του Αθανάσιου Χ. Παπανδρόπουλου
Μπορεί ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ να τονίζει ότι η κυβερνητική παρέμβαση στην αντιμετώπιση του κορωνοϊού δεν αποτελεί εξαγορά από το κράτος, πλην όμως ελάχιστοι είναι οι παρατηρητές που αποδέχονται την άποψη αυτή. Και ακόμα λιγότεροι συμφωνούν με την τοποθέτηση του ότι η διοχέτευση απίστευτου χρήματος στην αγορά βοηθά τη διατήρηση της ελεύθερης αγοράς. Τα γεγονότα που συνοδεύουν την πανδημία και την καταπολέμηση της συνηγορούν ότι η μεταπολεμική φιλελεύθερη τάξη μπαίνει σε κινούμενη άμμο. Από την πλευρά του, το ΔΝΤ τόνισε τις «πρωτοφανείς δράσεις πολιτικής που αναλαμβάνουν οι κεντρικές τράπεζες και οι κυβερνήσεις σε όλο τον κόσμο».
Η οικονομική ανταπόκριση στην οικονομική κρίση του 2007-09 ήταν αρκετά μεγάλη. Ωστόσο, απαντώντας στη νόσο Covid-19 οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής για την πανδημία, ξεκινούν ακόμα μεγαλύτερες και περισσότερο ριζοσπαστικές παρεμβάσεις. Η θέση της οικονομίας σε πολεμική βάση υποτίθεται ότι είναι προσωρινή. Μια ματιά ωστόσο στα 500 χρόνια κυβερνητικής και κρατικής εξουσίας, υποδηλώνει ένα άλλο αποτέλεσμα: το κράτος είναι πιθανό να διαδραματίσει πολύ διαφορετικό ρόλο στην οικονομία – όχι μόνο κατά τη διάρκεια της κρίσης αλλά και πολύ καιρό αργότερα.
Όλες οι ενδείξεις συγκλίνουν προς την κατεύθυνση αυτή, αν δει κανείς πολύ προσεκτικά τις εφαρμοζόμενες πολιτικές για την αντιμετώπιση της πανδημίας. Στον χρηματοοικονομικό τομέα, σε παγκόσμιο επίπεδο, οι κεντρικές τράπεζες έχουν μειώσει τα επιτόκια περισσότερο από 0,5 ποσοστιαίες μονάδες από τον Ιανουάριο και έχουν ξεκινήσει τεράστια νέα συστήματα ποσοτικής χαλάρωσης (δημιουργώντας χρήματα για την αγορά ομολόγων). Οι πολιτικοί ανοίγουν τα δημοσιονομικά μεγέθη για να στηρίξουν την οικονομία. Το Αμερικανικό Κογκρέσο περνά νομοσχέδιο που αυξάνει τις δαπάνες κατά δύο φορές περισσότερο από το πακέτο του Προέδρου Μπαράκ Ομπάμα το 2009. Επιπλέον, η Βρετανία, η Γαλλία και άλλες χώρες έχουν χορηγήσει πιστώσεις ύψους έως και 15% του ΑΕΠ, επιδιώκοντας να αποτρέψουν μια σειρά καταστάσεων αθέτησης υποχρεώσεων. Με το πιο συντηρητικό μέτρο, η παγκόσμια τόνωση από τις κυβερνητικές δαπάνες φέτος, θα υπερβεί το 3% του παγκόσμιου ΑΕΠ και άρα θα είναι αισθητά μεγαλύτερη από την αντίστοιχη που παρατηρήθηκε το 2007-09. Ακόμα και η Γερμανία μπήκε στο χορό και αυτό λέει πολλά.
Όμως, το αποτέλεσμα είναι ότι το κράτος ,με ιατρικούς όρους, έχει φλεγμονή. Το περασμένο έτος οι συνολικές κυβερνητικές δαπάνες αντιπροσώπευαν το 38% του ΑΕΠ σε ολόκληρο τον πλούσιο κόσμο. Η προσπάθεια τόνωσης, σε συνδυασμό με την πτώση του ονομαστικού ΑΕΠ τους επόμενους μήνες, θα ωθήσει αυτή την αναλογία σαφώς πάνω από το 42%, ίσως δε να υπάρξουν και ακόμα πιο δυσάρεστες εκπλήξεις.
Εκπλήξεις που ήδη ανατρέπουν άρδην το παγκόσμιο οικονομικό τοπίο και ως φαίνεται, μετά την πανδημία, θα οδηγήσουν πιθανότατα σε νέες καταστάσεις, την παγκόσμια γεωπολιτική και γεωοικονομική σκηνή.
Όπως πολύ ορθά επισημάνει και ο Economist σε τελευταία ανάλυση – μελέτη του, στη σημερινή διεθνή οικονομία, με αφορμή την κρίση, υπάρχουν σημαντικές ποιοτικές αλλαγές που βρίσκονται σε εξέλιξη στον τρόπο με τον οποίο οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής διαχειρίζονται την κρίση, και τις ευθύνες που έχουν αναλάβει για τον εαυτό τους, σε αυτό που θεωρείται νόμιμη δράση. Σχετικά δε με τα μέτρα, ο κόσμος βρίσκεται στα αρχικά στάδια μιας επανάστασης στη χάραξη οικονομικής πολιτικής, με μη καλά ορατές προεκτάσεις.
Οι κεντρικές τράπεζες έχουν δεσμευτεί στην πράξη να εκτυπώσουν όσο το δυνατόν περισσότερα χρήματα για να μειώσουν το κόστος δανεισμού της κυβέρνησης. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα έχει υποσχεθεί, να αγοράσει ό,τι μπορεί να εκδώσει μια κυβέρνηση. Αυτό θα πρέπει να μειώσει το χάσμα στο κόστος δανεισμού μεταξύ ασθενέστερων και ισχυρότερων μελών της ευρωζώνης, το οποίο διευρύνθηκε στις πρώτες ημέρες της πανδημίας. Στις 23 Μαρτίου, η Ομοσπονδιακή Τράπεζα της Αμερικής δεσμεύτηκε να αγοράσει απεριόριστες ποσότητες κρατικών ομολόγων και τίτλων με ενυπόθηκη εξασφάλιση αν αυτό κριθεί αναγκαίο.
Σήμερα, μετά τις τελευταίες δηλώσεις Τραμπ, είναι προφανές, ότι στις Η.Π.Α., εμμέσως πλην σαφώς τυπώνεται χρήμα και αυτό κάτι λέει. Την ίδια στιγμή, ως φαίνεται, αλλάζουν και οι πολιτικές
απέναντι στις επιχειρήσεις. Σε περιόδους ύφεσης, οι τελευταίες, μπορούσαν να απολύσουν προσωπικό και να κάνουν αναδιαρθρώσεις μέσω της ανεργίας. Σήμερα δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο. Στη Γαλλία ο πρόεδρος Εμμ. Μακρόν ορκίζεται ότι «καμμιά επιχείρηση δεν θα αντιμετωπίσει κίνδυνο πτώχευσης’. Κάτι παρόμοιο ισχύει και στο Βέλγιο, στην Ολλανδία και στην Ιταλία. Τα δυτικά πολιτικά συστήματα, όπως το 2007 έσωσαν τις τράπεζες, στην παρούσα φάση δείχνουν να θέλουν να αποφύγουν τις μαζικές πτωχεύσεις εταιρειών. Το ερώτημα όμως είναι έως πότε αυτό είναι εφικτό;
Αντέχουν, οι κυβερνήσεις σε ολόκληρο τον πλούσιο κόσμο να διοχετεύουν για πολύ καιρό τεράστια ποσά στις επιχειρήσεις, παρέχοντάς τους επιχορηγήσεις και φθηνά δάνεια σε μια προσπάθεια να διατηρήσουν θέσεις εργασίας και να τις αποτρέψουν από το να κλείσουν; Σε ορισμένες περιπτώσεις, η κυβέρνηση καταβάλλει επίσης τους μισθούς των ανθρώπων που δεν μπορούν να εργαστούν με ασφάλεια: η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει αγκαλιάσει αυτή την πολιτική και σε ολόκληρο το δυτικό κόσμο ειδικά πακέτα στήριξης προσφέρουν προσωρινή βοήθεια στα δεινοπαθούντα νοικοκυριά.
Είναι προφανές ότι οι αναπτυγμένες οικονομίες διατηρούνται σε τεχνητό κώμα και το τεράστιο ερώτημα είναι τί θα προκύψει μετά την κατάσταση αυτή. Υπάρχει δυνατότητα επανόδου στην προηγούμενη κατάσταση; Κατά τον Economist, η ιστορία δεν δείχνει κάτι τέτοιο. Αναφέρει έτσι ότι δύο μαθήματα ξεχωρίζουν. Το πρώτο μας διδάσκει ότι σε περιόδους πολέμου, οι κυβερνήσεις αναλαμβάνουν τον έλεγχο μεγάλου μέρος της οικονομίας. Όμως, το δεύτερο μάθημα, διδάσκει, ότι οι δυνάμεις που ενθαρρύνουν τις κυβερνήσεις να διατηρήσουν και να διευρύνουν τον οικονομικό έλεγχο είναι ισχυρότερες από τις δυνάμεις που τους ενθαρρύνουν να το εγκαταλείψουν, πράγμα που σημαίνει ότι μια «προσωρινή» επέκταση της κρατικής εξουσίας τείνει να γίνει μόνιμη.
Στην σημερινή κρίση, αυτό που οραματίζονταν οι διαπρεπέστεροι οπαδοί του Τζων Μαίηναρντ Κέυνς, στην ουσία με μεγάλη επιτυχία το πετυχαίνει ένας κορωνοϊός.