Με ρυθμό της τάξης του 5%-5,5% θα «τρέξει» η ελληνική οικονομία φέτος, σύμφωνα με τις νεότερες εκτιμήσεις του ΙΟΒΕ. Οπως ανέφερε ο γενικός διευθυντής του Ιδρύματος, Νίκος Βέττας, κατά τη διάρκεια παρουσίασης της δεύτερης τριμηνιαίας έκθεσης, ο πήχυς της ανάπτυξης σύμφωνα με το βασικό σενάριο ανεβαίνει στο 5%-5,5%, έναντι του 3,5%-4% της προηγούμενης πρόβλεψης. Αντίθετα, εφόσον σημειωθεί νέα έξαρση της πανδημίας, εγχωρίως και διεθνώς, που θα επενεργήσει αρνητικά στην τουριστική περίοδο, αλλά και στην ανάκαμψη της Ευρωζώνης, διευρύνοντας περαιτέρω τις παρεμβάσεις στήριξης επιχειρήσεων και νοικοκυριών, η ανάπτυξη θα συγκρατηθεί στην περιοχή του 2,5%-3%.
Στο βασικό σενάριο, στο οποίο δεν θα σημειωθεί νέα έξαρση της πανδημίας κατά το δεύτερο εξάμηνο του 2021, η αύξηση του ΑΕΠ θα προέλθει κυρίως από άνοδο των εξαγωγών (+12% με +15) και της ιδιωτικής κατανάλωσης (+3,5% με +5,5%). Αύξηση θα σημειωθεί και στις επενδύσεις (+14% με +17%), ενώ η δημόσια κατανάλωση θα καταγράψει αύξηση της τάξης 3% έως 4,5%. Αναφερόμενος στα μέτρα στήριξης της οικονομίας, ο κ. Βέττας σημείωσε ότι το δημόσιο ταμείο ξοδεύει, ωστόσο η δημοσιονομική ευστάθεια θα πρέπει να είναι «πυλώνας» το επόμενο διάστημα. Τόνισε δε, ότι λόγω των μέτρων στήριξης, πολλές επιχειρήσεις έχουν «μπει στην κατάψυξη» και όταν τελειώσουν τα μέτρα θα διαπιστώσουμε ότι δεν θα είναι όλες βιώσιμες. «Κάποιες θα στραφούν σε άλλο αντικείμενο. Αυτό που ζούμε σήμερα είναι μια μαγική εικόνα στο θέμα των πτωχεύσεων και της ανεργίας. Οταν τελειώσουν τα μέτρα στήριξης θα δούμε αλλαγές». Μάλιστα είπε ότι αναμένονται «λουκέτα», εξηγώντας ότι πολλές επιχειρήσεις δεν είχαν κίνητρο να βγουν από την αγορά, καθώς και το κεφάλαιο και η εργασία τους ήταν προστατευμένα.
Σε κάποιες περιπτώσεις, όπως σημείωσε ο γενικός διευθυντής του ΙΟΒΕ, αυτό είναι ευκταίο, καθώς κεφάλαια θα επενδυθούν σε νέες δραστηριότητες και θα δημιουργηθούν νέες θέσεις εργασίας. Συνολικά, κατά την επόμενη πενταετία οι ρυθμοί μεγέθυνσης της οικονομίας μπορεί να είναι ισχυροί, υπερβαίνοντας υπό προϋποθέσεις το 3%, κατά μέσο όρο. Σε αυτό συντείνει σειρά παραγόντων, όπως το κόστος χρηματοδότησης που αναμένεται να παραμείνει χαμηλό λόγω των πολιτικών των κεντρικών τραπεζών, η μειωμένη αβεβαιότητα και η εισροή πόρων από το Ταμείο Ανάκαμψης και άλλα προγράμματα της Ε.Ε. Σε αυτό το διάστημα η ελληνική οικονομία έχει τη δυνατότητα να μεγεθυνθεί περισσότερο από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης.
Σύμφωνα όμως με τον κ. Βέττα, υπάρχουν κρίσιμα ερωτήματα και απαραίτητες συνθήκες ώστε αφενός πράγματι η μεγέθυνση να είναι ισχυρή και αφετέρου να συνεχιστεί και μετά την πρώτη περίοδο. Αυτά αφορούν την ενίσχυση της δομής και της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας. Οπως είπε, βασική προϋπόθεση είναι η εφαρμογή ουσιαστικών δομικών μεταρρυθμίσεων στον δημόσιο τομέα και τις αγορές. Μάλιστα επεσήμανε ότι η πρόοδος στις παραπάνω πτυχές της οικονομίας είναι προϋπόθεση ώστε να εκμεταλλευθεί το κύμα ανάκαμψης μετά την πανδημία και να μην κυριαρχήσουν τα υπόγεια ρεύματα της οικονομίας, που εκφράζονται από εσωστρεφή παραγωγή, αναποτελεσματική δημόσια διοίκηση και χαμηλή ανταγωνιστικότητα.
*πρώτη δημοσίευση: www.kathimerini.gr