της Νατάσας Φραγκούλη
Αγώνα δρόμου, προκειμένου να προσαρμοστούν στα νέα ψηφιακά δεδομένα, κάνουν οι μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις στην Ελλάδα. Σε μια συγκυρία που το ψηφιακό κανάλι πωλήσεων γίνεται πιο σημαντικό από ποτέ, μόνο το 15% των μικρών και πολύ μικρών εταιρειών της χώρας απαντά ότι διαθέτει e-shop ή συμμετέχει σε κάποια online πλατφόρμα (τύπου Skroutz).
Το υψηλότερο ποσοστό παρατηρήθηκε στον τομέα του εμπορίου με το 26,2% να απαντά θετικά έναντι περίπου του 11% αντίστοιχα στη μεταποίηση και στις υπηρεσίες. Επιπλέον, η ενσωμάτωση συστημάτων ηλεκτρονικών πωλήσεων ή συμμετοχής σε διαδικτυακή πλατφόρμα φαίνεται πως σχετίζεται με την ηλικία του επιχειρηματία, το εκπαιδευτικό επίπεδο, αλλά και με την ηλικία της επιχείρησης και το ύψος του ετήσιου κύκλου εργασιών.
Ειδικότερα, το 22,8% και 18,2% των επιχειρηματιών που ανήκουν στις ηλικιακές ομάδες 18-34 και 35-49 αντίστοιχα, έχει ενσωματώσει σχετικά συστήματα στην επιχείρηση, έναντι μόλις του 10,3% των επιχειρηματιών που είναι από 50 ετών και άνω.
Επιπλέον, το 19,1% και το 18,8% των επιχειρήσεων με ηλικία έως 5 έτη και 5-10 έτη αντίστοιχα έχουν ενσωματώσει σχετικά συστήματα, έναντι του 12,2% και του 13% των επιχειρήσεων με ηλικία 10-15 έτη και πάνω από 15 έτη αντίστοιχα. Χαμηλό ποσοστό ενσωμάτωσης τέτοιων τεχνολογιών παρουσιάζουν, επίσης, οι απόφοιτοι πρωτοβάθμιας ή δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης (10,4%), όπως και οι επιχειρήσεις με ετήσιο κύκλο εργασιών έως 50.000 € (11%).
“Από τα παραπάνω ευρήματα φαίνεται ότι υπάρχει ένα πολύ μεγάλο μέρος μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων, που δεν έχουν ενσωματώσει στη δραστηριότητα τους ακόμα και ψηφιακά συστήματα χαμηλής τεχνολογικής έντασης”, διαπιστώνει η ετήσια ΄’Έκθεση του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ με θέμα “Ο αντίκτυπος της πανδημίας στις επιχειρήσεις”.
Ψηφιακά εργαλεία
Στο ερώτημα εάν η επιχείρηση έχει υιοθετήσει εργαλεία ψηφιακού μάρκετινγκ, ιστοσελίδα, μέσα κοινωνικής δικτύωσης, το 50,1% των επιχειρήσεων δήλωσε ότι έχει υιοθετήσει εργαλεία ψηφιακού marketing στην δραστηριότητα του. Υψηλότερο ποσοστό υιοθέτησης εργαλείων ψηφιακού Marketing παρατηρείται στις εμπορικές επιχειρήσεις και στις μεταποιητικές - βιοτεχνικές με 59,7% και 58,6% αντίστοιχα να απαντούν θετικά, έναντι του 46% στον τομέα των υπηρεσιών με 46%.
Όπως και στην περίπτωση των μέσων ηλεκτρονικού εμπορίου, έτσι και στο ψηφιακό μάρκετινγκ οι νεότερες επιχειρήσεις φαίνεται να είναι πιο δραστήριες από τις παλαιότερες. Συγκεκριμένα το 54,9% και 53,9% των επιχειρήσεων, που δημιουργήθηκαν στην τελευταία πενταετία και εκείνων που έχουν ηλικία 5-10 έτη αντίστοιχα, απάντησαν θετικά.
Το ποσοστό αυτό πέφτει στο 45,5% για επιχειρήσεις που δημιουργήθηκαν μεταξύ 10 και 15 ετών πριν και στο 49,1% για επιχειρήσεις που έχουν ηλικία μεγαλύτερη των 15 ετών. Αντίστοιχα έντονη θετική σχέση υπάρχει και με το εκπαιδευτικό επίπεδο του επιχειρηματία, με 44,1% των αποφοίτων πρωτοβάθμιας ή δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης να απαντούν θετικά, ενώ το ποσοστό σταδιακά ανεβαίνει στο 53% για απόφοιτους μεταπτυχιακών/ διδακτορικών σπουδών.
Διαπιστώνεται, επίσης, μία σχεδόν γραμμική σχέση με το μέγεθος της επιχείρησης, καθώς ενώ οι αυτοαπασχολούμενοι και όσοι απασχολούν έως 1 εργαζόμενο συγκεντρώνουν περίπου 42%-44% των θετικών απαντήσεων, το ποσοστό αυτό αυξάνεται σημαντικά, καθώς αυξάνονται οι εργαζόμενοι, φτάνοντας στο 67% για τις επιχειρήσεις που απασχολούν πάνω από 11 εργαζομένους.
Εν μέσω κρίσης
Παρ’ όλο που είναι κοινός τόπος ότι η πανδημική κρίση έχει επιταχύνει τις διαδικασίες ψηφιακού μετασχηματισμού, μόλις το 11% των επιχειρήσεων που έχουν ενσωματώσει συστήματα ηλεκτρονικών πωλήσεων ή/και διαδικασίες ψηφιακού μάρκετινγκ, ανέπτυξαν τη λειτουργία αυτή κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Η συντριπτική πλειονότητα (89%) απάντησε ότι την είχε αναπτύξει πριν την περίοδο της πανδημίας.
“Φαίνεται, δηλαδή, ότι η πανδημική κρίση δεν είχε σημαντική επίδραση για τον ψηφιακό μετασχηματισμό των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων. Ως εκ τούτου, η ισχυρή πρόκληση προσαρμογής για το μεγαλύτερο μέρος των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων στο ψηφιακό οικονομικό περιβάλλον που διαμορφώνεται παραμένει”, αναφέρει η μελέτη.
*πρώτη δημοσίευση: www.sepe.gr