της Coyle Diane*
Ξεκινώντας από τη δεκαετία του 1980, η διακρατική παραγωγή επέτρεψε την επέκταση του παγκόσμιου εμπορίου και τις χαμηλές τιμές των αγαθών, συμβάλλοντας σημαντικά στην οικονομική ανάπτυξη. Ωστόσο, οι κραδασμοί που προκλήθηκαν από την πανδημία Covid-19 και τον πόλεμο στην Ουκρανία έδειξαν στις εταιρείες ότι τα κέρδη αποδοτικότητας που συνεπάγεται ο παγκόσμιος καταμερισμός εργασίας – και η παραγωγή που είναι ακριβώς στην ώρα της – έχουν κόστος στην ανθεκτικότητα.
Καθώς η παγκόσμια συμφόρηση της εφοδιαστικής αλυσίδας είναι απίθανο να επιλυθεί σύντομα, οι εταιρείες έχουν στρέψει την προσοχή τους σε σχέσεις που επιδιώκουν να συνδυάσουν τη μεγαλύτερη γεωγραφική εγγύτητα με μεγαλύτερη γεωπολιτική ηρεμία.
Οι εταιρείες των πλούσιων χωρών έχουν αφήσει τις αυξημένες δυνατότητες εφοδιαστικής να διαβρωθούν για δεκαετίες και δεν μπορούν να τις ανακτήσουν γρήγορα. Τα κατασκευαστικά κέντρα της Ανατολικής Ασίας όπως η Κίνα, η Μαλαισία και η Σιγκαπούρη έχουν αναπτύξει βιώσιμα, δύσκολα αναπαραγόμενα πλεονεκτήματα σε συγκεκριμένους τομείς και επίσης σε τομείς όπως η εφοδιαστική.
Αυτό δημιουργεί προβλήματα και για τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής. Οι ασφαλείς προμήθειες για βασικά εμπορεύματα, όπως τα τρόφιμα και τα μικροτσίπ, βρίσκονται πλέον στην κορυφή της ατζέντας των περισσότερων κυβερνήσεων. Ορισμένες προηγμένες οικονομίες έχουν ξεκινήσει πρωτοβουλίες με στόχο την ανασυγκρότηση της παραγωγικής τους ικανότητας.
Τέτοια σχέδια μπορεί να είναι καλή ιδέα, αλλά θα χρειαστεί πολύ χρόνο και χρήμα για να πετύχουν. Εν τω μεταξύ, τα στρατηγικά αποθέματα είναι μια άλλη πιθανότητα. Ορισμένες χώρες διαθέτουν ήδη αποθέματα πετρελαίου ή φυσικού αερίου, και πολλές έχουν αποθέματα τροφίμων, όπως αποθέματα τυριού και βουτύρου στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Τα τρέχοντα σημεία συμφόρησης στην εφοδιαστική αλυσίδα έχουν επίσης δείξει μια γενικά απαρατήρητη μείωση του ανταγωνισμού. Αν και οι οικονομολόγοι έχουν επισημάνει την αυξανόμενη συγκέντρωση σε πολλές αγορές, το επίκεντρο ήταν γενικά οι μεγάλες εταιρείες «σούπερ σταρ» στο τέλος των αλυσίδων παραγωγής. Αλλά οι σημερινές ελλείψεις υπενθυμίζουν ότι όσο πιο εξειδικευμένος γίνεται κάθε κρίκος της αλυσίδας, τόσο λιγότερος ανταγωνισμός μπορεί να υπάρχει σε κάθε στάδιο.
Αυτές οι προκλήσεις της εφοδιαστικής αλυσίδας είναι συνέπεια του να ξεχνάμε ότι μετράνε κι άλλοι παράγοντες εκτός από την οικονομική απόδοση και ότι η χειροπιαστή γνώση δεν μπορεί να μεταδοθεί διαδικτυακά. Δυστυχώς, τα προβλήματα που έχουν δημιουργηθεί μέσα σε τέσσερις δεκαετίες δεν μπορούν να λυθούν από τη μια μέρα στην άλλη και η καλύτερη πορεία δράσης για τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής δεν είναι προφανής. Αυτός είναι ακόμη ένας λόγος για να αρχίσουμε να ξανασκεφτόμαστε το μοντέλο τώρα.
*καθηγήτρια δημόσιας πολιτικής στο University of Cambridge
**πρώτη δημοσίευση: www.ot.gr