του Παναγιώτη Παπάζογλου
Το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (ΤΑΑ) αποτελεί μια μοναδική τριπλή ευκαιρία για τη χώρα. Έχουμε τη δυνατότητα να καλύψουμε ένα μεγάλο μέρος του τεράστιου επενδυτικού κενού των τελευταίων δύο δεκαετιών, που υπολογίζεται στα €100 δισ. και που, σε μεγάλο βαθμό, οδήγησε στην οικονομική κρίση που βιώσαμε. Μας δίνεται, επίσης, η ευκαιρία, με τα κεφάλαια αυτά, να επαναπροσδιορίσουμε την ελληνική οικονομία και να δημιουργήσουμε ένα νέο παραγωγικό μοντέλο βασισμένο στην εξωστρέφεια, στην καινοτομία, στην τεχνολογία, στην ποιότητα και στη βιωσιμότητα. Περίπου €13 δισ. που αναλογούν στην Ελλάδα θα χρηματοδοτήσουν επενδύσεις του ιδιωτικού τομέα, μέσω του τραπεζικού συστήματος ή ευρωπαϊκών χρηματοδοτικών οργανισμών, όπως η EIB και η EBRD.
Τα δάνεια του ΤΑΑ θα καλύπτουν έως και 50% των επιχειρηματικών σχεδίων, υπό την προϋπόθεση ότι αυτά εμπίπτουν σε πέντε βασικές κατηγορίες: ψηφιακός μετασχηματισμός, πράσινη μετάβαση, εξωστρέφεια, ανάπτυξη οικονομιών κλίμακας μέσω συνεργασιών, εξαγορών και συγχωνεύσεων και καινοτομία / έρευνα και ανάπτυξη. Πρόκειται για πέντε στρατηγικούς άξονες, τους οποίους έχουμε αναδείξει στην ΕΥ, με σειρά ερευνών μας τα τελευταία χρόνια, ως εξαιρετικά σημαντικούς για τον μετασχηματισμό της οικονομίας μας. Οι άξονες αυτοί ανταποκρίνονται στις ισχυρές τάσεις που κινούν σήμερα την παγκόσμια οικονομία, ενώ αντιμετωπίζουν και τις παραδοσιακές παθογένειες της ελληνικής επιχειρηματικότητας.
Είναι σημαντικό ότι τα δάνεια αυτά θα δοθούν με χαμηλά επιτόκια για τα δεδομένα της χώρας, πράγμα εξαιρετικά σημαντικό για την πλειοψηφία των ελληνικών επιχειρήσεων που σήμερα, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, δανείζονται με απαγορευτικούς όρους. Είναι, επίσης, πολύ θετική η καθιέρωση μιας σαφούς διαδικασίας αξιολόγησης, όπως αυτή προσδιορίστηκε από την επιχειρησιακή συμφωνία μεταξύ Δημοσίου και τραπεζών. Υπάρχουν πλέον ξεκάθαρα αριθμητικά κριτήρια σε ό,τι αφορά την ένταξη της εκάστοτε επένδυσης στις επιλέξιμες δράσεις.
Επιπλέον, μετά την αρχική αξιολόγηση της βιωσιμότητας της επένδυσης και την πιστοληπτική ικανότητα της επιχείρησης από την τράπεζα, ακολουθεί δεύτερος έλεγχος από ανεξάρτητο αξιολογητή, ο οποίος αποτιμά τον βαθμό συνεισφοράς της επένδυσης στην επίτευξη των πράσινων και ψηφιακών στόχων της Ελλάδας και της ΕΕ και καθορίζει το ύψος του δανείου. Εκτιμάται ότι η όλη διαδικασία έγκρισης της χρηματοδότησης θα ολοκληρώνεται σε λιγότερο από τέσσερις μήνες. Σημαντικό είναι, επίσης, ότι η τράπεζα οφείλει να παρακολουθεί την υλοποίηση της επένδυσης και να εξασφαλίζει ότι τα δάνεια του ΤΑΑ χρησιμοποιούνται πράγματι για τους σκοπούς που έχουν οριστεί.
Τα κεφάλαια του Ταμείου Ανάκαμψης, εφόσον αξιοποιηθούν σωστά, μπορούν πραγματικά να δημιουργήσουν τις προϋποθέσεις για ένα νέο παραγωγικό μοντέλο που θα επιτρέψει στις ελληνικές επιχειρήσεις να εκσυγχρονιστούν, να μεγεθυνθούν και να ανταγωνιστούν ισότιμα στις παγκόσμιες αγορές, θα οδηγήσουν σε υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης και θα βάλουν τη χώρα ξανά σε τροχιά σύγκλισης με τους ευρωπαίους εταίρους μας.