Του Παν. Κ. Ιωακειμίδη*
Διαβάζω και ακούω «ο Έλληνας επίτροπος» και ο «Έλληνας επίτροπος». Η πραγματικότητα όμως είναι ότι δεν υπάρχει έλληνας επίτροπος με τον τρόπο που ακούγεται τουλάχιστον. Ο (καθ’ όλα άξιος) Μαργαρίτης Σχοινάς θα είναι ο επίτροπος που προέρχεται από την Ελλάδα αλλά ως επίτροπος, όπως κάθε άλλος επίτροπος, δεν θα εκπροσωπεί τη χώρα από την οποία κατάγεται.
Ο ρόλος του δεν είναι να εκφράζει ή να προωθεί τα ελληνικά συμφέροντα. Δεν τα αγνοεί βέβαια. Έχει επομένως κάποια σημασία να κατανοηθεί ο πραγματικός ρόλος της Ευρωπαϊκής επιτροπής, ως ανεξάρτητου υπερεθνικού οργάνου, για να μην καλλιεργούνται παρεξηγήσει και μύθοι. Και το πρώτο που πρέπει να γίνει κατανοητό είναι ότι θεσμικά η Επιτροπή δεν εκπροσωπεί κράτη-μέλη.
Εκπροσωπεί την Ευρώπη συνολικά, ή όπως λέει η Συνθήκη, «προάγει το κοινό συμφέρον της Ένωσης και αναλαμβάνει τις κατάλληλες πρωτοβουλίες για τον σκοπό αυτόν». Τα συμφέροντα των Κρατών-μελών εκφράζονται σε άλλα όργανα και συγκεκριμένα στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και το Συμβούλιο Υπουργών, στα οποία άλλωστε συμμετέχουν κυβερνητικά στελέχη (πρωθυπουργοί, υπουργοί).
Έτσι ο κάθε επίτροπος προσπαθεί στον τομέα της αρμοδιότητας του να συνθέσει και να εκφράσει το συνολικό συμφέρον της Ένωσης. Αυτό δεν σημαίνει ότι ξεχνά τη χώρα από την οποία προέρχεται και συχνά αναφέρεται σ΄ αυτή χωρίς μάλιστα να την κατονομάζει (μιλά για «τη χώρα που γνωρίζει καλύτερα»).
Εάν ένας επίτροπος εγκλωβισθεί στη λογική της έκφρασης των στενών εθνικών συμφερόντων ή απόψεων, τότε είναι βέβαιο ότι θα αποτύχει, όπως συνέβη στο παρελθόν. Επιχειρεί ως εκ τούτου μια δύσκολη άσκηση ισορροπίας ανάμεσα στην εθνική άποψη και στο συνολικό ευρωπαϊκό συμφέρον, με πρωτεύουσα όμως σημασία πάντοτε στο τελευταίο, το ευρωπαϊκό.
Γι’ αυτό και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν είναι υπόλογη απέναντι στις κυβερνήσεις των κρατών-μελών. Είναι υπόλογη μόνο απέναντι στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Μόνο το Κοινοβούλιο έχει τη δυνατότητα να απολύσει την Επιτροπή. Κανένας άλλος. Και εδώ αξίζει να σημειωθεί, ότι η νέα Επιτροπή που θα αναλάβει από την 1η Νοεμβρίου με πρόεδρο την Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν θα έχει μια εξαιρετικά δύσκολη σχέση με το Κοινοβούλιο, κυρίως στην προώθηση του νομοθετικού της προγράμματος.
Ως γνωστόν, η Φον ντερ Λάιεν, «εκλέχτηκε» πρόεδρος από το Κοινοβούλιο με μια ισχνή πλειοψηφία μόλις, εννέα ψήφων (383 με όριο πλειοψηφίας 374, ενώ ο νυν πρόεδρος Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ είχε εκλεγεί το 2014 με 422 ψήφους). Αυτό δείχνει ότι στο Κοινοβούλιο δεν υπάρχει πλέον μια σταθερή πλειοψηφία που λίγο πολύ να υποστηρίζει το πρόγραμμα της Επιτροπής.
Το κοινοβούλιο είναι πολιτικά και ακερματισμένο και κατά συνέπεια θα απαιτούνται ευρύτεροι συνασπισμοί πολιτικών δυνάμεων για να επιτευχθούν οι αναγκαίες πλειοψηφίες. Αυτό θα δυσκολέψει τη νομοθετική διαδικασία της Ένωσης αλλά, από την άλλη μεριά, θα την καταστήσει πιθανότατα περισσότερο δημοκρατική και δημιουργική.
*Ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών