του Θόδωρου Σκυλακάκη*
Το ποσό που μπορεί να ζητήσει από το νέο ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας η Ελλάδα φτάνει στο μέγιστο στα 31 δισεκατομμύρια ευρώ.
Όμως το «Ελλάδα 2.0», το Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας προβλέπει συνολικά κινητοποίηση επενδύσεων 57 δισεκατομμυρίων ευρώ.
Η διαφορά είναι πολύ μεγάλη και αποτελεί θεμελιώδες χαρακτηριστικό του ελληνικού σχεδίου, που το διαφοροποιεί σημαντικά από τα σχέδια που προετοιμάζουν άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
Η πολύ μεγάλη κινητοποίηση ιδιωτικών επενδυτικών πόρων αποτελεί επίσης και μια θεμελιώδη διαφορά μεταξύ του συγκεκριμένου σχεδίου και των παλαιότερων πακέτων που κατά καιρούς πήραμε από την Ευρώπη.
Στα παλαιότερα πακέτα υπήρχαν πολύ σημαντικές επενδύσεις σε υποδομές, όμως αυτές τελικά δε πυροδότησαν τις αντίστοιχες ιδιωτικές παραγωγικές επενδύσεις που να αλλάζουν τις τεχνολογίες, την ανταγωνιστικότητα και την βαθύτερη φύση της ελληνικής οικονομίας.
Στο «Ελλάδα 2.0» αντίθετα πολύ μεγάλο μέρος των πόρων διατίθεται για κινητοποίηση ιδιωτικών επενδύσεων.
Πώς γίνεται αυτό;
Καταρχήν θα χρησιμοποιηθεί το πολύ ισχυρό εργαλείο των δανείων.
Η Ελλάδα ζητά το μέγιστο των δανείων που μπορεί να κινητοποιήσει, 12,7 δις ευρώ, τα οποία θα κατευθυνθούν στο σύνολό τους για χρηματοδότηση ιδιωτικών επενδύσεων -με αντίστοιχα κρατικά δάνεια περίπου μηδενικού επιτοκίου και διάρκειας 8-12 ετών.
Τα χρήματα θα δοθούν μέσω του χρηματοπιστωτικού τομέα, εφόσον και αυτός δίνει για τις συγκεκριμένες επενδύσεις χρηματοδότηση, με αυστηρά ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια.
Η μέγιστη συμμετοχή του Δημοσίου στα επενδυτικά σχέδια δεν θα ξεπερνά το 50% και η μέση συμμετοχή του θα είναι 40%.
Κάτι που συνεπάγεται κινητοποίηση ιδιωτικών πόρων που φτάνουν, σε πλήρη εφαρμογή του εργαλείου, σε επιπλέον ιδιωτικούς πόρους ύψους 19 δισεκατομμυρίων ευρώ.
Στους πόρους αυτούς θα προστεθεί σειρά άλλων προγραμμάτων που θα χρησιμοποιούν επιδοτήσεις για να κινητοποιήσουν ιδιωτικές επενδύσεις.
Ιδιωτικές επενδύσεις για τον ψηφιακό εκσυγχρονισμό των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, για τον αγροτοδιατροφικό και τουριστικό τομέα, για -συγχρηματοδοτούμενη με ιδιωτικές επιχειρήσεις- έρευνα στα πανεπιστήμια και στα ερευνητικά κέντρα.
Κινητοποίηση ιδιωτικών πόρων θα υπάρχει επίσης στα προγράμματα «Εξοικονομώ» για νοικοκυριά και επιχειρήσεις, που αφορούν στην εξοικονόμηση ενέργειας, αλλά και στην εξοικονόμηση νερού.
Θα δοθούν επίσης κίνητρα για πρωτοβουλίες του ιδιωτικού τομέα για βιομηχανικά πάρκα και επενδύσεις σε «έξυπνο» βιομηχανικό εξοπλισμό, μεγάλες πράσινες επενδύσεις στην αποθήκευση ενέργειας και την κυκλική οικονομία, ενώ θα διατεθούν πόροι για να προσελκύσει η χώρα εμβληματικές επενδύσεις και παγκόσμιας σημασίας επιχειρήσεις, στο πλαίσιο του σχετικού διεθνούς ανταγωνισμού.
Ακόμα, θα χρησιμοποιηθεί το εργαλείο των Συμπράξεων Δημοσίου Ιδιωτικού Τομέα (ΣΔΙΤ), για την πραγματοποίηση μεγάλων δημοσίων επενδύσεων (αρδευτικά έργα, εκσυγχρονισμός του σιδηροδρομικού δικτύου, δικαστικά κτίρια κ.α.), καθώς και επιχειρήσεις παροχής ενεργειακών υπηρεσιών που θα ενεργοποιηθούν στο «Εξοικονομώ» του Δημοσίου, συνεισφέροντας και εκεί ιδιωτικούς πόρους.
Το σύνολο των ιδιωτικών αυτών πόρων θα ξεπεράσει τα 7 δισεκατομμύρια ευρώ.
Αθροίζοντάς τα όλα αυτά, καταλήγουμε στο σύνολο των 57 δισεκατομμυρίων.
Το μεγάλο ύψος των ιδιωτικών επενδύσεων σημαίνει ότι όταν τελειώσει τη διαδρομή του το Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας δεν θα αφήσει πίσω του μόνο υποδομές, αλλά και 200.000 νέες, καλές μόνιμες θέσεις εργασίας στον ιδιωτικό τομέα και μόνιμη αύξηση του ΑΕΠ 7 μονάδες μεγαλύτερη από αυτή που θα υπήρχε χωρίς αυτό. Θα υπάρχουν -κι αυτό είναι εξαιρετικά σημαντικό- εγκατεστημένες νέες τεχνολογίες, εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι με καινούργιες δεξιότητες και μία αλλαγή στη νοοτροπία και στο παραγωγικό μας μοντέλο, προς μια οικονομία πιο εξωστρεφή, πιο παραγωγική, πιο ψηφιακή, πιο πράσινη.
Θα έχει ξεκινήσει – αυτός είναι ο στόχος – μία καινούργια εποχή.
Μία νέα εκδοχή του οικονομικού και παραγωγικού μας μοντέλου.
Η Ελλάδα 2.0.
*αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών