του Ανδρέα Ανδριανόπουλου
Είναι φανερό πως η επιχειρηματική δράση στον ενεργειακό ιδιαίτερα τομέα της Ρωσίας - στα πλαίσια του υπερσυγκεντρωτικού προεδρικού συστήματος που ισχύει εκεί - είναι στενά δεμένη με τις πολιτικές ελίτ.
Με βάση τις τελευταίες εξελίξεις, λόγω της επίθεσης στην Ουκρανία, οι δομές της οικονομικής εξουσίας στη Ρωσία έχουν ιδιαίτερη σημασία. Για χρόνια κυριαρχούσε η συζήτηση για το μέγεθος της παρέμβασης του κράτους στην ενεργειακή αγορά. Υπήρξαν και έντονες ιδεολογικές αντιπαραθέσεις ανάμεσα στους οπαδούς του κρατικού ελέγχου και στους υποστηρικτές της ιδιωτικής πρωτοβουλίας. Η κύρια αντιπαράθεση αφορούσε τις τύχες της Rosneft, της γιγαντιαίας εταιρείας πετρελαίων που έγινε θηριώδης μετά την απορρόφηση της εταιρείας Sibneft του γνωστού Ρόμαν Αμπραμόβιτς – που σχεδόν μονοπωλούσε τις πετρελαϊκές υποδομές της Βόρειας και Βορειοανατολικής Σιβηρίας – και την ενσωμάτωση της κατασχεμένης τεράστιας εταιρείας Yukos του Μιχαήλ Χοντορκόφσι και έμμεσα της Surguneftegas (του ολιγάρχη Μπογκντάνοφ). Υπήρξαν πιθανολογήσεις, αναπόδεικτες όμως, πως η Surguneftegas, με κρατική στήριξη, κρυβόταν πίσω από την Baikalfinansgrup που απέκτησε την Yukos, σε μια εντελώς αδιαφανή δημοπρασία το 2004. Η Rosneft αποτελεί σήμερα το πετράδι στο στέμμα της ρωσικής ενεργειακής επιχειρηματικής αυτοκρατορίας και διευθύνεται από τον, απόλυτα έμπιστο του προέδρου Πούτιν, Ιγκορ Σέτσιν.
Είναι φανερό πως η επιχειρηματική δράση στον ενεργειακό ιδιαίτερα τομέα της Ρωσίας – στα πλαίσια του υπερσυγκεντρωτικού προεδρικού συστήματος που ισχύει εκεί – είναι στενά δεμένη με τις πολιτικές ελίτ. Με την πρόσφατη εξαγορά από τη Rosneft και της TNK-BP, οι συντηρητικές κρατικοπατερναλιστικές δυνάμεις στη Ρωσία απέκτησαν τεράστια οικονομική δύναμη (βλ. σχετ. και Α. Μehdi, «Governors, Oligarchs ans Siloviki: Oil and Power in Russia»). Αυτό οδήγησε τις φιλελεύθερες δυνάμεις στη χώρα να μείνουν σχετικά μακριά από τα κέντρα εξουσίας και δίχως δύναμη να παίξουν κάποιον κεντρικό ρόλο.
Ακόμα και πολλοί «Σιλοβίκι» (ομάδα νομικών και τεχνοκρατών) προερχόμενοι κυρίως από διάφορα μετακομμουνιστικά think tanks και εμφορούμενοι από περισσότερο φιλελεύθερες αρχές, όπως ο Χέρμαν Γκρεφ (γεννημένος στο Καζακστάν και για χρόνια υπουργός Εθνικής Οικονομίας), η Ελβίρα Ναμπιουλίνα (γεννημένη στην Ούφα του Βασκορτοστάν, διάδοχος του Γκρεφ και διοικήτρια Κεντρικής Τράπεζας της Ρωσίας, από την οποία ζήτησε να παραιτηθεί μετά την εισβολή στην Ουκρανία, αλλά το αίτημά της απορρίφθηκε!) ή ο Αλεξέι Γκουντρίν (γεννημένος στη Λετονία, για χρόνια υπουργός Οικονομικών, ιδρυτής του σημαντικού Ταμείου Σταθεροποίησης της Ρωσίας, πρύτανης τώρα στο πανεπιστήμιο Αγίας Πετρούπολης), σταδιακά έχασαν επιρροή και βρέθηκαν μακριά από τα κέντρα αποφάσεων.
Ο Ιγκορ Σέτσιν θεωρούμενος ως επικεφαλής των «Σιλοβίκι» (άνθρωποι της εξουσίας) με προέλευση όλων την Αγία Πετρούπολη ή την KGB, εκλαμβάνεται από πολλούς σαν το δεξί χέρι του προέδρου Πούτιν. Υπήρξε διευθυντής του γραφείου του όταν αυτός υπηρετούσε στον Δήμο της Αγίας Πετρούπολης και τον ακολούθησε στην ίδια θέση όταν έγινε πρωθυπουργός επί Μπόρις Γέλτσιν κι έπειτα πρόεδρος. Μετέπειτα έγινε αντιπρόεδρος, κι επικεφαλής των λεγόμενων power industries, καθώς και πρόεδρος της Rosneft (Rossiyskaya neft).
Το 2014 σε άρθρο του CNBC υποδείχθηκε ως «ο δεύτερος ισχυρότερος άνθρωπος στη Ρωσία», ενώ τον Δεκέμβριο του 2017 η «Guardian» επιβεβαίωσε αυτή την εκτίμηση, σημειώνοντας πως μετά τον πρόεδρο Πούτιν «δεν υπάρχει ισχυρότερος άνθρωπος στη χώρα». Η άνοδος της Rosneft στη θέση της Ρωσικής Υπερ-Εθνικής Πετρελαϊκής Εταιρείας προκλήθηκε και από την εσωτερική δυναμική της πολιτικής ελίτ που την υποστηρίζει (να μη μας διαφεύγει πως διορισμένος πρόεδρος της Rosneft είναι ο πρώην σοσιαλδημοκράτης καγκελάριος της Γερμανίας Γκέρχαρντ Σρέντερ, ενώ ο Ιγκορ Σέτσιν είναι τώρα διευθύνων σύμβουλος) αλλά και για τον ρόλο της στην εξαγωγική δυναμική της χώρας και στην εξασφάλιση εσόδων για τα δημόσια ταμεία.
Αυτή την ώρα μάλιστα βρίσκεται στην πρώτη γραμμή της επέκτασης των ρωσικών ενεργειακών ερευνών στην Ανατολική Σιβηρία και κυρίως στην Αρκτική. Κάτι που υποδηλώνει τον ρόλο της και στις εξελίξεις στην Ουκρανία αλλά και στη στάση της Ρωσίας απέναντι στην πιθανή ένταξη στο ΝΑΤΟ της Φινλανδίας και της Σουηδίας.
*πρώτη δημοσίευση: www.in.gr