του Βασίλη Κορκίδη*
H νέα χρονιά βρήκε την ελληνική επιχειρηματικότητα αντιμέτωπη με το πολύπλοκο πρόβλημα της «εισαγόμενης» ακρίβειας σε πλήρη εξέλιξη λόγω της έκρηξης των αυξήσεων στο ενεργειακό, παραγωγικό και μεταφορικό κόστος των προϊόντων στην παγκόσμια και ευρωπαϊκή αγορά. Ο επιχειρηματικός κόσμος πιστεύει πως το 2022 η πρώτη μάχη που πρέπει να δοθεί και να κερδηθεί είναι αυτή κατά της ακρίβειας, καθώς ήδη σε αρκετές χώρες ο πληθωρισμός καταγράφει ιστορικά υψηλά πολλών ετών. Οι πληθωριστικές πιέσεις συνδέονται άρρηκτα με τη ραγδαία αύξηση των τιμών της ενέργειας και την αναντιστοιχία μεταξύ της αυξημένης ζήτησης και της αδύναμης προσφοράς λόγω των δυσχερειών που επέφερε η πανδημία στις εφοδιαστικές αλυσίδες. Το ράλι των τιμών, σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, καταγράφει ετήσια αύξηση 135% στο φυσικό αέριο και 34% στο πετρέλαιο θέρμανσης, ενώ το ηλεκτρικό ρεύμα έχει ανατιμηθεί κατά 45%.
Οι αρχικά αισιόδοξες εκτιμήσεις για εξομάλυνση πριν από τα τέλη του περασμένου έτους δεν υφίστανται πλέον και έχουν δώσει τη θέση τους σε δύο νεότερες εκτιμήσεις, με την αισιόδοξη να τοποθετείται προς τα τέλη του πρώτου τετραμήνου του 2022 και την απαισιόδοξη να κάνει λόγο για περίοδο δύο ετών πριν από την επαναφορά στην κανονικότητα για τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς και την αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών.
Ο πληθωρισμός συνιστά βεβαίως απειλή για την ανάκαμψη του εγχώριου εμπορίου και της βιομηχανίας. Ο πληθωρισμός στην Ευρώπη τροφοδοτείται από τις σπειροειδείς τιμές ενέργειας και εμπορευμάτων, ενώ θα χρειαστεί αρκετός χρόνος για να αποκλιμακωθεί. Να σημειώσω ότι, σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat, ο πληθωρισμός στην Ελλάδα αυξήθηκε τον Δεκέμβριο στο 5,1%, ενώ στην ΕΕ φαίνεται πως τον Ιανουάριο αναρριχήθηκε σε υψηλότερα επίπεδα, καθώς θα ξεπεράσει το 6%.Οι συστημικές τράπεζες θα χρειαστούν σταθερά επιτόκια χρηματοδότησης από την ΕΚΤ για να αποφύγουν δημοσιονομικές αντιδρά σεις και να μη «σκοτώσουν» την ανάκαμψη. H βιομηχανία, η οποία προμηθεύει με προϊόντα τα ράφια των σούπερ μάρκετ, έχει ξεκινήσει ήδη να στέλνει νέους τιμοκαταλόγους στο λιανεμπόριο με τις αυξημένες τιμές. Οι εκπρόσωποι των αλυσίδων σούπερ μάρκετ περιγράφουν με μελανά γράμματα την κατάσταση που επικρατεί στην αγορά, κάνοντας αναφορά στο υψηλό λειτουργικό κόστος που έχουν εξαιτίας των αυξήσεων στην ενέργεια, το οποίο έχει τριπλασιαστεί αφού η ενέργεια καταλαμβάνει το 20% του λειτουργικού κόστους των λιανεμπορικών επιχειρήσεων τροφίμων, αλλά και των αυξήσεων των μεταφορικών και των υλικών συσκευασίας. Στα τρόφιμα, το αρνί-κατσίκι αυξήθηκε κατά 19,7%, το ελαιόλαδο κατά 17%, οι πατάτες κατά 14% και τα ζυμαρικά κατά 7,6%.
Επιδείνωση προσδοκιών
Μικρή επιδείνωση του οικονομικού κλίματος στην Ελλάδα κατέγραψε ο δείκτης οικονομικής συγκυρίας του ΙΟΒΕ, ο οποίος διαμορφώθηκε στις 110,3 μονάδες από 113,4. Εξακολουθεί πάντως να κινείται σε υψηλά επίπεδα και δεν ενσωματώνει τις εξελίξεις της πανδημίας, με την έξαρση της μετάλλαξης Όμικρον και τα μέτρα πολιτικής για την αντιμετώπισή της. Η υποχώρηση προήλθε κυρίως από την έντονη επιδείνωση των επιχειρηματικών προσδοκιών στις υπηρεσίες και στις κατασκευές, ενώ η μεταβολή στη βιομηχανία ήταν ήπια. Αντίθετα, οι προσδοκίες βελτιώθηκαν έντονα στο λιανικό εμπόριο, κοντά στα επίπεδα του 2019, καθώς φαίνεται πως η δραστηριότητα το 2021 κινήθηκε σε ικανοποιητικά επίπεδα σχεδόν σε όλους τους επιμέρους κλάδους, υπό την πρόσκαιρη επίδραση και των εποχικών επιδομάτων.
Στην πλευρά της καταναλωτικής εμπιστοσύνης συνεχίστηκε η υποχώρηση, μετά την πρόσκαιρη άνοδό της, καθώς οι πληθωριστικές πιέσεις κλιμακώθηκαν και καταγράφεται ανησυχία για την εξέλιξη των πραγματικών εισοδημάτων των νοικοκυριών. Οι χειμερινές εκπτώσεις στη διάρκεια του πρώτου διμήνου του έτους μπορούν να λειτουργήσουν ως ανάχωμα ακρίβειας για τους καταναλωτές. Ας ελπίσουμε πως τα μεγάλα ποσοστά εκπτώσεων και η επάρκεια αγαθών στην αγορά θα εξυπηρετήσουν σε έναν βαθμό τον προϋπολογισμό και τις ανάγκες των νοικοκυριών, ενώ παράλληλα θα ρευστοποιήσουν το εποχικό εμπόρευμα και θα πλησιάσουν τον προ πανδημίας τζίρο των 5,5 δισ. ευρώ της εκπτωτικής περιόδου.
Το πρώτο εξάμηνο του 2022 θα είναι μια δύσκολη περίοδος για τις ανάγκες του εμπορικού κλάδου, με τις διαταραχές στην εφοδιαστική αλυσίδα να προκαλούν πονοκέφαλο. Ωστόσο, νεότερες εκτιμήσεις, που απεύχομαι την επιβεβαίωση τους, θέλουν την κρίση στην εφοδιαστική να παρατείνεται και στο δεύτερο εξάμηνο του τρέχοντος έτους, γεγονός που προδικάζει ότι τα κόστη διαμετακόμισης θα εξακολουθήσουν σε ιστορικά υψηλά με μικρές διακυμάνσεις, που θα επηρεάσουν τόσο το εισαγωγικό, όσο και το εξαγωγικό εμπόριο. Στο «σκηνικό» που έχει διαμορφωθεί ενυπάρχουν και οι καθυστερήσεις στην εξυπηρέτηση πλοίων σε κομβικά λιμάνια της ΕΕ, οι οποίες αποδίδονται στην έλλειψη χώρων εναπόθεσης, καθώς με βάση τα τελευταία στοιχεία εμφανίζουν πληρότητες που ξεπερνούν σε ορισμένες περιπτώσεις και το 100%. Το στοιχείο αυτό «μεταφράζεται» σε επιπρόσθετα κόστη από «σταλίες», καταπτώσεις ρητρών, μεταφορτώσεις κλπ., που σε τελική ανάλυση επηρεάζουν τη διαμόρφωση των τα κακών τιμών του καλείται να καταβάλει το καταναλωτικό κοινό.
Ανάγκη κοινού αγώνα
Είναι γεγονός πως η μάχη κατά της ακρίβειας απαιτεί κοινό αγώνα πολιτείας και αγοράς για να κερδηθεί. Για να περιορίσουμε, λοιπόν, μέρος των αυξήσεων πρέπει να δημιουργήσουμε αποθέματα, άρα χρειαζόμαστε μεγαλύτερη ρευστότητα. Αντί για τη μείωση του ΕΦΚ και του ΦΠΑ που θα δημιουργήσει παρέκκλιση του προϋπολογισμού, εν μέσω μάλιστα της προτελευταίας δέκατης τρίτης αξιολόγησης, και που δεν ξέρουμε εάν θα μετακυλιστεί στις τελικές τιμές, είναι ίσως προτιμότερο αν και τολμηρότερο να αυξηθούν κατά 6% οι κατώτατοι μισθοί. Σωστή, επομένως, η απόφαση του πρωθυπουργού να επισπεύσει τη δεύτερη εντός του έτους αύξηση του κατώτατου μισθού από 1ης Μαΐου με θετικό αντίκτυπο σε τέσσερα εκατομμύρια εργαζόμενους.
Ανάσα σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις δίνουν επίσης τα πρόσφατα μέτρα επιδότησης των λογαριασμών ενέργειας ύψους 395 εκ. ευρώ, καθώς και πρόσθετης στήριξης ύψους 80 εκ. ευρώ, που περιλαμβάνουν την επέκταση των αναστολών, του επιδόματος των 534 ευρώ για εργαζόμενους στη μουσική, στην εστίαση, στα ξενοδοχεία, στα θέατρα, στα γυμναστήρια και συνολικά 37 ΚΑΔ πληγεισών επιχειρήσεων. Σύμφωνα με όσα ανακοίνωσαν τα Υπουργεία Οικονομικών, Ανάπτυξης και Εργασίας, θα διατεθούν 30 εκ. ευρώ σε εργαζόμενους για αναστολές στο 25% έως 100% του προσωπικού και 42 εκ. ευρώ για επιλεγμένες επιχειρήσεις που θα λάβουν ενίσχυση 8% του τζίρου του 2019.Σύμφωνα με όσα ανακοίνωσαν τα Υπουργεία Οικονομικών, Ανάπτυξης και Εργασίας, θα διατεθούν 30 εκ. ευρώ σε εργαζόμενους για αναστολές στο 25% έως 100% του προσωπικού και 42 εκ. ευρώ για επιλεγμένες επιχειρήσεις που θα λάβουν ενίσχυση 8% του τζίρου του 2019. Επιπλέον, για τον Ιανουάριο προβλέπεται το πάγωμα πληρωμής φορολογικών υποχρεώσεων στην Εφορία και ρυθμισμένων οφειλών 8 εκ. ευρώ, τόσο για επιχειρήσεις που πλήττονται, όσο και για εργαζόμενους σε αναστολή εργασίας, με αποπληρωμή στο τέλος της ρύθμισης. Η κυβέρνηση διαβεβαιώνει ότι τα μέτρα θα συνεχιστούν για όσο διαρκεί η κρίση με βασικό στόχο την προστασία των θέσεων εργασίας και των εισοδημάτων, ενώ δεν έχει αποκλειστεί το σενάριο για μεγαλύτερο κούρεμα της επιστρεπτέας προκαταβολής ανάλογα με την έκταση των ζημιών των επαγγελματιών και των επιχειρήσεων.
Αποφυγή κερδοσκοπίας
Σύμφωνα με την παρούσα μεταβατική κατάσταση, χρειάζονται αφενός παρεμβάσεις στοχευμένης στήριξης από την Πολιτεία και αφετέρου μέτρα ώστε να μην παρατηρηθούν κερδοσκοπικά φαινόμενα. Η αναζήτηση λύσης από την επιχειρηματικότητα δεν είναι καθόλου εύκολη και τα όποια «αντίμετρα» ανάσχεσης δεν επιλύουν συνολικά το πρόβλημα της ακρίβειας. Στο εμπόριο λέμε πως το κλειδί της επιτυχίας είναι η τιμή αγοράς και όχι η τιμή πώλησης. Στο εμπόριο λέμε πως το κλειδί της επιτυχίας είναι η τιμή αγοράς και όχι η τιμή πώλησης. Τώρα, λοιπόν, στη μάχη κατά της ακρίβειας οι μικρομεσαίοι της αγοράς πρέπει να επιβεβαιώσουμε πως μπορούμε να βρούμε εγχώριες και ευρωπαϊκές πηγές με τις καλύτερες τιμές. Επί του παρόντος, απέναντι στις τρεις βασικές αιτίες του πληθωρισμού, που είναι οι αυξήσεις σε ενέργεια, μεταφορές και εμπορεύματα, η ελληνική επιχειρηματικότητα καλείται να χρησιμοποιήσει αντίστοιχα τρία «αντίμετρα άμυνα», που είναι οι οικονομικές ενισχύσεις και επιδοτήσεις λογαριασμών ενέργειας, η δίμηνη περίοδος των εκπτώσεων και στη συνέχεια η αύξηση των μισθών, που λειτουργεί ως πολλαπλασιαστής κατανάλωσης.
Ενώπιον, λοιπόν, του φαινομένου της «τέλειας καταιγίδας» μεγάλης έντασης και άγνωστης διάρκειας, οφείλουμε όλοι μαζί – Πολιτεία, νοικοκυριά και επιχειρήσεις- να δώσουμε τη μάχη κατά της «πανδημίας ακρίβειας» και να βγούμε από αυτή την οικονομικά δύσκολη και περίπλοκη κατάσταση το συντομότερο και με τις λιγότερες δυνατές απώλειες.
*Πρόεδρος ΕΒΕΠ & ΠΕΣΑ