του Κωνσταντίνου Ζοπουνίδη, Γεώργιου Αραμπατζή, Σπύρου Παπαευθυμίου και Κωνσταντίνου Τσαγκαράκη*
Στα δύο προηγούμενα άρθρα μας είχαμε αναφερθεί στον ορισμό, τις προκλήσεις, τα πλεονεκτήματα και τις εφαρμογές της κυκλικής οικονομίας (βλ. Ζοπουνίδης, Παπαευθυμίου, Τσαγκαράκης, Insurance Daily, Πέμπτη 22/05/2020 και 26/05/2020).
Αν και πολύ ελπιδοφόρο και ενάρετο σε θεωρητικό επίπεδο, το μοντέλο της κυκλικής οικονομίας είναι ωστόσο ανοιχτό σε κριτική και βελτίωση, κυρίως εάν θεωρήσουμε ότι υπερβαίνει τη διαχείριση πόρων και γίνεται μέσο επίτευξης ατομικής και συλλογικής ευημερίας.
Η ιδέα μιας κυκλικής οικονομίας πάνω από όλα, παρέχει ένα ενοποιητικό πλαίσιο και μια νέα ανάσα σε μια ολόκληρη σειρά προϋπαρχουσών εννοιών που στοχεύουν στη βιωσιμότητα. Προσφέρει εργαλεία και επιχειρηματικά μοντέλα, όχι νέα, αλλά τα οποία, όταν λαμβάνονται μαζί και αρθρώνονται με σκοπό την κυκλικότητα, προσφέρουν ένα φιλόδοξο και εφικτό στόχο. Έτσι, με μια κυκλική οικονομία, οι επιχειρήσεις και οι καταναλωτές δεν θεωρούνται πλέον υπεύθυνοι για όλα τα δεινά, αλλά ως φορείς λύσεων μέσω της καινοτομίας και της συνεργασίας. Η κυκλική οικονομία μπορεί με τον τρόπο αυτό να μεταφερθεί από εταιρείες, οι οποίες τη βλέπουν ως τρόπο συμβιβασμού της επιχειρηματικής πραγματικότητας και της κοινωνικής τους ευθύνης,
Περιορισμοί
Η οικολογική πτυχή που έχει καταστεί απαραίτητη για κάθε εικόνα μάρκας, η ανακύκλωση έχει πλέον γίνει ο πυλώνας επικοινωνίας για επιχειρήσεις που διαθέτουν αγαθά δημιουργώντας σημαντικά απόβλητα. Πρέπει επομένως να διασφαλίσουμε ότι η ανακύκλωση δεν θα μετατραπεί σε άλλοθι από ορισμένες επιχειρήσεις για να σταματήσει κάθε προσπάθεια καινοτομίας στη μείωση των αποβλήτων στην πηγή. Για παράδειγμα οι πλαστικές σακούλες, οι οποίες θεωρούνται σήμερα απαγορευτικό είδος για το περιβάλλον, αντικαθίστανται σταδιακά από αγροπλαστικές γνωστές ως «βιοαποικοδομήσιμες». Ωστόσο, δεν υπάρχει εθνικό δίκτυο για την κομποστοποίηση. Μερικές φορές είναι επίσης δύσκολο να «κλείσεις το βρόχο», διατηρώντας παράλληλα τα περιβαλλοντικά οφέλη της ανακύκλωσης. Για παράδειγμα, μέρος των υλικών αγαθών που ως ανακυκλώσιμα, όταν αυτό είναι δυνατό, στην Ευρώπη. Μέρος αυτών επιστρέφει στην Κίνα όπου ανακυκλώνονται με χαμηλότερο κόστος και στη συνέχεια χρησιμοποιούνται για την παραγωγή προϊόντων που θα εισαχθούν πάλι στην Ευρώπη. Εάν η κυκλική οικονομία βασίζεται σε ένα «κύκλο» του οποίου η διάμεσος είναι μεγαλύτερη από 10.000. χιλ., πρέπει να σκεφτούμε τρόπους βελτίωσής της μειώνοντας τις αποστάσεις ανταλλαγής και επομένως μετεγκατάσταση ορισμένων βιομηχανιών και παραγωγών σε κοντινή απόσταση από τους τόπους κατανάλωσης. Τέλος, η ανακύκλωση δεν είναι απαραίτητα σφραγισμένος βρόχος. Πράγματι, τα περισσότερα υλικά, όταν είναι ανακυκλώσιμα, δεν είναι απεριόριστα. Έτσι, το χαρτί μπορεί να ανακυκλωθεί από 3 έως 6 φορές προτού υποβαθμιστεί υπερβολικά. Οι φυσικές ιδιότητες των υλικών αλλάζουν καθώς εξελίσσονται οι κύκλοι ανακύκλωσης. Επιπλέον, το 100% του υλικού που εισέρχεται σε διαδικασία ανακύκλωσης δεν ανακυκλώνεται, επειδή υπάρχει αυτό που θα μπορούσαμε να ονομάσουμε «διαδικτυακή απώλεια». Το υλικό που φτάνει σε ένα εργοστάσιο ανακύκλωσης υφίσταται γενικά «υπερδιαλογή» με στόχο την απομάκρυνση των ακαθαρσιών ή των εισβολέων. Αυτή η υπερβολική διαλογή αποστέλλει μέρος του υλικού σε θραύσματα, ιδίως στην περίπτωση των εργοστασίων ανακύκλωσης γυαλιού. Επομένως η ανακύκλωση δεν είναι συνώνυμη με μηδενικά απόβλητα. Η ανακύκλωση δεν πρέπει να χρησιμοποιείται ως δικαιολογία για να παραμείνει σε μια κοινωνία υπερκατανάλωσης, καθιστώντας ο ένας τον άλλο ένοχο από τη λεγόμενη εγγύηση της επαναχρησιμοποίησης των υλικών που αποτελούν τα απόβλητα.
Μειονεκτήματα
Η κυκλική οικονομία ενσωματώνει πολύ λίγους κοινωνικούς προβληματισμούς (για παράδειγμα πώς να βελτιώσουμε ένα σύστημα όσον αφορά την ποιότητα της εργασίας ή την ευημερία της κοινότητας) και δεν γίνεται αναφορά για ισότητα (εξασφάλιση δίκαιης κατανομής των επιπτώσεων των οικονομικών δραστηριοτήτων θετικών και αρνητικών μεταξύ του πληθυσμού). Η ευημερία αναφέρεται από ορισμένους οργανισμούς, αλλά με μεγάλη έμφαση στη δημιουργία θέσεων εργασίας, η οποία είναι μόνο μια από τις πολλές πτυχές που πρέπει να εξεταστούν κοινωνικά. Η κυκλική οικονομία θα εξελιχθεί ώστε να περιλαμβάνει κοινωνικά ζητήματα, την ισότητα και άλλες έννοιες που επί του παρόντος απουσιάζουν στο επίκεντρο του ορισμού της ή θα τις εγκαταλείψει; Αυτές οι παραλείψεις δεν αποτελούν από μόνες τους πρόβλημα, αλλά πρέπει να δηλωθούν σαφώς για να συμπληρώσουν τις λεγόμενες κυκλικές πρωτοβουλίες με προοπτικές και εργαλεία που στοχεύουν στη συνεκτίμηση αυτών των άλλων διαστάσεων εάν θέλουμε να κάνουμε την κυκλική οικονομία πραγματικό έργο της κοινωνίας.
Συμπερασματικά, τα παραπάνω μειονεκτήματα δεν αναιρούν τις αρχές της κυκλικής οικονομίας, αντιθέτως, καθιστούν την εφαρμογή της ακόμη πιο απαραίτητη. Αλλά αυτές οι αρχές θα μειώσουν μόνο τις οικολογικές επιπτώσεις των ανθρώπινων δραστηριοτήτων, έως ότου τις καταστήσουν βιώσιμες, στο βαθμό που θα τεθούν επίσης όρια στην παραγωγή και την κατανάλωση αγαθών και υπηρεσιών.
Ο μόνος τρόπος να κάνουμε τις οικονομίες μας «βιώσιμες» δεδομένου του τρέχοντος μεγέθους τους, είναι τώρα να τις επιβραδύνουμε. Διαφορετικά, η μεγάλης κλίμακας δημιουργία μιας κυκλικής οικονομίας θα επιτρέψει στην καλύτερη περίπτωση μια σχετική αποσύνδεση μεταξύ της οικονομικής μεγέθυνσης και της εξάντλησης/ρύπανσης του χερσαίου οικοτόπου μας.
*Ακαδημαϊκός, Βασιλική Ακαδημία Οικονομικών& Χρηματοοικονομικών, Βασιλική Ευρωπαϊκή Ακαδημία των Διδακτόρων, Πολυτεχνείο Κρήτης & Audencia Business School, France και Επικ. Καθηγητής στο Πολυτεχνείο Κρήτης και Αναπληρωτής Καθηγητής στο Πολυτεχνείο Κρήτης, Ελληνική Εταιρεία Ενεργειακής Οικονομίας και Καθηγητής στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης