Οι αυξημένες ξένες επενδύσεις στην κινεζική αγορά και η σταδιακή απελευθέρωσή τους από το Πεκίνο προλειαίνουν το έδαφος για την αναβάθμιση του γουάν ως διεθνούς νομίσματος, με προοπτική ανάδειξής του σε τρίτο αποθεματικό νόμισμα στον κόσμο μέσα σε μία δεκαετία. Αυτή είναι η εκτίμηση της επενδυτικής τράπεζας Morgan Stanley, που υπολογίζει πως έως το 2030 το κινεζικό νόμισμα θα αντιπροσωπεύει ποσοστό από 5% έως 10% των παγκόσμιων συναλλαγματικών διαθεσίμων. Θα έχει, εν ολίγοις, αναβαθμιστεί σημαντικά η θέση του κινεζικού νομίσματος, καθώς τώρα το γουάν δεν αντιπροσωπεύει παρά μόνον το 2% των παγκόσμιων διαθεσίμων.
Παρουσιάζοντας σχετική έκθεση της επενδυτικής τράπεζας, ο Τζέιμς Λορντ, υψηλόβαθμο στέλεχός της, τόνισε πως «ποσοστό της τάξεως του 5% με 10% δεν είναι καθόλου εξωπραγματικό δεδομένου ότι η Κίνα ανοίγει την εγχώρια αγορά χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, επέρχεται ενοποίηση των διασυνοριακών αγορών κεφαλαίων και αυξάνεται το ποσοστό των διασυνοριακών συναλλαγών που γίνονται σε γουάν». Το συμπέρασμα που προκύπτει μετά όλα αυτά είναι, σύμφωνα με τον κ. Λορντ, ότι «οι κεντρικές τράπεζες θα αναγκαστούν να κρατούν περισσότερα γουάν στα διαθέσιμά τους».
Αν επαληθευθούν οι εκτιμήσεις της επενδυτικής τράπεζας, το γουάν θα έπεται μόνον του δολαρίου και του ευρώ, ενώ θα έχει αφήσει πίσω του τη βρετανική στερλίνα αλλά και το ιαπωνικό γιεν, που παραδοσιακά αποτελεί ασφαλές καταφύγιο για τους επενδυτές σε περιόδους κρίσης. Μεταξύ, άλλων, η Morgan Stanley εκτιμά πως το γουάν θα έχει ενισχυθεί σημαντικά έως τα τέλη του επόμενου έτους, με την ισοτιμία του να διαμορφώνεται στα 6,6 γουάν προς ένα δολάριο. Προς το παρόν η ισοτιμία του προς το δολάριο διαμορφώνεται στα 6,85 γουάν προς ένα δολάριο.
Η πρόβλεψη της Morgan Stanley έπεται μακροχρόνιων προσπαθειών που έχει καταβάλει το Πεκίνο τα τελευταία χρόνια για να αναβαθμίσει τον διεθνή ρόλο του κινεζικού νομίσματος.
Δεν είναι η πρώτη φορά που η επενδυτική τράπεζα προβλέπει αναβάθμιση του γουάν ως τρίτου αποθεματικού νομίσματος. Εχει προηγηθεί ανάλογη εκτίμησή της τον Φεβρουάριο του 2019. Στους 18 μήνες που έχουν μεσολαβήσει, το Πεκίνο επιτάχυνε τις μεταρρυθμίσεις που είχε δεσμευθεί να υλοποιήσει και διεύρυνε την πρόσβαση στην κινεζική αγορά για τα ξένα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα. Ετσι οι ξένοι επενδυτές διεισδύουν όλο και περισσότερο στην κινεζική αγορά, καθώς διαβλέπουν ευκαιρίες για συγκριτικά μεγαλύτερα κέρδη και αποδόσεις σε σύγκριση με άλλες γεωγραφικές ζώνες.
Η Morgan Stanley υπολογίζει, έτσι, πως την επόμενη δεκαετία οι εισροές σε επενδύσεις χαρτοφυλακίου θα έχουν μεγαλύτερη σημασία από τις άμεσες ξένες επενδύσεις και το άθροισμα των ξένων επενδύσεων θα ανέλθει σε τρία τρισεκατομμύρια δολάρια.
«Εκτιμάμε πως μέσα στο 2020 οι εισροές σε επενδύσεις χαρτοφυλακίου στην Κίνα θα φτάσουν συνολικά στα 150 δισεκατομμύρια δολάρια για τρίτο συναπτό έτος». Η επενδυτική τράπεζα εκτιμά ότι, αρχής γενομένης από το επόμενο έτος και έως το 2030, οι ετήσιες εισροές θα διαμορφωθούν σε επίπεδα από 200 έως 300 δισεκατομμύρια δολάρια. Οταν οι εισροές θα έχουν φτάσει σε αυτά τα επίπεδα, θα αυξηθούν σημαντικά τα κεφάλαια που θα διατηρούνται σε γουάν ανά τον κόσμο.
Το 2015 το ΔΝΤ προχώρησε σε μια πολιτική απόφαση και ενέταξε το γουάν στο καλάθι των μεγαλύτερων νομισμάτων του κόσμου, γνωστό με την τεχνική ονομασία «ειδικά τραβηχτικά δικαιώματα». Πρακτικά το γουάν αποτελεί μέλος αυτού του καλαθιού νομισμάτων από τον Οκτώβριο του 2016.
Σύμφωνα με στοιχεία της Λαϊκής Τράπεζας της Κίνας, όπως αποκαλείται η κεντρική τράπεζα, στα τέλη του 2019 είχε αυξηθεί στις 70 ο αριθμός των κεντρικών τραπεζών ανά τον κόσμο που διατηρούν γουάν στα διαθέσιμά τους. Ενα χρόνο νωρίτερα, στα τέλη του 2018, μόνον 60 τράπεζες διατηρούσαν γουάν.
*πρώτη δημοσίευση: www.kathimerini.gr