των Masood Ahmed και Mauricio Cardenas*
Η πανδημία του κορονοϊού είχε καταστροφικές επιπτώσεις για τις χώρες μεσαίου εισοδήματος. Με την εξαίρεση των ΗΠΑ, οι 10 χώρες με τον υψηλότερο αριθμό κρουσμάτων covid19 μέχρι σήμερα, ανήκουν σε αυτές, ενώ το ίδιο ισχύει και για τα νέα καθημερινά κρούσματα και τους θανάτους ανά εκατομμύριο από τον ιό. Στις χώρες μεσαίου εισοδήματος ζουν περισσότεροι από 3,5 δισεκατομμύρια άνθρωποι.
Οι οικονομικές προβλέψεις για τις χώρες αυτές είναι εξίσου απαισιόδοξες. Τα εισοδήματα των νοικοκυριών είναι μειωμένα το 2020 και σε αυτό περιλαμβάνονται και τα 100 εκατομμύρια άτομα που θα πέσουν στην ακραία φτώχεια σε αυτό το ζοφερό σενάριο.
Η εμπειρία της λατινικής Αμερικής είναι ενδεικτική. Η περιοχή αντιπροσωπεύει μόλις το 8,4% του παγκόσμιου πληθυσμού αλλά και το 30% των κρουσμάτων του νέου κορονοϊού. Το ΔΝΤ υπολογίζει ότι το ΑΕΠ στη Λατινική Αμερική και στην Καραϊβική θα συρρικνωθεί κατά 9,4% έως το τέλος του χρόνου, ενώ η παγκόσμια τράπεζα πως η φτώχεια στην περιοχή θα αυξηθεί κατά 10 ποσοστιαίες μονάδες.
Όλα αυτά, την ώρα που κύματα κοινωνικής αναταραχής επεκτείνονται σε όλον τον κόσμο και ιδιαίτερα στις χώρες του μεσαίου εισοδήματος. Κοινός παρονομαστής: η έλλειψη ανάπτυξης, η έλλειψη κοινωνικής κινητικότητας προς τα πάνω και αιτήματα για μεγαλύτερη πολιτική εκπροσώπηση και συμμετοχή. Ακόμα και σε οικονομίες που τα πηγαίνουν καλύτερα πολλοί πολίτες αισθάνονται ότι οι προσδοκίες τους δεν βρίσκουν ανταπόκριση και ότι οι πλούσιοι έχουν περισσότερες ευκαιρίες για κέρδη. Οι νέοι φοβούνται ότι θα καταλήξουν πίσω στο σημείο από όπου είχαν ξεκινήσει οι γονείς τους μία γενιά πριν.
Οι χώρες αυτές φιλοξενούν το 75% του παγκόσμιου πληθυσμού, αλλά δεν μπορεί να υπάρξει αποτελεσματική παγκόσμια υποδομή για την υγεία χωρίς τη δική τους συμμετοχή. Συνεπώς είναι ουσιώδες να έχουν πρόσβαση σε ένα αποτελεσματικό εμβόλιο για τον covid- 19 όσο το δυνατόν γρηγορότερα.
Η παγκόσμια οικονομική ανάπτυξη εξαρτάται από την κατάσταση των αναπτυσσόμενων αγορών, που αντιπροσωπεύουν το 60% της παγκόσμιας οικονομίας. Στην ανάκαμψη από την οικονομική κρίση του 2008 ηγήθηκε η Κίνα, και μέσω της επιρροής τους στις τιμές των προϊόντων και την έντονη εμπορική κίνηση οι χώρες μεσαίου εισοδήματος. Κάτι τέτοιο δεν θα συμβεί τώρα και έτσι χρειάζεται να βασιστούν σε άλλες πηγές ανάπτυξης για να ξεπεράσουν την ύφεση που προκαλεί ο κορονοϊός. Όμως δεν διαθέτουν τις πηγές για τις απαραίτητες δημόσιες επενδύσεις ούτε μπορούν αυτή τη στιγμή να προσελκύσουν ιδιωτικές.
Στις προτάσεις που συζητούνται περιλαμβάνεται η χρήση αποθεμάτων του ΔΝΤ, η καθιέρωση ενός οχήματος ειδικού σκοπού για να δοθεί ρευστότητα στις αναπτυσσόμενες αγορές από τις κεντρικές τράπεζες των προηγμένων οικονομιών. Χρειάζεται επίσης να κινητοποιηθούν περιφερειακοί θεσμοί ώστε να συμβάλουν στην αγορά του εμβολίου, στη βελτίωση της υγειονομικής περίθαλψης και ώστε να δημιουργηθεί ένα δίχτυ ασφαλείας για τους πιο φτωχούς πληθυσμούς.
Την ίδια ώρα, ο κόσμος προσπαθεί να προχωρήσει σε ένα πιο πράσινο αναπτυξιακό κομμάτι. Το μεγαλύτερο μέρος των επενδύσεων σε υποδομές για τις επόμενες τρεις δεκαετίες θα γίνει σε χώρες μεσαίου εισοδήματος και οι επιλογές που θα κάνουμε θα κρίνουν εάν θα επιτευχθεί ο στόχος των μηδενικών εκκλήσεων αερίων που επιβαρύνουν την ατμόσφαιρα έως το 2050. Μία παρατεταμένη κρίση στις χώρες αυτές όπου οι εκλύσεις αυξάνονται πιο γρήγορα από ότι στον ανεπτυγμένο κόσμο θα καθυστερήσει αυτήν την προσπάθεια και μπορεί να έχει σοβαρές αρνητικές συνέπειες. Βοηθώντας τις χώρες αυτές να ξεπεράσουν την πανδημία και τις οικονομικές επιπτώσεις, η διεθνής κοινότητα θα έχει ίδιον όφελος.
*πρώην στέλεχος του ΔΝΤ και της παγκόσμιας Τράπεζας, πρόεδρος του κέντρου διεθνούς ανάπτυξης και πρώην υπουργός οικονομικών της Κολομβίας, στέλεχος του κέντρου παγκόσμιας ενεργειακής πολιτικής του πανεπιστημίου Κολούμπια