του Fabian Lindner*
Πόσο ασφαλή είναι τα κρατικά ομόλογα της Ευρωζώνης; Αυτό το επιφανειακά τεχνικό ζήτημα είναι κεντρικό για το μέλλον της οικονομικής και νομισματικής ένωσης: χωρίς ασφαλή ομόλογα, θα μπορούσε να ξεσπάσει αμέσως μετά την πανδημία νέα κρίση στην Ευρωζώνη. Η τελευταία ξέσπασε το 2010 εξαιτίας της αβεβαιότητας πέριξ των κρατικών ομολόγων. Οι παράγοντες των αγορών θεώρησαν ότι υπήρχε κίνδυνος αθέτησης υποχρεώσεων από τις αντίστοιχες κυβερνήσεις, οπότε απαίτησαν από αυτές μαζικά υψηλότερα επιτόκια. Μη δυνάμενες να χρηματοδοτήσουν τα δημοσιονομικά τους ελλείμματα, κλήθηκαν να εφαρμόσουν σκληρές πολιτικές λιτότητας. Μόνον όταν ο τότε πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Μάριο Ντράγκι, ανακοίνωσε τον Ιούλιο του 2012 πως θα κάνει ό,τι πρέπει για να σώσει το ευρώ –δηλαδή, σε περίπτωση εκτάκτου ανάγκης, αγοράζοντας κρατικά ομόλογα– περιόρισε τον κίνδυνο χρεοκοπίας και έθεσε υπό έλεγχο τα επιτόκια. Κι ενώ παρατηρήθηκαν παρόμοιες οικονομικές κρίσεις στις ΗΠΑ, στο Ηνωμένο Βασίλειο και στην Ιαπωνία, δεν υπήρξε ποτέ αμφιβολία εκεί για το εάν η κεντρική τράπεζα θα εγγυάτο την ασφάλεια των κρατικών ομολόγων.
Μόνον όταν τα εν λόγω ομόλογα καταδείξουν ότι, εάν τα αγοράσουν οι επενδυτές, δεν θα κινδυνεύσουν με ζημία, τότε θα μπορέσουν αυτοί να δανειοδοτήσουν κυβερνήσεις με χαμηλά επιτόκια. Η ΕΚΤ αγοράζει ομόλογα ακόμη και τώρα στην κρίση της πανδημίας, δίνοντας το περιθώριο στις κυβερνήσεις να ακολουθήσουν μια δημοσιονομική πολιτική που σταθεροποιεί την απασχόληση. Τον Μάιο του 2020, ωστόσο, το γερμανικό Συνταγματικό Δικαστήριο έκρινε πως η ΕΚΤ ενεργούσε εκτός ευρωπαϊκών συνθηκών με τις αγορές ομολόγων της και ότι η Bundesbank δεν θα έπρεπε πλέον να συμμετέχει, εκτός εάν η ΕΚΤ αποδείκνυε το αντίθετο.
Τον Μάρτιο του 2020 η πρόεδρος της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, είχε πει ότι η ΕΚΤ δεν ήταν υπεύθυνη για τη μείωση της διαφοράς στις ομολογιακές αποδόσεις των κρατικών τίτλων στην Ευρωζώνη. Μετά, τα επιτόκια των ιταλικών ομολόγων στο αποκορύφωμα της πανδημίας αυξήθηκαν, η κ. Λαγκάρντ αναδιπλώθηκε, αλλά όχι και οι αποδόσεις. Ο δε Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας έχει σχεδιαστεί να παράσχει επείγοντα δάνεια σε χώρες της Ευρωζώνης στα πρόθυρα πτώχευσης, όμως τα λαμβάνουν υπό όρους. Εάν δεν τους πληρούν, θα χρεοκοπήσουν και τα ομόλογά τους θα παραμένουν ριψοκίνδυνα.
Ωστόσο εάν τα ασφαλή κρατικά ομόλογα είναι τόσο σημαντικά για μια οικονομία, γιατί αποδεικνύονταν τόσο επισφαλή στην Ευρωζώνη; Λόγω των ευρωπαϊκών συνθηκών. Οι κυβερνήσεις της Ευρωζώνης έχουν ουσιαστικά απαγορεύσει η μία στην άλλη να εγγυώνται τα αντίστοιχα χρέη τους, ενώ η ΕΚΤ δεν επιτρέπεται να δανείζει απευθείας σε αυτές. Πρόκειται για τη θεωρία της νομισματικής κυριαρχίας. Στην Ευρωζώνη ο υψηλότερος στόχος οικονομικής πολιτικής, όπου υπάγονται όλοι οι άλλοι, είναι ο χαμηλός πληθωρισμός. Εάν οι κυβερνήσεις αναλάβουν πάρα πολύ χρέος, οι δανειστές χρεώνουν υψηλότερα επιτόκια λόγω του υψηλότερου κινδύνου και η διάθεση του κράτους για δανεισμό αμβλύνεται όπως και ο κίνδυνος πληθωρισμού. Αυτό ακριβώς συνέβη στην κρίση της Ευρωζώνης, αλλά με καταστροφικές συνέπειες.
Στην Ευρωζώνη, η θεωρία της νομισματικής κυριαρχίας παραμένει αναπόσπαστο μέρος των ευρωπαϊκών συνθηκών. Η ΕΚΤ δεν την παραβιάζει, επειδή δεν δανείζει άμεσα κυρίαρχους, αλλά αγοράζει κρατικά ομόλογα ήδη εκκρεμή στις αγορές. Πολλοί, πάντως, όπως το γερμανικό Συνταγματικό Δικαστήριο, πιστεύουν ότι οι αγορές ομολόγων αντιβαίνουν στο πνεύμα των συνθηκών. Επομένως, υπάρχει πραγματικός κίνδυνος μια απόφαση εθνικού δικαστηρίου να αποφαινόταν υπέρ του περιορισμού στην αγορά κρατικών ομολόγων.
*καθηγητής Διεθνών Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο Εφηρμοσμένων Επιστημών του Βερολίνου
**πρώτη δημοσίευση: www.kathimerini.gr