Σε θεματοφύλακες της βιώσιμης ανάπτυξης αναδεικνύονται οι αμπελουργοί της Σαντορίνης, οι οποίοι αφενός συβάλλουν στη διατήρηση της πολιτισμικής κληρονομιάς του ισορικού αμπελώνα του νησιού αφετέρου λένε «όχι» στη περαιτέρω «τσιμεντοποίηση» των εκτάσεων του νησιού. Μάλιστα, όπως τόνισε ο δήμαρχος του νησιού, Αντώνης Σιγάλας, στο πλαίσιο του συνεδρίου για τον οινοτουρισμό που διοργάνωσε το υπουργείου Τουρισμού, ο εντεταλμένος δημοτικός σύμβουλος Θήρας Σταύρος Σιγάλας έχει αναλάβει να συντονίσει τη δημιουργία φακέλου υποψηφιότητας, προκειμένου ο αμπελώνας της Σαντορίνης να εγγραφεί στη λίστα παγκόσμας κληρονομιάς της UNESCO και να ενταχθεί στο δίτυο VITUR. Αυτό είναι ιδιαίτερο σημαντικό για τον Γιάννη Καρακάση, έναν απ’ τους τρεις Έλληνες Masters of Wine και έναν από τους 382 Masters of Wine στον κόσμο, αφού, όπως εξήγησε, οι περιοχές που πρωταγωνιστούν στο πεδίο του οινοτουρισμού διαθέτουν αμπελώνες αναγνωρισμένους από την UNESCO.
Η Σαντορίνη διαθέτει 14.000 στρέμματα αμπελώνες και στα 10.000 και πλέον στρέμματα παράγεται η περίφημη ποικιλία ασύρτικο. Όπως ανέφερε στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων η οινολόγος Ιωάννα Βαμβακούρη, στο παρελθόν οι καλλιεργητικές αμπελουργικές εκτάσεις στη Σαντορίνη ήταν τετραπλάσσιες και τις χαρακτήριζε η εγκατάλλειψη. Πλέον, τα τελευταία χρόνια παρατηρείται μία στροφή στην αμπελουργία, καθώς μπαίνουν στην καλλιέργεια και «νέοι παίκτες». Σημειώνεται, ότι το 50% της παραγωγής του νησιού εξάγεται στις αγορές του εξωτερικού, ενώ τα περιθώρια κέρδους για τα οινοποιεία δεν είναι μεγάλα, καθώς οι τιμές παραγωγού ανέρχονται σε 3,5 ευρώ το κιλό, όπως αναφέρθηκε.
Εστιάζοντας στο μέτωπο του οινοτουρισμού, ο δρ Ιωάννης Βογιατζής, πρόεδρος της ΕΔΟΑΟ (Εθνική Διεπαγγελματική Οργάνωση Αμπέλου και Οίνου), σημείωσε ότι ο οινοτουρισμός δεν είναι παραγωγή αλλά ούτε και μπορεί να υπάρξει αυτή η μορφή τουρισμού χωρίς τον οινοπαραγωγό. Ο οινοτουρισμός απαιτεί εξειδικευμένο προσωπικό με γνώσεις στο πεδίο της φιλοξενίας, αφού η προβολή δεν περιορίζεται στο οινοποιείο, που γίνεται π.χ. μία ξενάγηση, αλλά όλα τα δρώμενα που λαμαβάνουν χώρα σε αυτό έχουν αντίκτυπο στην ανάδειξη της ευρύτερης περιοχής όπου βρίσκεται μία οινοποιητική μονάδα.
Αναφορικά με τις προοπτικές του οινοτουρισμού στην Ελλάδα, ο κ. Καρακάσης, αφού επεσήμανε ότι η Ελλάδα μπορεί να κάνει πρωταθλητισμό σε αυτήν την εναλλακτική μορφή τουρισμού, υπογράμμισε πως χρειάζονται πολλά βήματα. Κυρίως στο μέτωπο της κρατικής ενίσχυσης, με τη μορφή της υλοποίησης υποδομών σε οινοποιεία, αλλά και διοχέτευσης πόρων για Branding κ.λπ. Μεταφέροντας βέλτιστες πρακτικές άλλων τουριστικών προορισμών ανά τον που έχουν ποντάρει την ανάπτυξή τους στον οινοτουρισμό, ο κ. Καρακάσης στάθηκε στην περιοχή Mονταλτσίνο στην Ιταλία. Μία περιοχή με 6.000 κατοίκους, που κάθε χρόνο προσελκύει 1,1 εκατ. επισκέπτες προκειμένου να γευτούν τις ποικιλίες κρασιών που διαθέτει. Το Bordeaux στη Γαλλία προελκύει κάθε χρόνο 2 εκατομμύρια επισκέπτες και οι κρατικές επενδύσεις ανήλθαν σε 63 εκατομμύρια ευρω, προκειμένου να δημιουργηθει ένας πολυχώρος προβολής του κρασιού. Επίσης, στην Πορτογαλία και την περιοχή Ντούρο οι επισκέπτες ανέρχονται σε 2 εκατομμύρια κάθε χρόνο.
Κοινός παρανομαστής όλων των περιοχών που έχουν επενδύσει στον οινοτουρισμό είναι η ποιότητα του κρασιού, η φήμη που χτίστηκε στη διάρκεια των περασμένων ετών, η προώθηση από επαγγελματικά σωματεία, η αρρωγή του κράτους, αλλά και η σφραγίδα της UNESCO.
*πρώτη δημοσίευση: www.ot.gr