του Μελέτη Η. Μελετόπουλου*
Ο Ερντογάν διατύπωσε απερίφραστα την αξίωση περιφερειακής ηγεμονίας της Τουρκίας, προβάλλοντας το αξίωμα «τίποτα δεν θα γίνεται στην περιοχή αν δεν ερωτηθεί προηγουμένως η Τουρκία». Το αξίωμα αυτό οδηγεί στη φινλανδοποίηση των κρατών που θα το δεχθούν και θα συμμορφωθούν στην «τουρκική τάξη πραγμάτων» που προωθεί η Άγκυρα. Η προώθηση των τουρκικών σχεδιασμών είναι ευθέως ανάλογη με τη συρρίκνωση του αμερικανικού ενδιαφέροντος για την περιοχή.
Η ελληνική εξωτερική πολιτική έχει προσκρούσει αυτήν τη στιγμή σε ένα σοβαρό πρόβλημα: η αμερικανική ισχύς, που συντηρούσε επί δεκαετίες κάποια ισορροπία (ή έστω σχετική ανισορροπία) μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, φαίνεται να αποσύρει το ενδιαφέρον της από την Ευρασία. Το δόγμα Μπρεζίνσκι (όποιος ελέγχει την Ευρασία ελέγχει την υφήλιο) μοιάζει να μετατοπίζεται στον έλεγχο του Ειρηνικού ή και σε έναν νεοαπομονωτισμό.
Ασφαλώς είναι νωρίς για να θεωρηθεί η απόσυρση των ΗΠΑ δεδομένη. Και μάλλον δεν πρόκειται να ολοκληρωθεί και να οριστικοποιηθεί, διότι η αμερικανική παρουσία στη Μεσόγειο ενδιαφέρει πολύ ισχυρούς συμμάχους των ΗΠΑ, όπως το Ισραήλ. Ενδιαφέρει εξάλλου και τις ίδιες τις ΗΠΑ λόγω της σημασίας της Ανατολικής Μεσογείου ως κόμβου της ενέργειας. Τέλος, είναι βέβαιο ότι ΠΟΤΕ οι ΗΠΑ δεν θα εγκαταλείψουν τη βάση της Σούδας, που θεωρείται μία από τις σημαντικότερες για την αμερικανική γεωστρατηγική αρχιτεκτονική στον κόσμο.
Δεν είναι όμως καθόλου νωρίς για την Ελλάδα να προβληματιστεί για το ενδεχόμενο όχι εξάλειψης αλλά πιθανής μείωσης του αμερικανικού ενδιαφέροντος στην περιοχή. Κενό αμερικανικής ισχύος σημαίνει αυτομάτως επιχείρηση κάλυψης αυτού του κενού από την Τουρκία. Ποια θα είναι τα ελληνικά ερείσματα, με δεδομένη την αποτυχία διαμόρφωσης ενιαίας ευρωπαϊκής αμυντικής πολιτικής και την εγγύτητα της Τουρκίας με τη- Γερμανία; Και με δεδομένο το ναυάγιο της «ευρωπαϊκής πορείας» της Τουρκίας και της ευελπιστούμενης «εξημέρωσης» του θηρίου;
Αυταπάτες ότι η απάντηση βρίσκεται στην ελληνική εφεκτικότητα και διαλλακτικότητα έναντι της Τουρκίας δεν θα έπρεπε να υπάρχουν μετά το ναυάγιο της πολιτικής του κατευνασμού, που διαρκεί ήδη μισό αιώνα και όχι μόνο δεν έχει επιφέρει απολύτως καμία ελληνοτουρκική εξομάλυνση, προσέγγιση, ηρεμία, αλλά τουναντίον οδήγησε σε εμπέδωση της τουρκικής κατοχής στην Κύπρο, διεύρυνση των τουρκικών διεκδικήσεων στο Αιγαίο και στη Θράκη και τουρκική πρόθεση φινλανδοποίησης των κρατών της περιοχής.
Επείγει η συνειδητοποίηση ότι ο κατευνασμός, το κυρίαρχο δόγμα της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής της Μεταπολίτευσης, έπαυσε πλέον να λειτουργεί. Ο κατευνασμός προσέκρουσε στην τουρκική αδιαλλαξία και στην πρόθεση αναβίωσης κάποιου τύπου νεοοθωμανικής περιφερειακής ισχύος. Η σύναψη διμερών συμμαχιών με αμυντικές ρήτρες με ισχυρά κράτη της Δύσης είναι το μισό. Το άλλο μισό, που δεν θα αποφύγει η ελληνική κοινωνία, είναι η υιοθέτηση του μοντέλου Ισραήλ.
*διδάκτωρ Οικονομικών και Κοινωνικών Επιστημών Πανεπιστημίου Γενεύης, από τις Εκδόσεις Καπόν κυκλοφορεί το βιβλίο του «Παναγιώτης Κανελλόπουλος: ο Πολιτικός, ο διανοούμενος και η εποχή του»