της Lilyana Pavlova*
Η κρίση που προκλήθηκε από τον πόλεμο στην Ουκρανία θέτει και πάλι σε δοκιμασία την ανθεκτικότητα των οικονομιών μας. Η πανδημία μάς δίδαξε ένα πολύτιμο μάθημα: η αλληλεγγύη και η κοινή στήριξη είναι υψίστης σημασίας για την επιτυχή ανάκαμψη. Τώρα, πρέπει να εντείνουμε τις προσπάθειές μας για να οικοδομήσουμε νέες στρατηγικές, χρηματοδοτικά μέσα και συμπράξεις που θα μας βοηθήσουν να αντιμετωπίσουμε τις διαταραχές στα τρόφιμα και την ενέργεια και, κατά συνέπεια, τα επιδεινούμενα ζητήματα της φτώχειας και της κοινωνικής ανισότητας.
Λόγω της πανδημίας COVID-19, η οικονομική δραστηριότητα στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη, την Ανατολική Γειτονία και τα Δυτικά Βαλκάνια συρρικνώθηκε αρκετά σε σύγκριση με τον παγκόσμιο μέσο όρο κατά περίπου 3,0% το 2020. Χάρη στην ισχυρή πολιτική στήριξη και την έγκαιρη διανομή των εμβολίων, η ανάκαμψη ήταν μάλλον ισχυρή πέρυσι, αφήνοντας λιγότερα σημάδια από ό,τι αρχικά αναμενόταν. Ωστόσο, η εμφάνιση μιας δεύτερης μεγάλης κρίσης σε λιγότερο από τρία χρόνια σημαίνει ότι οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής αντιμετωπίζουν νέες προκλήσεις. Από τη μία πλευρά, το δημόσιο χρέος αυξήθηκε σε αρκετές χώρες, γεγονός που φαίνεται να δικαιολογεί μια πιο στοχευμένη δημοσιονομική αντίδραση στο μέλλον. Από την άλλη πλευρά, ο πληθωρισμός φαίνεται να είναι μονιμότερος και υψηλότερος από ό,τι αναμενόταν, προκαλώντας ενδεχομένως μια ισχυρότερη αντίδραση της νομισματικής πολιτικής. Επιπλέον, οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις πρέπει να προχωρήσουν ταχύτερα για να ενισχυθεί η αύξηση της παραγωγής, συμπεριλαμβανομένου του ψηφιακού και του πράσινου μετασχηματισμού. Φαίνεται, λοιπόν, πως έρχονται δύσκολοι καιροί.
Πρώτα απ’ όλα, το σοκ από τον πόλεμο στην Ουκρανία πρέπει να αντιμετωπιστεί επαρκώς, καθώς οι προοπτικές δεν είναι ιδιαίτερα αισιόδοξες. Επιπλέον, οι υψηλότερες τιμές των βασικών εμπορευμάτων -συμπεριλαμβανομένης της ενέργειας- καθώς και οι περιορισμοί του ενεργειακού εφοδιασμού και τα ζητήματα επισιτιστικής ασφάλειας βρίσκονται πολύ ψηλά στην πολιτική ατζέντα. Οι καινοτόμες και ταχύτερα αναπτυσσόμενες επιχειρήσεις, μαζί με εκείνες που είναι περισσότερο προσανατολισμένες στις εξαγωγές, ενδέχεται να πληγούν περισσότερο. Επιπλέον, μια παρατεταμένη σύγκρουση θα υπονομεύσει ακόμη περισσότερο το κλίμα σε περιφερειακό και τοπικό επίπεδο, εκτροχιάζοντας την ανάκαμψη από την πανδημία. Η αυξημένη αποστροφή προς τον κίνδυνο θα επηρεάσει την εμπιστοσύνη των καταναλωτών, των παραγωγών και των επενδυτών, επηρεάζοντας την επενδυτική και καταναλωτική δραστηριότητα. Η εστίαση θα πρέπει τώρα να δοθεί στη φύση των μεταρρυθμίσεων και των προτεραιοτήτων που θα εφαρμοστούν.
Βελτίωση της ενεργειακής και επισιτιστικής ασφάλειας
Ακριβώς όπως η πανδημία ήταν ένα κάλεσμα αφύπνισης για την ψηφιοποίηση, η τρέχουσα κρίση θα πρέπει να θεωρηθεί ως ένα κάλεσμα για την πράσινη μετάβαση. Η έρευνα της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (ΕΤΕπ) δείχνει ότι ορισμένες χώρες της περιοχής των Δυτικών Βαλκανίων σημειώνουν χαμηλότερη βαθμολογία όσον αφορά την ενεργειακή απόδοση, την ευαισθητοποίηση για το κλίμα, τις πρακτικές «πράσινης διαχείρισης» και τις πράσινες επενδύσεις σε σχέση με τις δυτικές χώρες. Μεταξύ των εμποδίων στις επενδύσεις για το κλίμα, οι επιχειρήσεις αναφέρουν επίσης δυσκολίες πρόσβασης σε χρηματοδοτικούς πόρους.
Η περιοχή εξακολουθεί να εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τα ορυκτά καύσιμα και λαμβάνει μικρό ποσοστό της ενέργειάς της από ανανεώσιμες πηγές. Ορισμένες χώρες εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από το φυσικό αέριο που παρέχεται από τη Ρωσία, πράγμα που σημαίνει ότι η συνεχιζόμενη εκτίναξη των τιμών του πετρελαίου και του φυσικού αερίου πλήττει την αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών και βαθαίνει τις κοινωνικές ανισότητες. Στο πλαίσιο αυτό, η πρόσφατη κρίση απέδειξε ότι η ανάγκη για ανανεώσιμη και αποδοτική ενέργεια και τεχνολογική καινοτομία φιλική προς το κλίμα είναι πιο επιτακτική από ποτέ. Ως η τράπεζα της ΕΕ για το κλίμα, η ΕΤΕπ είναι έτοιμη να στηρίξει την ανάπτυξη αποδοτικών, ασφαλών και ποικίλων ενεργειακών δικτύων, πιο βιώσιμων δικτύων μεταφορών και εγκαταστάσεων αποχέτευσης, καθώς και άλλων υποδομών που είναι ανθεκτικές στην κλιματική αλλαγή ή συμβάλλουν στον μετριασμό της. Η αλληλεπίδραση του ψηφιακού και του πράσινου - για παράδειγμα σε σχέση με τις επενδύσεις στην απαλλαγή από τον άνθρακα, τη βιώσιμη κινητικότητα και τις έξυπνες λύσεις για τις επιχειρήσεις - είναι ιδιαίτερα σημαντική.
Τέλος, η βιώσιμη παραγωγή τροφίμων θα πρέπει επίσης να βρίσκεται ψηλά στην πολιτική ατζέντα, με στόχο τη διασφάλιση της ανεξαρτησίας των τροφίμων, ιδίως για τις χώρες που εξαρτώνται από τις εισαγωγές. Η εφαρμογή γρήγορων και στοχευμένων μέτρων πολιτικής για την προστασία των πιο ευάλωτων - συμπεριλαμβανομένων των προσφύγων, των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών που έχουν πληγεί περισσότερο - θα είναι απαραίτητη για να ξεπεραστεί το πιο άμεσο σοκ.
Η αύξηση της ανθεκτικότητας είναι υψίστης σημασίας
Όταν ξέσπασε η πανδημία το 2020, η ΕΤΕπ καθιέρωσε μια προσέγγιση δύο επιπέδων, όπου η καταπολέμηση της κρίσης συνδυάστηκε με τον μακροπρόθεσμο προσανατολισμό της πολιτικής της Τράπεζας. Οι τομείς του κλίματος, της καινοτομίας/ ψηφιοποίησης, των μικρομεσαίων επιχειρήσεων (ΜμΕ) και της βιωσιμότητας βρίσκονταν στο επίκεντρο της παρέμβασής μας. Η ΕΤΕπ αντέδρασε με τη δημιουργία του Ευρωπαϊκού Ταμείου Εγγυήσεων, το οποίο βοήθησε τις ΜμΕ στα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης να ξεπεράσουν μια δύσκολη περίοδο έλλειψης ρευστότητας. Πέρα από την Ευρωπαϊκή Ένωση, συμμετείχαμε στις δράσεις της «Ομάδας Ευρώπη» κατά την περίοδο της πανδημίας και παραχωρήσαμε 1,7 δισ. ευρώ μόνο για τα Δυτικά Βαλκάνια. Υποστηρίξαμε την παγκόσμια πρωτοβουλία COVAX, η οποία συνέβαλε στη διανομή πάνω από 1 δισεκατομμύριο δόσεων εμβολίων σε 144 χώρες.
Ακολουθούμε τώρα μια παρόμοια προσέγγιση που θα μας επιτρέψει να παράσχουμε άμεση βοήθεια εκεί όπου χρειάζεται περισσότερο και να συνεχίσουμε να αυξάνουμε την οικονομική ανθεκτικότητα. Στο πλαίσιο του πακέτου στήριξης της Ουκρανίας, η ΕΤΕπ παρείχε 668 εκατ. ευρώ σε άμεση χρηματοδοτική στήριξη των ουκρανικών αρχών. Ταυτόχρονα, οι εμπειρογνώμονες της Τράπεζας αξιολογούν επί του παρόντος τις ανάγκες των χωρών στη γειτονιά της Ουκρανίας και εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης που πλήττονται από τον πόλεμο, ώστε να μπορέσει να παρασχεθεί εξατομικευμένη στήριξη.
Πέραν της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η ΕΤΕπ συνεργάζεται με εθνικές και τοπικές αρχές, εθνικά ιδρύματα και άλλους αντισυμβαλλόμενους για να διαθέσει επειγόντως χρηματοδοτική και τεχνική βοήθεια στις χώρες και τις περιοχές αυτές. Στο πλαίσιο αυτό, η ΕΤΕπ εξορθολογίζει την προσέγγισή της με τη δημιουργία του παγκόσμιου υποκαταστήματος της ΕΤΕπ στις αρχές του 2022. Αυτή η νέα οργανωτική δομή αποσκοπεί στην ενίσχυση της αποτελεσματικότητας της εκπόνησης και υλοποίησης έργων εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης μέσω της αποτελεσματικής συνεργασίας με τους εταίρους και τους δικαιούχους μας, τα ιδρύματα αναπτυξιακής χρηματοδότησης και την κοινωνία των πολιτών.
Τέλος, αναγνωρίζουμε την ανάγκη να δράσουμε από κοινού. Αυτό σημαίνει ότι ο συντονισμός του ιδιωτικού τομέα και η βελτίωση του συντονισμού μεταξύ του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα θα είναι ζωτικής σημασίας.
*Αντιπρόεδρος της ΕΤΕπ