκίστικου Κινήματος των 5 Αστέρων. Η υποβάθμιση των ευρωπαϊκών αξιών, καθώς και η ρητορική αναφορικά με την οικονομική και μεταναστευτική πολιτική και την διευθέτηση του ιταλικού χρέους δημιουργούν προβληματισμό σχετικά με τις πολιτικές που θα ακολουθηθούν το αμέσως επόμενο διάστημα.
Όλες αυτές οι κυβερνήσεις (αλλά και άλλες όπως αυτές της Τσεχίας και της Σλοβακίας) έχουν πολλά κοινά χαρακτηριστικά (κυρίως στην αντί-ευρωπαϊκή ρητορική που χρησιμοποιούν). Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, το γεγονός ότι σχεδόν όλες αυτές οι κυβερνήσεις με εξαίρεση την πολωνική κυβέρνηση (για ευνόητους λόγους) ακολουθούν φιλορωσική ρητορική και υπονομεύουν (θεωρητικά και σε ορισμένες περιπτώσεις και πρακτικά) την ΕΕ και τις αρχές τις.
Η περίπτωση της Ιταλίας μας δίνει την ευκαιρία να μείνουμε στον ευρωπαϊκό Νότο. Οι χώρες του Νότου ήταν αυτές που επλήγησαν περισσότερο από την οικονομική κρίση και υποχρεώθηκαν να εφαρμόσουν πολιτικές λιτότητας. Στις χώρες αυτές και κυρίως στην Ελλάδα (αντιμνημονιακοί) και την Ιταλία, ο λαϊκισμός (αριστερός, δεξιός, ευρωσκεπτικιστικός ή σκέτος λαϊκισμός) έλαβε μεγάλες διαστάσεις.
Η επικράτηση του λαϊκισμού στο Νότο οδήγησε σε πολιτικές κρίσεις, καθώς και σε καθυστέρηση εφαρμογής των κατάλληλων μέτρων για την επιστροφή της κανονικότητας στην οικονομία (κυρίως στην Ελλάδα). Κατά την γνώμη μου, τα λαϊκιστικά κόμματα είναι τα πιο επικίνδυνα για το μέλλον της ΕΕ, καθώς και για την δημοκρατία την ίδια (!), ενώ είναι τα κόμματα αυτά που λαμβάνουν τα πιο αντιφιλελεύθερα μέτρα ώστε να εξυπηρετήσουν το κυρίαρχο συστατικό τους, δηλαδή την παραπλάνηση της «μάζας».
Η ΕΕ, παρά τα προβλήματά της, αποτελεί μία από τις λίγες οάσεις δημοκρατίας, ελευθερίας και φιλελευθερισμού σε έναν κόσμο γεμάτο από ανελεύθερα και αυταρχικά καθεστώτα. Ωστόσο, η ενότητά της απειλείται (ειδικά μετά το Brexit) και η πολιτική και ιδεολογική της «ανωτερότητα» υποβαθμίζεται με την ανάδειξη ευρωσκεπτικιστικών, λαϊκιστικών και αντιφιλελεύθερων (για τα ευρωπαϊκά πρότυπα και δεδομένα) κυβερνήσεων.
Η ΕΕ πρέπει να διασφαλίσει τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της που την καθιστούν τόσο αρεστή σε καταπιεσμένες και υποανάπτυκτες οικονομικά και πολιτειακά κοινωνίες.
*Ο Τ. Μενεσιάν είναι διεθνολόγος, απόφοιτος του Τμήματος Διεθνών Ευρωπαϊκών και Περιφερειακών Σπουδών του Πάντειου Πανεπιστημίου.