του Παναγιώτη Ε. Πετράκη*
Είναι γεγονός ότι δεν περιμέναμε θεαματικές αποφάσεις από τη Συνεδρίαση της ΕΚΤ της 14ης Απριλίου διότι, όπως έχουμε ξαναεπισημάνει, το ευρωπαϊκό (και το διεθνές) σύστημα βρίσκεται σε μια στάση αναμονής μέχρι περίπου τον Μάιο, όταν θεωρητικά θα έχει διαμορφωθεί η εξέλιξη του πολέμου στην Ουκρανία.
Ο ρυθμός ανάπτυξης στην ευρωζώνη το τελευταίο τρίμηνο του 2021 ήταν 0,3%. Επίσης η εκτίμηση για την ανάπτυξη του πρώτου τριμήνου του 2022 είναι ότι θα είναι εξαιρετικά ασθενής. Ο πληθωρισμός στην ευρωζώνη είναι 7,5% τον Μάρτιο από 5,9% τον Φεβρουάριο. Αυτή είναι, για να λέμε τα πράγματα με τ’ όνομά τους, μια τυπική εικόνα στασιμοπληθωρισμού, αλλά βέβαια αφορά προς το παρόν τους τρεις πρώτους μήνες του 2022. Οι εκτιμήσεις εξάλλου της ΕΚΤ για τον πληθωρισμό, μέχρι και σήμερα, έχουν απόκλιση στις προβλέψεις σε σύγκριση με την πραγματικότητα, αφού ο πραγματικός ρυθμός μεγέθυνσής του υπερβαίνει συστηματικά τον προβλεπόμενο.
Ετσι τώρα βρισκόμαστε μπροστά στο βασικό ερώτημα: Θα επαναπροσεγγίσει ο πληθωρισμός το μαγικό επιθυμητό νούμερο του 2%, έστω στο τέλος του 2022 και το 2023, ή θα παραμείνει υψηλότερος απ’ αυτό; Στην πρώτη εκδοχή η ΕΚΤ θα συνέχιζε κανονικά το πρόγραμμά της που συνίσταται στον περιορισμό των αγορών κεφαλαιακών στοιχείων και στη συνέχεια σε μια κάποια αύξηση του επιτοκίου (αλλά πάντως όχι ισχυρή). Στη δεύτερη, θα δούμε πιο γενναίες αυξήσεις επιτοκίων και θα διακινδυνέψουμε την ύφεση.
Αυτήν τη στιγμή που συζητάμε δυστυχώς τίποτα δεν προοιωνίζει ότι θα επικρατήσει η εκδοχή του 2% αφού λειτουργεί μια συγκυρία από ορισμένα αρνητικά στοιχεία: τον σχεδιασμό για τον αποκλεισμό του ρωσικού πετρελαίου από την τροφοδοσία της Ευρώπης, την εφαρμογή των δυτικών κυρώσεων (π.χ. απαγόρευση προσέγγισης πλοίων), τη διαμόρφωση πληθωριστικών προσδοκιών που είναι πλέον εμφανείς, με αποτέλεσμα την απομείωση της κατανάλωσης και της επενδυτικής δραστηριότητας, την επικράτηση κερδοσκοπικών στρατηγικών και τέλος την αναταραχή στις γραμμές εφοδιασμού, συμπεριλαμβανομένης της νέας Covid κρίσης στην Κίνα και στον κόσμο.
Ολα αυτά οδηγούν στο ότι θα επικρατήσει στην ευρωζώνη ένας έστω χαμηλής πτήσης στασιμοπληθωρισμός (χαμηλή ανάπτυξη, υψηλότερος πληθωρισμός), που όμως είναι πλέον ανεξάρτητος της έκβασης του πολέμου, παρόλο που πυροδοτήθηκε από αυτόν. Με άλλα λόγια, από την έκβαση του πολέμου μπορεί να χειροτερέψει, αλλά όχι να βελτιωθεί η κατάσταση.
Την ανάλυση αυτή δεν την κάνουμε για να υποστηρίξουμε την άποψη ότι η ΕΚΤ θα έπρεπε να δράσει γρηγορότερα για το ζήτημα του πληθωρισμού. Νομίζουμε ότι σωστά έκανε να αναμείνει την επόμενη συνεδρίαση όπου θα υπάρχει καθαρότερος ορίζοντας. Η ανάλυση όμως μας δείχνει πόσο δύσκολη θα είναι από εδώ και πέρα η νομισματική πολιτική. Γι’ αυτό για την αντιμετώπιση του στασιμοπληθωρισμού τα βλέμματα πρέπει να στραφούν στις περιορισμένων δυνατοτήτων εθνικές δημοσιονομικές πολιτικές, αλλά προτιμότερο είναι να στραφούν στις αυξημένων δυνατοτήτων υπερεθνικές (ευρωπαϊκές) δημοσιονομικές πολιτικές (ευρωπαϊκή παρέμβαση) και στις χωρίς περιορισμούς (σχεδόν) παραγωγικές εθνικές (μεταρρυθμιστικές) πολιτικές. Ολη η προσπάθεια θα πρέπει να διοχετευθεί στο κλείσιμο του παραγωγικού κενού (ανάπτυξη) όπου υπάρχει, κατά προτίμηση χωρίς αύξηση των εισαγωγών.
*ομότιμος καθηγητής ΕΚΠΑ
**πρώτη δημοσίευση: www.ot.gr