των Κωνσταντίνου Ζοπουνίδη, Σπύρου Παπαευθυμίου και Κωνσταντίνου Τσαγκαράκη*
Ένα μοντέλο για το περιβάλλον
Η κυκλική οικονομία αντιμετωπίζει τη νέα πρόκληση παραγωγής αγαθών. Στην πραγματικότητα, ανταποκρίνεται στο πρόβλημα της συνεχούς μείωσης των φυσικών πόρων τα τελευταία πενήντα χρόνια, ενώ η κατανάλωση αγαθών και ο παγκόσμιος πληθυσμός αυξάνονται συνεχώς. Σύμφωνα με τον Οργανισμό Διαχείρισης Περιβάλλοντος και Ενέργειας, η κυκλική οικονομία μπορεί να συνοψιστεί ως ένα «οικονομικό σύστημα ανταλλαγής και παραγωγής το οποίο σε όλα τα στάδια του κύκλου ζωής του προϊόντος (αγαθά και υπηρεσίες), στοχεύει στην αύξηση της αποτελεσματικότητας της χρήσης των πόρων και τη μείωση των επιπτώσεων στο περιβάλλον, ενώ παράλληλα αναπτύσσει την ευημερία των ατόμων». Ως εκ τούτου, είναι ζήτημα να μη σπαταλάμε και να ρυπαίνουμε τίποτα σε κάθε στάδιο παραγωγής ενός προϊόντος. Το τελευταίο πρέπει να μπορεί να ανακυκλώνεται και να επαναχρησιμοποιείται πριν από την τελική καταστροφή. Αυτό το νέο μοντέλο δημιουργίας αξίας στοχεύει να αντικαταστήσει αυτό της γραμμικής οικονομίας, δηλαδή ένα μοντέλο που τείνει να εξάγει, να παράγει, να χρησιμοποιεί και να απορρίπτει ένα προϊόν. Ο κύριος ρόλος της κυκλικής οικονομίας είναι συνεπώς, η προστασία του περιβάλλοντος από τη ρύπανση και την υπερθέρμανση του πλανήτη με την βέλτιστη χρήση των φυσικών πόρων. Η ευαισθητοποίηση και κινητοποίηση όλων των παραγόντων, είτε κοινοτήτων, επιχειρήσεων, ενώσεων, πολιτών ή ακόμη και φορέων έρευνας και ανάπτυξης είναι απαραίτητες για την υλοποίηση δράσεων με απτά αποτελέσματα.
Ενδιαφέρον και εφαρμογή
Ενσωματωμένη στο νόμο για την ενεργειακή μετάβαση, η οποία έχει δεσμευτεί για την αειφόρο ανάπτυξη, η κυκλική οικονομία έχει ένα πολύ συγκεκριμένο στόχο: την προστασία των φυσικών πόρων του περιβάλλοντος, ενώ ταυτόχρονα περιορίζει την παραγωγή αποβλήτων (παρήχθησαν 5.0 τόνοι αποβλήτων ανά κάτοικο της Ε.Ε. το 2016) και την κατανάλωση ενέργειας. Για να γίνει αυτό, πρέπει να επηρεαστούν αρκετοί τομείς προκειμένου να παραχθούν αγαθά και υπηρεσίες με βιώσιμο τρόπο. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ανακοίνωσε στις 11 Μαρτίου 2020 ένα νέο σχέδιο για την κυκλική οικονομία καλώντας τα κράτη μέλη να επικαιροποιήσουν τις εθνικές στρατηγικές τους. Το 2017 μόλις το 11.2% των πόρων που χρησιμοποιούνταν στην ΕΕ προέρχονταν από ανακυκλωμένα προϊόντα. Τον δείκτη αυτό (Circular material use rate, % of total material use) καταγράφουν όλα τα κράτη μέλη από το 2010 και ουσιαστικά μας δείχνει το ποσοστό των πόρων που εξοικονομούνται κάθε έτος. Για την Ελλάδα το ποσοστό αυτό είναι μόλις 2,4%, πίσω από 22 χώρες, με υψηλότερο αυτό της Ολλανδίας που αγγίζει το 30% όπως φαίνεται στο Σχήμα 1.
Προμήθειες, δηλαδή η εξαγωγή και εκμετάλλευση των πόρων που χρησιμοποιούνται για τη δημιουργία ενός προϊόντος.
Οικολογικός σχεδιασμός: περιβαλλοντικές επιπτώσεις σε ολόκληρο τον κύκλο ζωής ενός προϊόντος και πρέπει να ληφθεί υπόψη από τη φάση σχεδιασμού.
Βιομηχανική και εδαφική οικολογία: περιορισμός της χρήσης πόρων σε μια περιοχή.
Οικονομία της λειτουργικότητας: κάθε καταναλωτής πρέπει να ενθαρρύνεται να χρησιμοποιεί ένα αγαθό και να μην το κατέχει.
Υπεύθυνη κατανάλωση: κάθε προϊόν που παράγεται, πρέπει να λαμβάνει υπόψη τις κοινωνικές και περιβαλλοντικές επιπτώσεις σε κάθε στάδιο του κύκλου ζωής του.
Αύξηση της διάρκειας χρήσης: Η ανακύκλωση, η μεταπώληση, η δωρεά, η επισκευή είναι θέματα που πρέπει να λαμβάνουν υπόψιν οι καταναλωτές πολύ σοβαρά και να αποτελέσουν τμήματα της κουλτούρας τους.
Πρόληψη, διαχείριση και ανακύκλωση απορριμμάτων: υλικά από απόβλητα πρέπει να τεθούν ξανά στον οικονομικό κύκλο για την παραγωγή νέων προϊόντων.
Συμπερασματικά, η κυκλική οικονομία είναι επομένως μέρος μιας πράσινης οικονομίας και ανταποκρίνεται σε περιβαλλοντικά, οικονομικά και κοινωνικά ζητήματα αντλώντας ταυτόχρονα έμπνευση από τη λειτουργία των φυσικών οικοσυστημάτων. Σε επόμενο άρθρο μας θα εξετάσουμε τις προκλήσεις και τα πλεονεκτήματα της κυκλικής οικονομίας.
*Ακαδημαϊκός, Βασιλική Ακαδημία Οικονομικών& Χρηματοοικονομικών, Βασιλική Ευρωπαϊκή Ακαδημία των Διδακτόρων, Πολυτεχνείο Κρήτης & Audencia Business School, France και Αναπληρωτής Καθηγητής Πολυτεχνείο Κρήτης, Ελληνική Εταιρεία Ενεργειακής Οικονομίας και Καθηγητής Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης