του Philip Stephens
Η Ιστορία βρίσκεται σε επαγρύπνηση για τις αμαρτωλές πράξεις –τις μεγάλες επιλογές με επιπτώσεις για τις οποίες οι ηγέτες μετανιώνουν- όπως για παράδειγμα ο πόλεμος του Ιράκ. Κάποιες φορές, ωστόσο, το λάθος έχει τη μορφή του δισταγμού –μιας απόφασης που αναβλήθηκε, μιας επιλογής που δεν έγινε. Αυτές οι αμαρτωλές παραλείψεις είναι πιο δύσκολο να εντοπιστούν, όμως συχνά έχουν εξίσου καταστροφικές επιπτώσεις. Από αυτήν την άποψη, η καγκελάριος της Γερμανίας, Angela Merkel, έχει κάτι που θα πρέπει να σκεφτεί.
Η Διάσκεψη για την Ασφάλεια του Μονάχου που πραγματοποιήθηκε αυτόν τον μήνα, δηλαδή η ετήσια σύνοδος της διεθνούς ελίτ του τομέα της ασφάλειας, επικεντρώθηκε στην αίσθηση απομάκρυνσης και στον κατακερματισμό των δυτικών δημοκρατιών. Οι οργανωτές το αποκάλεσαν «Westlessness» (σ.τ.μ: ο όρος αυτός θέλει να δείξει την μειούμενη επιρροή της Δύσης και την αβεβαιότητα ως προς τον σκοπό της).
Αναλογιστείτε τη συσσώρευση των κακών ειδήσεων που εκπροσωπούν η επιθετική μονομέρεια του Αμερικανού προέδρου Donald Trump, την ανημποριά της Ευρώπης να αντιμετωπίσει το χάος στη Μέση Ανατολή, το Brexit και την άνοδο του πολιτικού εξτρεμισμού στις δημοκρατίες της Ευρώπης.
Το διατλαντικό χάσμα ήταν πασιφανές. Ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Mike Pompeo, εκφώνησε έναν παιάνα στον Αμερικανικό εθνικισμό. Η νίκη υπέρ της Δύσης έχει να κάνει μόνο με τη διασφάλιση της εθνικής κυριαρχίας. Όμως, κανένας άλλος δεν θα πρέπει να βάλει την εθνική του κυριαρχία πάνω από τις εντολές που δίνει η Ουάσινγκτον. Τουλάχιστον ο κ. Trump είναι ειλικρινής με τη μισαλλοδοξία του, σκέφτηκα την ώρα που άκουγα αυτές τις επιπόλαιες μεγαλοστομίες.
Οι Αμερικανοί γερουσιαστές και τα μέλη της Βουλής των Αντιπροσώπων φάνηκαν ενωμένοι, με τους Δημοκρατικούς μετά βίας να κρύβουν τον φόβο τους πως το κόμμα τους μπορεί να δώσει στον κ. Trump μια δεύτερη θητεία, επιλέγοντας κάποιον υποψήφιο που δεν μπορεί να κερδίσει και τους Ρεπουμπλικάνους, εκείνους που έχουν διεθνή προσανατολισμό, να μισοαπολογούνται για την αμερικανική εξωτερική πολιτική. Εκτός και αν δεν άκουσα σωστά, ο Lindsey Graham, ο γερουσιαστής της Νότιας Καρολίνας που συχνά βγαίνει στην τηλεόραση υπερασπιζόμενος τον κ. Trump, έδωσε εύσημα στην ξεκάθαρα αντιτραμπική ιδέα της πολυμέρειας.
Αν και οι διαφορές της Ευρώπης με τον Λευκό Οίκο εκδηλώνονται συχνά δημοσίως, η σχέση που έχει πραγματικά χαλάσει είναι αυτή μεταξύ του Παρισιού και του Βερολίνου. Η ηλικία και η ιδιοσυγκρασία πάντα επηρέαζαν αρνητικά την ιδέα πως η κα Merkel και ο πρόεδρος της Γαλλίας Emmanuel Macron είναι «αδελφές ψυχές». Θα μπορούσαν να είναι εταίροι. Αλλά, αντιθέτως, η σχέση διαλύθηκε.
Ο κ. Macron, ανεβαίνοντας στη σκηνή στο Μόναχο, έδειξε ανυπομονησία και εκνευρισμό με την «αδράνεια» που δείχνει σήμερα να είναι η εξωτερική πολιτική της Γερμανίας. Η κα Merkel ήταν ταυτόχρονα αν και φυσικά απούσα, πανταχού παρούσα –η αβέβαιη παραμονή της στην εξουσία ήταν το θέμα κουτσομπολιού σε κάθε γωνιά της Διάσκεψης. Πολιτικά σε πολιορκία, η κα Merkel ξεχειλίζει από περιφρόνηση για τις υποτιθέμενες προσπάθειες εντυπωσιασμού του κ. Macron.
Οι ηγέτες της Γερμανίας και της Γαλλίας σπανίως ξεκινούν με την ίδια κοσμοθεωρία –η ισχύς της θρυλούμενης συμμαχίας πάντα βασίζονταν σε μια κοινή προσπάθεια να ξεπεραστούν οι παγιωμένες διαφωνίες. Αλλά όχι πια. Η σύγκρουση κορυφώθηκε τον Νοέμβριο κατά τη διάρκεια δείπνου που φιλοξένησε ο Γερμανός πρόεδρος Frank-Walter Steinmeier. Οι θυμωμένες στιχομυθίες, που πρώτοι οι New York Times έκαναν γνωστές, ήταν σύμφωνα με τις μαρτυρίες πρωτοφανείς.
Η κα Merkel παραπονέθηκε με πικρία πως ξόδεψε όλον τον χρόνο της προσπαθώντας να κολλήσει αυτά που έσπασε ο Γάλλος πρόεδρος στην επιδίωξή του για υλοποίηση μεγαλεπήβολων εγχειρημάτων. Η εξίσου έντονη απάντηση του κ. Macron ήταν πως κάθε προσπάθεια που έκανε να αφυπνίσει την Ευρώπη για τις παγκόσμιες προκλήσεις, αντιμετωπίστηκε με σιωπή ή παρεμποδίστηκε. Είχαν μια πολύτιμη ευκαιρία να συνεργαστούν. Τώρα ο κ. Macron βλέπει πως δεν υπάρχει νόημα να εμπλέξει κάποιον ο πολιτικός «δρόμος» του οποίου τελειώνει στη χώρα του.
Θυμηθείτε την άνοιξη του 2018. Οι δυο ηγέτες είχαν πολιτικό περιθώριο και κεφάλαιο. Ο κ. Macron εξακολουθούσε να διακατέχεται από τον ενθουσιασμό της προεδρικής του νίκης το 2017. Μετά από μια δύσκολη περίοδο, η κα Merkel έφτιαξε έναν συνασπισμό για την τέταρτη θητεία της. Από καιρό παραπονιόταν για την απουσία ενός «σοβαρού» εταίρου και τώρα είχε αποκτήσει έναν. Και οι δυο είχαν δει αρκετά από τον κ. Trump για να γνωρίζουν πως η Ευρώπη έπρεπε να κάνει αλλαγές στις δικές της υποθέσεις. Η ΕΕ χρειάζονταν να αρχίσει να χτίζει μια οικονομική ένωση που θα στήριζε το ευρώ και θα ανέπτυσσε τη δική της εξωτερική πολιτική και τη δική της πολιτική ασφάλειας, καθώς οι ΗΠΑ έκαναν πίσω –και όλα αυτά ενώ ταυτόχρονα θα έπρεπε να χειριστεί τον εκρηκτικό κ. Trump.
Τελικά δεν έγινε τίποτα. Ο κ. Macron λανσάρισε τις δικές του πρωτοβουλίες. Η κα Merkel τις έθαψε στην άμμο, κάνοντας κατά διαστήματα ένα ελάχιστο βήμα μπροστά όταν η πίεση γίνονταν ντροπιαστική. Ο κ. Macron έντυνε τα γαλλικά projects με ευρωπαϊκά ενδύματα, οι αξιωματούχοι της κας Merkel τα επέκριναν. Υπήρχαν πολλές αερολογίες, αλλά όχι αρκετές λεπτομέρειες μιας ρεαλιστικής πολιτικής. Το Παρίσι δεν ενδιαφέρονταν για μικρότερες χώρες της ΕΕ, οι Γερμανοί ψηφοφόροι δεν ήθελαν μεγαλεπήβολα σχέδια.
Μπορεί κάλλιστα να υπήρχε κάποια αλήθεια σε αυτές τις επικρίσεις. Οι Γάλλοι πρόεδροι συνηθίζουν να… τα σπάνε όλα. Οι αντιδράσεις της κας Merkel, όμως, δεν πρόσφεραν τίποτα προς την κατεύθυνση της δέσμευσης. Αντί να παρουσιάσει τα δικά του σχέδια, το Βερολίνο ανακάτεψε την τράπουλα και προτίμησε τις υπεκφυγές. Αυτοί που άκουγαν προσεκτικά την ομιλία του κ. Steinmeier στο Μόναχο ίσως να εντόπισαν κάποιο ίχνος συμπάθειας για τον κ. Macron.
Ίσως η καγκελάριος να ήθελε πράγματι να διατηρήσει την ενότητα της ΕΕ. Η πιο κυνική άποψη ήταν πως αγωνιούσε να αποφύγει οτιδήποτε θα μπορούσε να αποσταθεροποιήσει τη θέση της στο εσωτερικό της χώρας της. Η ειρωνεία είναι πως τώρα φαίνεται πιο αδύναμη από ποτέ, χωρίς εγγυήσεις πως θα επιβιώσει στην εξουσία πέραν του τρέχοντος έτους.
Μόλις τον περασμένο μήνα η κα Merkel, σε συνέντευξή της στους Financial Times, περιέγραψε την ΕΕ ως την «ασφάλεια ζωής» της Γερμανίας. Η απάντησή της στην απεμπλοκή των ΗΠΑ; «Εμείς στην Ευρώπη, και ιδιαίτερα στη Γερμανία, πρέπει να αναλάβουμε περισσότερη ευθύνη.»
Αυτό είναι που θα μπορούσε να κάνει το 2018. Αλλά η στιγμή αυτή πέρασε. Ο δισταγμός -η απουσία ηγεσίας- θα είναι αυτά που πλέον θα καθορίσουν την κληρονομιά της.