της Δήμητρας Μανιφάβα
Ακόμη πιο απαισιόδοξες εμφανίζονται οι επιχειρήσεις στην Ελλάδα μετά και το δεύτερο lockdown στο οποίο βρισκόμαστε από τις 7 Νοεμβρίου, με το ποσοστό αυτών που εκτιμούν ότι οι επιπτώσεις της πανδημίας θα είναι πιο σοβαρές από αυτές της προηγούμενης οικονομικής κρίσης να ανεβαίνει στο 65,9% από 56,9% που ήταν πριν από την παραπάνω ημερομηνία. Ο βαθμός πάντως απαισιοδοξίας καθώς και ο επενδυτικός σχεδιασμός ποικίλλουν ανάλογα με το μέγεθος των επιχειρήσεων αλλά και τον τομέα στον οποίο δραστηριοποιούνται.
Σύμφωνα με την έρευνα της MRB για λογαριασμό του ΣΕΒ, 36,1% των επιχειρήσεων δηλώνουν ότι θα συνεχίσουν τα επενδυτικά τους πλάνα για την περίοδο 2021-2024. Πάντως, το 11,3% δηλώνει ότι προχωράει στις επενδύσεις λόγω COVID-19. Aπό την άλλη, υπάρχει ένα σημαντικό ποσοστό, το οποίο μάλιστα μετά το δεύτερο lockdown αυξήθηκε σε 32,6% από 28,3% πριν, που δηλώνει ότι ανέβαλε το επενδυτικό του πρόγραμμα λόγω της πανδημίας.
Εξι στις δέκα μεγάλες επιχειρήσεις θα παρουσιάσουν επενδυτική δραστηριότητα την περίοδο 2021-2024, όπως τη σχεδίαζαν ανεξαρτήτως της υγειονομικής κρίσης. Ομοίως θα κάνουν οι επιχειρήσεις στη μεταποίηση και στις μεταφορές – πρωτογενή τομέα, με ποσοστά 41,5% και 36,1%, αντιστοίχως. Αντιθέτως, οι μεσαίες επιχειρήσεις και όσες δραστηριοποιούνται στον ξενοδοχειακό κλάδο και στην εστίαση, κλάδοι που έχουν δεχθεί το ισχυρότερο πλήγμα από την πανδημία, παρουσιάζονται ιδιαίτερα επιφυλακτικές και αναβάλλουν τα επενδυτικά τους σχέδια.
Η ύφεση που θα προκαλεί και θα εντείνει τα προβλήματα ρευστότητας στις επιχειρήσεις τις κάνει πιο δεκτικές στο ενδεχόμενο αναζήτησης στρατηγικού επενδυτή. Ετσι, το 47,4% των επιχειρήσεων αξιολογεί θετικά την προοπτική συμμετοχής ενός στρατηγικού ή θεσμικού επενδυτή, με το ποσοστό να εκτοξεύεται στο 78,9% στην περίπτωση των μεγάλων εταιρειών. Το 73,8% των επιχειρήσεων επιθυμεί την είσοδο στο μετοχικό κεφάλαιο στρατηγικού επενδυτή για την εξασφάλιση χρηματοδότησης, ενώ υπάρχει ένα 56% που θεωρεί βασικό κίνητρο για μια τέτοια εξέλιξη την επέκταση δραστηριοτήτων σε νέο κλάδο ή σε νέα αγορά.
Αρνητική εντύπωση, πάντως, προκαλεί το γεγονός ότι πολύ σημαντικό ποσοστό των επιχειρήσεων (40,7% πριν από το δεύτερο lockdown και 47,9% ύστερα από αυτό) δηλώνει ότι δεν σκοπεύει να αναπτύξει κάποιο σχέδιο εκτάκτου ανάγκης. Οσο πιο μεγάλες είναι οι επιχειρήσεις, τόσο μεγαλύτερος είναι και ο βαθμός ετοιμότητας για τη διαχείριση του δεύτερου κύματος της πανδημίας: το 59,4% των μεγάλων επιχειρήσεων έχει εκπονημένο σχέδιο εκτάκτου ανάγκης, αλλά μόλις το 33,2% των μεσαίων και το 23% των μικρών έχει προβεί σε αντίστοιχα βήματα.
Σημαντικές είναι και οι διαφορές ανά κλάδο. Ετσι, στον ξενοδοχειακό κλάδο και της εστίασης το 77,7% των επιχειρήσεων δεν έχουν και δεν σκοπεύουν να αναπτύξουν σχέδιο εκτάκτου ανάγκης. Αντιθέτως, το 51% των επιχειρήσεων στον κλάδο των υπηρεσιών εφαρμόζει ήδη ολοκληρωμένο σχέδιο, ενώ ένα 20,5% το επικαιροποιεί. Στους κλάδους του εμπορίου, της μεταποίησης και των μεταφορών πάνω από τις μισές επιχειρήσεις έχουν σε ισχύ ή εμπλουτίζουν σχέδιο εκτάκτου ανάγκης για τη διαχείριση της πανδημίας.
*πρώτη δημοσίευση: www.kathimerini.gr